113 results on '"Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση"'
Search Results
2. Εμπόδια στην εφαρμογή της εξ Αποστάσεως Εκπαίδ...
- Author
-
Γεωργουλάκου, Ιωάννα and Κώστας, Απόστολος
- Subjects
SPECIAL education teachers ,MAINSTREAMING in special education ,ONLINE education ,COVID-19 pandemic ,DISTANCE education - Abstract
Copyright of Open Education: The Journal for Open & Distance Education & Educational Technology is the property of Hellenic Network of Open & Distance Education and its content may not be copied or emailed to multiple sites or posted to a listserv without the copyright holder's express written permission. However, users may print, download, or email articles for individual use. This abstract may be abridged. No warranty is given about the accuracy of the copy. Users should refer to the original published version of the material for the full abstract. (Copyright applies to all Abstracts.)
- Published
- 2022
- Full Text
- View/download PDF
3. Aντιλήψεις εκπαιδευτικών της δευτεροβάθμιας για την αξιοποίηση των τεχνολογιών της πληροφορίας και της επικοινωνίας στην εκπαίδευση: Έμφυλες διαστάσεις
- Author
-
Ιωάννα Βεκύρη and Παρασκευή Σχορετσανίτου
- Subjects
Εκπαιδευτικοί ,Δευτεροβάθμια εκπαίδευση ,Εκπαίδευση και φύλο ,Σεξιστικά στερεότυπα για τις ΤΠΕ ,Αυτοαποτελεσματικότητα για τους υπολογιστές ,Αντιλήψεις για την εκπαιδευτική ένταξη των υπολογιστών ,Psychology ,BF1-990 - Abstract
Η παρούσα εργασία διερεύνησε το ρόλο των εκπαιδευτικών στο έμφυλο ψηφιακό χάσμα, εξετάζοντας αφενός το πρότυπο που παρουσιάζουν στην τάξη όσον αφορά τη χρήση των τεχνολογιών της πληροφορίας και της επικοινωνίας (ΤΠΕ) και αφετέρου τις αντιλήψεις τους για τη σχέση φύλου και ΤΠΕ. Στην έρευνα συμμετείχαν 164 Έλληνες/Ελληνίδες εκπαιδευτικοί της δευτεροβάθμιας, οι οποίοι/ες κλήθηκαν να απαντήσουν σε ερωτηματολόγιο. Οι ερωτήσεις αφορούσαν την προσωπική και εκπαιδευτική χρήση ΤΠΕ, την αυτοαποτελεσματικότητά τους ως προς την εκπαιδευτική χρήση των ΤΠΕ, τις αντιλήψεις τους για την εκπαιδευτική ένταξη των ΤΠΕ και τις απόψεις τους για τη σχέση των αγοριών και των κοριτσιών με τους υπολογιστές και την Πληροφορική. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι πολλοί/ές εκπαιδευτικοί έκριναν ότι τα αγόρια είναι πιο ικανά στους υπολογιστές και ότι τους ταιριάζει περισσότερο να σπουδάσουν Πληροφορική. Επίσης, οι γυναίκες εκπαιδευτικοί ανέφεραν πιο περιορισμένη προσωπική και εκπαιδευτική χρήση ΤΠΕ, και χαμηλότερη αυτοαποτελεσματικότητα για τη χρήση ΤΠΕ στη διδασκαλία συγκριτικά με τους άνδρες συναδέλφους τους. Στις γυναίκες εκπαιδευτικούς η διδακτική εμπειρία συνδεόταν αρνητικά με στερεοτυπικές απόψεις και με την αυτοαποτελεσματικότητα. Αυτό δείχνει ότι οι νεότερες γυναίκες εκπαιδευτικοί τείνουν να παρουσιάζουν ένα πιο θετικό πρότυπο στα κορίτσια, καθώς φάνηκε να έχουν μεγαλύτερη εμπιστοσύνη τις ικανότητές τους ως προς τη χρήση των νέων τεχνολογιών και να αποδέχονται σε μικρότερο βαθμό τα στερεότυπα για τα φύλα και τις ΤΠΕ.
