Διδακτορική Διατριβή που υποβλήθηκε στη σχολή Μηχανικών Παραγωγής και Διοίκησης για την πλήρωση προϋποθέσεων λήψης του Διδακτορικού Διπλώματος. Περίληψη: Η παρούσα διδακτορική διατριβή μελετά την επίδραση των ομάδων συμφερόντων στην οικονομία της Ελλάδας, χρησιμοποιώντας εύκαμπτη πληροφορική, η οποία είναι ένας συνδυασμός ασαφούς λογικής, νευρωνικών δικτύων και γενετικών αλγορίθμων. Ο Mancur Olson στο σημαντικό του βιβλίο “The Logic of Collective action” (1965), αναπτύσσει την θεωρία του θεωρώντας ότι ο κάθε άνθρωπος δρα ώστε να ικανοποιεί το προσωπικό του συμφέρον λαμβάνοντας πάντα υπόψη του το όφελος το οποίο μπορεί να έχει από μία συλλογική δράση αλλά και το κόστος. Έτσι ο Olson θέτει τα θεμέλια για την ελεύθερη συμπεριφορά των μελών των ομάδων, όπως και δημιουργεί μία ταξινόμηση των ομάδων συμφερόντων, καθώς το ατομικό όφελος επηρεάζεται από το μέγεθος της ομάδας και τη φύση των συμφερόντων που χαρακτηρίζουν την κάθε ομάδα. Στο επόμενο πρωτοποριακό βιβλίο του “The Rise and Decline of Nations” (1982), ο Mancur Olson αναπτύσσει εννιά επιπτώσεις που επιφέρει η δράση τους σε διάφορους τομείς σε μία χώρα και με εμπειρικά παραδείγματα από την εποχή των αυτοκρατοριών έως την σύγχρονη εποχή μας, αποδεικνύει την ορθότητα τους. Η συγκρότηση, ο διαφορετικός τρόπος δράσης της κάθε ομάδας συμφερόντων απασχολεί πολλούς κοινωνιολόγους και πολιτικούς επιστήμονες μέχρι σήμερα, ενώ οι επιπτώσεις της δράσης τους επηρεάζουν πολλούς τομείς σε μία χώρα, όπως την οικονομία, την κοινωνική συνοχή, την δικαιοσύνη, την λειτουργία των θεσμών και πολλών άλλων. Από την σύγχρονη βιβλιογραφία υπάρχουν σημαντικές αναφορές και ενδείξεις για τη δράση των ομάδων συμφερόντων στην Ελλάδα κυρίως μετά την πτώση της δικτατορίας το 1974. Η παρούσα διατριβή εστιάζει μόνο στην επιρροή της δράσης των ομάδων συμφερόντων στην οικονομία της Ελλάδας, βασιζόμενη κυρίως σε τρεις από τις εννέα επιπτώσεις όπως τις έχει αναπτύξει ο Olson (1982). Πιο αναλυτικά οι επιπτώσεις αυτές αναφέρουν ότι, α) οι χώρες με σταθερά σύνορα τείνουν να ενισχύουν την οργάνωση και δράση τον ομάδων συμφερόντων με την πάροδο του χρόνου, β) οι ομάδες συμφερόντων και συντεχνίες μειώνουν την αποτελεσματικότητα και το συνολικό εισόδημα των κοινωνιών στις οποίες λειτουργούν και κάνουν την πολιτική ζωή πιο διχαστική, γ) οι ομάδες συμφερόντων επιβραδύνουν την ικανότητα μιας κοινωνίας να υιοθετήσει νέες τεχνολογίες και να ανακατανείμει τους πόρους, μειώνοντας έτσι τον ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης. Η μελέτη της επίδρασης των ομάδων συμφερόντων στην οικονομία μίας χώρας είναι ένα αντικείμενο πολυδιάστατο