- Published
- 2020
- Full Text
- View/download PDF
4. Η αξιοποίηση του game-based learning, των τεχνολογιών virtual και augmented reality και άλλων ΤΠΕ στη διδασκαλία φιλολογικών μαθημάτων : η οπτική των εκπαιδευτικών
- Author
-
Βοζίκης, Αθανάσιος, Σχολή Οικονομικών, Επιχειρηματικών και Διεθνών Σπουδών. Τμήμα Οικονομικής Επιστήμης, and Οικονομική της Εκπαίδευσης και Διαχείριση Εκπαιδευτικών Μονάδων
- Subjects
ΤΠΕ ,Επαυξημένη πραγματικότητα ,Βελτίωση μαθησιακής διαδικασίας ,Εικονική πραγματικότητα ,Δευτεροβάθμια εκπαίδευση ,Ψηφιακά εκπαιδευτικά παιχνίδια ,Φιλολογικά μαθήματα - Abstract
Στις μέρες μας είναι αναντίρρητο το γεγονός ότι οι Τεχνολογίες Πληροφορίας και Επικοινωνιών (Τ.Π.Ε.) έχουν εισβάλει σε όλους τους τομείς του ανθρώπινου βίου. Ένας από αυτούς είναι η εκπαίδευση. Στην παρούσα διπλωματική εργασία θα εξετάσουμε νέες μεθόδους διδασκαλίας και μάθησης με την αξιοποίηση των Νέων Τεχνολογιών στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση στο πλαίσιο των φιλολογικών μαθημάτων. Αναλυτικότερα, θα μελετηθούν τεχνικές παιχνιδοποίησης («gamification») και οι τεχνολογίες Virtual και Augmented Reality στη διδασκαλία φιλολογικών μαθημάτων. Αρχικά θα εξεταστούν τα πολλαπλά οφέλη και οι περιορισμοί από την αξιοποίηση αυτών των τεχνολογιών στη μαθησιακή διαδικασία, αλλά και τα προβλήματα και οι δυσκολίες που ανακύπτουν κατά την εφαρμογή τους. Επιπλέον, θα διερευνήσουμε την οπτική Φιλολόγων για την ένταξη των ΤΠΕ (gamification, Virtual και Augmented Reality) στην εκπαιδευτική διαδικασία και συγκεκριμένα στη διδασκαλία και μάθηση φιλολογικών μαθημάτων. Αναλυτικότερα, διερευνούμε τις απόψεις τους για το εάν υπάρχει συσχέτιση μεταξύ της αξιοποίησης των ΤΠΕ και της βελτίωσης της μαθησιακής διαδικασίας. Για το σκοπό αυτό, πραγματοποιήσαμε ποσοτική έρευνα σε 81 Φιλολόγους Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (σχολείων και φροντιστηρίων) με τη διανομή ηλεκτρονικού ερωτηματολογίου. Για την ανάλυση και επεξεργασία των αποτελεσμάτων χρησιμοποιήσαμε τη γλώσσα προγραμματισμού Python3. Μελετήσαμε τις υπάρχουσες συσχετίσεις μεταξύ των απαντήσεων στις διάφορες ερωτήσεις και οδηγηθήκαμε στο συμπέρασμα ότι οι Φιλόλογοι στην πλειοψηφία τους είναι θετικά διακείμενοι για την ενσωμάτωση των ΤΠΕ στη διδακτική πράξη. Αναγνωρίζουν τα πλεονεκτήματά τους στην εκπαίδευση και επιθυμούν να επιμορφωθούν για να τις εντάξουν στη διδασκαλία των μαθημάτων τους. Ωστόσο, αναγνωρίζουν και τις τεχνικές δυσκολίες ενσωμάτωσής τους στη σημερινή σχολική πραγματικότητα., Nowadays it is an undeniable fact that Information and Communication Technologies (ICT) have invaded all areas of human life. One of them is education. In this thesis we will examine new teaching and learning methods with the use of New Technologies in Secondary Education in the context of philological courses. In more detail, gamification techniques and Virtual and Augmented Reality technologies in the teaching of philological courses will be studied. Initially, the multiple benefits and limitations of the use of these technologies in the learning process will be examined, as well as the problems and difficulties that arise during their implementation. In addition, we will explore the perspective of Philologists for the inclusion of ICT (gamification, Virtual and Augmented Reality) in the educational process and specifically in the teaching and learning of philological courses. In more detail, we explore their views on whether there is a correlation between the use of ICT and the improvement of the learning process. For this purpose, we conducted a quantitative survey of 81 Secondary Education Philologists (who work in schools and tutoring schools) by distributing an electronic questionnaire. To analyze and process the results we used the Python3 programming language. We studied the existing correlations between the answers to the various questions and we were led to the conclusion that the majority of Philologists are positive about the integration of ICT in the teaching practice. They recognize their strengths in education and wish to be trained to incorporate them into the teaching of their courses. However, they also recognize the technical difficulties of integrating them into today's school reality.
- Published
- 2023
- Full Text
- View/download PDF
5. Το μάθημα των καλλιτεχνικών ως ευκαιρία διαμόρφωσης της ιδιότητας του πολίτη στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση
- Author
-
Plastira, Roza, Λιακοπούλου, Μαρία, Νικολάου, Σουζάννα - Μαρία, and Νικολάου, Ειρήνη
- Subjects
Πρωτοβάθμια εκπαίδευση ,Elementary education ,Kαλλιτεχνική εκπαίδευση ,Δευτεροβάθμια εκπαίδευση ,Art education ,Citizen ,Primary education ,Πολίτης - Abstract
Η καλλιτεχνική εκπαίδευση διαμορφώνει ολόπλευρα τους μαθητές, συμβάλλοντας καθοριστικά στη κινητική, συναισθηματική, γνωστική και πνευματική τους ανάπτυξη. Ωστόσο, σε ένα συνεχώς μεταβαλλόμενο κόσμο, αναδεικνύεται η ανάγκη να καλλιεργηθούν και ως ενεργοί, ενημερωμένοι και υπεύθυνοι πολίτες, ικανοί να λειτουργούν σε εθνικό, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο. Συνεπώς, το μάθημα των καλλιτεχνικών οφείλει να ακολουθήσει πρακτικές που θα επιτρέψουν στους μαθητές να βιώσουν τη δημοκρατία, εμπλέκοντάς τους στη κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα. Καθοριστικός σε αυτή τη διαδικασία είναι ο ρόλος του εκπαιδευτικού, ο οποίος λειτουργεί ως διαμεσολαβητής στη σχέση των μαθητών με το πολιτισμικό τους περιβάλλουν. Σκοπός της παρούσας έρευνας ήταν η μελέτη του Αναλυτικού Προγράμματος Σπουδών των καλλιτεχνικών στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια εκπαίδευση, προκειμένου να διερευνηθεί κατά πόσο η φιλοσοφία, η δομή και το περιεχόμενό του επιτρέπουν ή παρεμποδίζουν την καλλιέργεια της ιδιότητας του πολίτη. Επίσης διερευνήθηκε η αυτοαντίληψη των εκπαιδευτικών καλλιτεχνικών μαθημάτων αναφορικά με το ρόλο τους, και οι αντιλήψεις τους, τόσο για το μάθημα των καλλιτεχνικών, όσο και για την καλλιέργεια της πολιτειότητας μέσω αυτού, τις πρακτικές που υιοθετούν προς αυτή την κατεύθυνση, και τα εμπόδια που συναντούν. Καθώς τα ερευνητικά ερωτήματα είναι ελάχιστα διερευνημένα σε διεθνές επίπεδο αλλά και λόγω της φύσης τους, επιλέχθηκε η ποιοτική μέθοδος έρευνας. Ειδικότερα, το Αναλυτικό Πρόγραμμα αναλύθηκε με ποιοτική ανάλυση περιεχομένου και οι απόψεις των εκπαιδευτικών καταγράφηκαν μέσω ημιδομημένων συνεντεύξεων. Από την καταγραφή και ανάλυση των απόψεων δέκα εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, προέκυψε ότι υπάρχει η σχετική ευαισθητοποίησή τους. Ωστόσο, αν και οι εκπαιδευτικοί επιδιώκουν την καλλιέργεια δεξιοτήτων άμεσα συνυφασμένων με την πολιτειότητα μέσα από το μάθημα των εικαστικών, φαίνεται ότι η επιλογή τους είναι απόρροια της αντίληψης που έχουν για το ρόλο της καλλιτεχνικής εκπαίδευσης και όχι συνειδητή προσπάθεια καλλιέργειας των μαθητών ως πολιτών. Επίσης, για την πολιτική κοινωνικοποίηση των μαθητών, αποδείχτηκε ότι δε παίζουν καθοριστικό ρόλο οι γνώσεις και δεξιότητες του εκπαιδευτικού αλλά οι στάσεις του. Συνεπώς, συστήνεται, οι επιμορφώσεις σε θέματα πολιτειότητας να εστιάζουν όχι μόνο στη παροχή γνώσεων και την εξοικείωση με καινοτόμες μεθόδους διδασκαλίας, αλλά κυρίως στην καλλιέργεια στάσεων και την εμφύσηση αξιών. Art education shapes students in their entirety, contributing decisively to their motor, emotional, cognitive and intellectual development. However, in an ever-changing world, there is a need to cultivate them as active, informed and responsible citizens, able to operate at national, European and international level. Therefore, art classes should follow practices that will allow students to experience democracy, involving them in socio-political reality. Decisive in this process is the role of the art educator, who acts as a mediator in the relationship of students with their cultural environment. The purpose of this research was to study the Curriculum of Art in Primary and Secondary Education, in order to investigate whether its philosophy, structure and content allow or hinder the cultivation of citizenship. It also explored the self-perception of art courses’ educators regarding their role, and their perceptions, both for the art course and for the cultivation of citizenship through it. Especially, the practices they adopt in this direction and the obstacles they encounter. As the research questions are poorly explored internationally and due to their nature, the qualitative research method was chosen. In particular, the Curriculum was analyzed with qualitative content analysis and art educators' views were recorded through semi-structured interviews. The recording and analysis of the views of ten art educators of Primary and Secondary Education revealed that there is a relative awareness of them. However, although art educators seek to cultivate skills directly related to citizenship through visual arts lessons, it seems that their choice is the result of their perception of the role of art education and not a conscious effort to cultivate students as citizens. Also, for the political socialization of students, it has been proven that it is not the knowledge and skills of the art educators that play a decisive role, but their attitudes. Therefore, it is recommended that citizenship trainings focus not only on providing knowledge and familiarization with innovative teaching methods, but mainly on cultivating attitudes and instilling values. 189 σ.