το οποίο εξαρτάται από πολλούς παραμέτρους και επηρεάζει πολλές οικονομικές μεταβλητές στην κάθε χώρα. Η διδακτορική διατριβή έχει δύο κύριους ερευνητικούς σκοπούς. Ο πρώτος είναι, να προσδιοριστούν οι οικονομικές μεταβλητές οι οποίες είναι κατάλληλες για να εκφράσουν την δράση των ομάδων συμφερόντων στην Ελλάδα, με συνδυασμό της μελέτης από την διεθνή βιβλιογραφία του μεγάλου αριθμού οικονομικών μεταβλητών που έχουν χρησιμοποιηθεί ερευνητικά και της χρήσης σύγχρονων μεθόδων ανάλυσης δεδομένων. Ο δεύτερος σκοπός είναι, η δημιουργία και η εφαρμογή ενός σύγχρονου μοντέλου πρόβλεψης, το οποίο με τις τιμές των παραπάνω κατάλληλων μεταβλητών για ένα ευρύ χρονικό διάστημα, τις οποίες θα χρησιμοποιεί ως μεταβλητές εισόδου και εξόδου θα κάνει αξιόπιστη πρόβλεψη των τιμών της μεταβλητής εξόδου. Η διδακτορική διατριβή αποτελείται από πέντε κεφάλαια, όπου στο πρώτο κεφάλαιο γίνεται εκτενής αναφορά στον ορισμό, τα είδη και την δράση των ομάδων συμφερόντων στην Ελλάδα, όπως και παρουσιάζεται η θεωρία του Olson σχετικά την συλλογική δράση των ομάδων συμφερόντων και τις επιπτώσεις τους στην οικονομία των χωρών. Ως ομάδα συμφερόντων ονομάζεται μία οργάνωση που δημιουργήθηκε για να υπερασπιστεί τα συμφέροντα των μελών της και η οποία δύναται να ασκεί πιέσεις σε θεσμούς και δημόσιες αρχές με σκοπό να αποσπάσουν όφελος από αυτές. Οι ομάδες συμφερόντων αναλόγως το αντικείμενο ενδιαφέροντος τους μπορούν να διαχωριστούν σε επιχειρηματικές και οικονομικές, εργασιακές, επαγγελματικές, αγροτικές, περιβαλλοντικές, καταναλωτικές, ιδεολογικές, δημοσιοϋπαλληλικές, και κυβερνητικές. Μία ολοκληρωμένη θεωρία για την δημιουργία, τη οργάνωση και επιδράσεις των ομάδων συμφερόντων έχει αναπτυχθεί από τον Mancur Olson (1965) και (1982), θεωρώντας ότι τα άτομα που συμμετέχουν στις ομάδες συμφερόντων, νοιάζονται κυρίως για το προσωπικό τους όφελος και συνεπώς εστιάζουν στο όφελος αλλά και στο κόστος από την συμμετοχή τους σε μία συλλογική δράση, όπως και ότι τα οφέλη αλλά και το κόστος για το κάθε μέλος, επηρεάζεται από το μέγεθος της ομάδας και τη φύση των συμφερόντων που χαρακτηρίζουν μια ομάδα, (The Logic of Collective Action, Olson 1965). Η δράση των ομάδων συμφερόντων έχει παρατηρηθεί και στην Ελλάδα όπου υπάρχει σχετική πλούσια βιβλιογραφία από την πτώση της δικτατορίας το 1974 και μετά, (Atsalakis et al. 2016, , Iordanoglou 2013, Lavdas 2007, Mavrogordatos 1988, Mavrogordatos 2009, Pelagidis and Mitsopoulos 2006, Spanou and Sotiropoulos 2011), και προφανώς έχει επηρεάσει την οικονομία της Ελλάδας, όπως προκύπτει και από τα αποτελέσματα της μελέτης της διατριβής, τα οποία δημοσιεύθηκαν και στο διεθνές περιοδικό Suntext Review of Economics & Business με στοιχεία δημοσίευσης Papadakis, H. Atsalakis, GS, Zopounidis, C., (2022). The Rise and Decline of Greece. Suntext Review of Economics & Business 3(3): 167. Στο δεύτερο κεφάλαιο παρουσιάζεται μία αναλυτική παρουσίαση όλης της σχετικής βιβλιογραφικής έρευνας, σχετικά με διεθνείς δημοσιεύσεις που αφορούν την χρήση μεταβλητών στην έρευνα για την μελέτη της δράση των ομάδων συμφερόντων όπως και για την επίδραση τους στις οικονομίες των χωρών. Ως αποτέλεσμα της βιβλιογραφικής έρευνας έχει σχηματιστεί ένας πίνακας ο οποίος για κάθε δημοσίευση αναγράφει το ακριβές ερευνητικό πεδίο της δημοσίευσης, οι μεταβλητές που χρησιμοποιήθηκαν, οι πηγές των δεδομένων, το χρονικό διάστημα της έρευνας, το μοντέλο που χρησιμοποιήθηκε, όπως και τις σχετικές απαραίτητες σημειώσεις για κάθε δημοσίευση. Ολοκληρωμένη η βιβλιογραφική έρευνα δημοσιεύθηκε στο διεθνές περιοδικό International Journal of Sustainable Economics Management, με στοιχεία δημοσίευσης, “Papadakis, H., Atsalakis, G., (2019). Survey of Interest Groups Influence in an Economy, International Journal of Sustainable Economies Management, 8(2), 49-67”. Στο τρίτο κεφάλαιο, παρουσιάζεται όλο το θεωρητικό υπόβαθρο για την Ανάλυση Κύριας Συνιστώσας (Principal Component Analysis), μεθόδου ανάλυσης Δεδομένων, της θεωρίας της ασαφούς λογικής (fuzzy logic) και νευρωνικών δικτύων που συνθέτουν την εύκαμπτη πληροφορική (soft computing) και αποτελούν την βάση για τη δημιουργία του μοντέλου πρόβλεψης ANFIS (Adaptive Neural Fuzzy Inference System) που χρησιμοποιείται στην παρούσα έρευνα. Νευρωνικά Δίκτυα είναι τα απλουστευμένα μοντέλα των ανθρώπινων νευρικών συστημάτων τα οποία προσομοιώνουν την ανθρώπινη ικανότητα να προσαρμόζεται σε συγκεκριμένες καταστάσεις και να εκπαιδεύεται από τις εμπειρίες του παρελθόντος. Τα συστήματα ασαφούς λογικής ασχολούνται με την αβεβαιότητα ή την ασάφεια που υπάρχει σε ένα σύστημα και διατυπώνουν ασαφείς κανόνες για να βρουν λύση στα προβλήματα. Η ασαφής λογική δεν λειτουργεί σε συγκεκριμένα όρια και παρέχει μία μεταβολή μετάβασης μεταξύ της συνάρτησης συμμετοχής των μεταβλητών για ένα συγκεκριμένο πρόβλημα. Οι δύο αυτές τεχνικές μπορούν να δώσουν αποτελεσματικές λύσεις σε ένα ευρύ φάσμα πολύπλοκων προβλημάτων που σχετίζονται με διαφορετικούς συνδυασμούς. Μπορούν όμως και να συνδυαστούν ώστε να συνδυάσουν τα πλεονεκτήματα τους και να ελαχιστοποιήσουν τις όποιες αδυναμίες τους. Συνεπώς ένα νευρο-ασαφές σύστημα μπορεί να οριστεί ως ένα ασαφές σύστημα που καθορίζει τις παραμέτρους του και επεξεργάζεται τα δεδομένα του χρησιμοποιώντας έναν αλγόριθμο εκμάθησης που βασίζεται στη θεωρία νευρωνικών δικτύων. Στην κατηγορία των νευρο-ασαφών συστημάτων ανήκει και το μοντέλο ANFIS (Adaptive Network based Fuzzy Inference System) το οποίο αναπτύχθηκε από τον Jang (1992) και χρησιμοποιείται στην παρούσα έρευνα για την πρόβλεψη της επίδρασης των ομάδων συμφερόντων στην οικονομία της Ελλάδας. Το προσαρμοστικό δίκτυο (adaptive network) είναι ένα δίκτυο τροφοδοσίας πολλαπλών επιπέδων, στο οποίο κάθε κόμβος εκτελεί μία συγκεκριμένη λειτουργία στα εισερχόμενα σήματα και σε όλες τις παραμέτρους που αντιστοιχούν σε αυτόν τον κόμβο και συνδέονται μεταξύ τους μέσω κατευθυντικών συνδέσμων. Ορισμένοι ή όλοι οι κόμβοι σε ένα προσαρμοστικό δίκτυο είναι προσαρμόσιμοι, που σημαίνει ότι το αποτέλεσμα κάθε κόμβου εξαρτάται από τις παραμέτρους που σχετίζονται με αυτόν τον κόμβο και ο κανόνας εκμάθησης καθορίζει ότι αυτές οι παράμετροι πρέπει να αλλάξουν για να ελαχιστοποιηθεί ένα προκαθορισμένο μέτρο σφάλματος. Η νευρο-προσαρμοστική (neural-adaptive) τεχνική μάθησης διαθέτει μία μέθοδο για τη διαδικασία ασαφούς μοντελοποίησης στην εκμάθηση πληροφοριών σχετικά με ένα σύνολο δεδομένων. Υπολογίζει τις παραμέτρους της συνάρτησης μέλους που επιτρέπουν καλύτερα στο σχετικό σύστημα ασαφούς συμπερασμάτων να παρακολουθεί τα δεδομένα εισόδου-εξόδου. Για κάθε μοντέλο πρόβλεψης είναι απαραίτητη να γίνεται η αξιολόγηση του, για κάθε αποτέλεσμα πρόβλεψης που προκύπτει από την λειτουργία του. Ως κριτήριο αξιολόγησης μεταξύ των διαφορετικών μεθόδων και μοντέλων έχει επικρατήσει από τη διεθνή βιβλιογραφία να είναι, ο υπολογισμός των αριθμητικών σφαλμάτων. Προφανώς το μοντέλο πρόβλεψης που παρουσιάζει τα μικρότερα αριθμητικά σφάλματα είναι και το πιο αξιόπιστο. Συνεπώς για κάθε εφαρμογή που τρέχει ο αλγόριθμος ANFIS θα υπολογίζονται και τα εξής αριθμητικά σφάλματα: Μέσο τετραγωνικό σφάλμα (MSE), Μέσο απόλυτο ποσοστό σφάλματος (MAPE), Μέσο απόλυτο σφάλμα (MAE), Ρίζα μέσου τετραγωνικού σφάλματος (RMSE). Στο τέταρτο κεφάλαιο της διατριβής παρουσιάζονται αναλυτικά, η εφαρμογή της μεθόδου ανάλυσης δεδομένων Κύριας Συνιστώσας (PCA) για τον προσδιορισμό των κατάλληλων μεταβλητών που θα αποτελούν τους μεταβλητές εισόδου και εξόδου στο ANFIS μοντέλο πρόβλεψης, η παραμετροποίηση του ANFIS μοντέλου, όλα τα αριθμητικά σφάλματα για την αξιολόγηση του μοντέλου πρόβλεψης που προέκυψαν από τα “runs” του αλγορίθμου, ο σχολιασμός των βέλτιστων αποτελεσμάτων που προέκυψαν, όπως και η παρουσίαση των χαρακτηριστικών του ANFIS μοντέλου. Οι μεταβλητές με τις περισσότερες αναφορές στην διεθνή βιβλιογραφία που σχετίζονται με την δράση των ομάδων συμφερόντων είναι οι εξής: Κατά κεφαλήν ΑΕΠ, Αριθμός ομάδων συμφερόντων, Ρυθμός ανάπτυξης ΑΕΠ, Έξοδα κυβέρνησης, πληθυσμός, διάρκεια πολιτικής σταθερότητας, Πολιτικά δικαιώματα, Επενδύσεις, ΑΕΠ, Φορολογικά έσοδα, πληθωρισμός, Ρυθμός ανάπτυξης ΑΕΠ κατά κεφαλήν, έσοδα κυβέρνησης ως ποσοστό του ΑΕΠ. Για αυτές τις μεταβλητές συλλέχτηκαν τα δεδομένα για την Ελλάδα από το χρονικό διάστημα του Α΄ τριμήνου 1999 έως και το Δ΄ τρίμηνο του 2019 και αφού προηγήθηκε τεστ Κανονικότητας (Normality test), υπολογισμός του συντελεστή συσχέτισης, και έγινε κανονικοποίηση των δεδομένων, στην συνέχεια εφαρμόστηκε η μέθοδος Ανάλυσης Κύριας Συνιστώσας, όπου προέκυψαν δύο ως καταλληλότερες μεταβλητές για την είσοδο του μοντέλου ANFIS, ο Ρυθμός Ανάπτυξης ΑΕΠ και τα Έξοδα Κυβέρνησης. Ως μεταβλητή εξόδου για το μοντέλο ANFIS, μετά από έρευνα στην διεθνή βιβλιογραφία για την δράση των ομάδων συμφερόντων, η μεταβλητή που συνδέεται σημαντικά με τα αποτελέσματα της δράσης των ομάδων συμφερόντων προκύπτει ότι είναι η παραγωγικότητα της εργασίας και πιο συγκεκριμένα στο μοντέλο ως μεταβλητή εξόδου χρησιμοποιείται η παραγωγικότητα εργασίας ανά ώρα (Labor productivity per hour) για το χρονικό διάστημα από το Α΄ τρίμηνο του 1999 έως το Δ΄ τρίμηνο του 2019. Μετά από τις απαραίτητες παραμετροποιήσεις και ρυθμίσεις του αλγορίθμου ANFIS, προέκυψε ο παρακάτω πίνακας 1 με τα τρία βέλτιστα αποτελέσματα, αφού ελήφθησαν υπόψιν όλες οι πιθανές περιπτώσεις, για τον αριθμό των επαναλήψεων (Epochs) 1000 και 1500, για το βήμα προόδου (step size) 0.01, 0.1 και 1, για το είδος της συνάρτησης συμμετοχής, τραπεζοειδής, τριγωνική, γκαουσσιανή, π, και καμπανοειδής, και για τον αριθμό των κανόνων 4, 6, 9, 12, 16, 20, 25, 30 και 36. Πίνακας 1 Epochs S.s. Memb funct N. Rules MSE RMSE MAE MAPE 1st 1500 0.1 Trapezoidal 20 0.2681 0.5178 0.3505 0.3771 2nd 1000 1 Triangular 25 0.5555 0.7453 0.6559 0.7046 3rd 1000 1 Gaussian2 20 0.5817 0.7627 0.6572 0.7049 Η επιτυχημένη πρόβλεψη με το μοντέλο ANFIS της εργασιακής παραγωγικότητας ανά ώρα για την περίοδο από το 3ο τρίμηνο του 2017 έως το 4ο τρίμηνο του 2019, με μοντέλο ANFIS το οποίο εκπαιδεύτηκε με τριμηνιαία δεδομένα για την περίοδο 1999 έως το 2017, επιβεβαιώνει την δράση των ομάδων συμφερόντων στην Ελλάδα και κατ’ επέκταση επιβεβαιώνει τη δεύτερη επίπτωση του Olson, όπου σε χώρες με πολιτική σταθερότητα και σταθερά σύνορα, ευνοείται η ανάπτυξη των ομάδων συμφερόντων, όπως και επιβεβαιώνεται η ορθότητα επιλογής της συγκεκριμένης μεταβλητής ως μεταβλητής εξόδου στο μοντέλο ANFIS. Επίσης τα αποτελέσματα επιβεβαιώνουν την έβδομη επίπτωση της θεωρίας του Olson, στην οποία αναφέρει ότι οι διανεμητικοί συνασπισμοί λόγω των ομάδων συμφερόντων, επιβραδύνουν την ικανότητα μιας κοινωνίας να υιοθετήσει νέες τεχνολογίες και να ανακατανείμει τους πόρους ως απάντηση στις μεταβαλλόμενες συνθήκες, συνεπώς μειώνουν τον ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης. Οι ομάδες συμφερόντων επιβραδύνουν την ανάπτυξη μειώνοντας τον ρυθμό με τον οποίο διανέμονται οι πόροι από τη μία δραστηριότητα στην άλλη ως απάντηση στις νέες τεχνολογίες ή συνθήκες. Ένας προφανής τρόπος με τον οποίο γίνεται αυτό είναι η απαίτηση κρατικών εγγυήσεων για την εξόφληση του χρέους για τις επιχειρήσεις σε ύφεση, καθυστερώντας ή αποτρέποντας τη μεταφορά πόρων σε τομείς όπου θα είχαν υψηλότερα ποσοστά παραγωγικότητας (Hicks, 1983). Η αύξηση της παραγωγικότητας σημαίνει ότι οι πόροι θα πρέπει να ανακατανεμηθούν προκειμένου να διατηρηθεί η οικονομική αποτελεσματικότητα και η κοινωνία να έχει πλήρες όφελος από αυτήν την αύξηση της παραγωγικότητας. Η ανακατανομή αυτή των απαιτούμενων πόρων αποτρέπονται ή καθυστερούνται από την δράση των ομάδων συμφερόντων όπου με την πάροδο του χρόνου, δημιουργούν εμπόδια στην ανακατανομή των πόρων, ώστε να μειώνεται ο ρυθμός ανάπτυξης και το πραγματικό επίπεδο εισοδήματος (Atsalakis et al. 2016). Συνεπώς επιβεβαιώνεται και η τέταρτη επίπτωση της θεωρίας του Olson για την οικονομία της Ελλάδας, ότι συνολικά οι ομάδες συμφερόντων και οι συμπαιγνίες μειώνουν την αποτελεσματικότητα και το συνολικό εισόδημα των κοινωνιών στις οποίες λειτουργούν και κάνουν την πολιτική ζωή πιο διχαστική. Στο πέμπτο κεφάλαιο παρουσιάζονται τα συμπεράσματα της έρευνας όπως και οι δυνατότητες για μελλοντική έρευνα στο συγκεκριμένο επιστημονικό πεδίο. Ενώ η συνεισφορά αυτής της ερευνητικής διατριβής στην επιστημονική κοινότητα μπορεί να συνοψιστεί στις ακόλουθες καινοτομίες: α) είναι η πρώτη φορά που χρησιμοποιείται ένα προσαρμοστικό νευρωνικό ασαφές μοντέλο για να προβλέψει τον αντίκτυπο της δράσης της ομάδας συμφερόντων στην οικονομία μίας χώρας, β) αναπτύσσει μία ολοκληρωμένη μεθοδολογία προκειμένου να βρεθούν οι κατάλληλες οικονομικές μεταβλητές που θα χρησιμοποιηθούν ως μεταβλητές εισόδου ή εξόδου σε ένα μοντέλο πρόβλεψης, γ) για πρώτη φορά προτείνονται συγκεκριμένες μεταβλητές, ικανές να προσδιορίσουν την επίδραση των ομάδων συμφερόντων στις οικονομίες των χωρών και πιο συγκεκριμένα στην ελληνική οικονομία, δ) η έρευνα που αναπτύσσεται στην διατριβή επεκτείνει και συμπληρώνει ουσιαστικά την αυξανόμενη εμπειρική βιβλιογραφία για τις ομάδες συμφερόντων που μελετούν τις επιπτώσεις στην οικονομία μίας χώρας.