- Published
- 2023
6. Secondary art teachers'perceptions of their professional identity and their teaching practice in the State art schools
- Author
-
Lintzerakou, Elissavet, Argyropoulou, Eleftheria, and Spiridakis, Antonios
- Subjects
art teachers ,state secondary schools ,perceptions ,secondary art teachers ,professional identity ,επαγγελματικη ταυτοτητα ,καθηγητές καλλιτεχνικών μαθημάτων, δημόσια δευτεροβάθμια καλλιτεχνικά σχολεία, επαγγελματική ταυτότητα, αντιλήψεις, επαγγελματική ικανοποίηση ,καθηγητες καλλιτεχνικων μαθηματων ,teachers' perceptions ,δευτεροβαθμια εκπαιδευση ,job satisfaction - Abstract
Το παρόν άρθρο διερευνά τις αντιλήψεις των εκπαιδευτικών καλλιτεχνικών αντικειμένων (θεάτρου, χορού, κινηματογράφου, εικαστικών και μουσικής) σχετικά με την επαγγελματική τους ταυτότητα και το διδακτικό τους έργο στα δημόσια καλλιτεχνικά σχολεία δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Η διερεύνηση των αντιλήψεων γίνεται μέσω της διατύπωσης της ικανοποίησής τους από το εργασιακό τους συγκείμενο και της αποτύπωσης των απόψεών τους για την αποτίμηση των προσόντων τους και του πλαισίου διδασκαλίας του γνωστικού τους αντικειμένου. Πρόκειται για πρωτότυπη ποσοτική έρευνα με τη χρήση ερωτηματολογίου κλειστών ερωτήσεων τύπου Likert και περιγραφική και επαγωγική στατιστική επεξεργασία των δεδομένων με χρήση του προγράμματος SPSS23. Τα ευρήματα κατέδειξαν ότι το μείζον πρόβλημα της επαγγελματικής τους ταυτότητας είναι η μη ισότιμη αντιμετώπισή τους με τους καθηγητές γενικών μαθημάτων και η μη διευθέτηση ζητημάτων επίσημης αναγνώρισης και κωδικοποίησης του γνωστικού αντικειμένου συγκεκριμένων κατηγοριών εκπαιδευτικών καλλιτεχνικών μαθημάτων (χορού- κινηματογράφου) από το Υπουργείο Παιδείας. Οι ιδιαίτερες παράμετροι της αντίληψης της επαγγελματικής ταυτότητας από τους εκπαιδευτικούς καλλιτεχνικών μαθημάτων φαίνεται ότι συμφωνεί με ευρήματα προηγουμένων ερευνών σε εκπαιδευτικούς. Η έλλειψη ερευνών σχετικά με την συγκεκριμένη κατηγορία εκπαιδευτικών σε εθνικό και διεθνές επίπεδο δεν παρέχει περιθώρια συγκρίσεων. Ωστόσο, η παρούσα έρευνα φιλοδοξεί να ανοίξει μια επιστημονική συζήτηση που μπορεί να προσφέρει σημαντικά ευρήματα τόσο αναφορικά με τους εκπαιδευτικούς καλλιτεχνικών μαθημάτων, όσο και με ευρύτερους προβληματισμούς αναφορικά με τον ρόλο της διδασκαλίας της τέχνης στην δημόσια εκπαίδευση, αλλά και τη βιωσιμότητα των ήδη λειτουργούντων δημοσίων δευτεροβάθμιων καλλιτεχνικών σχολείων και την πιθανή αύξηση του αριθμού τους σε όλη την επικράτεια.  , This paper explores the state secondary art school teachers’ perceptions on their professional identity and their teaching practice. Statements of job satisfaction and opinions associated with their work context and the evaluation of their qualifications have been used as the primary data of this research. The paper contains original quantitative research based on a Likert-item questionnaire. Data have been processed statistically with SPSS 23. The findings showed that a. the major problem of the art teachers’ professional identity is the lack of their equal treatment when compared with the teachers of general courses, b. issues of regulation and recognition of special artistic and pedagogical qualifications for certain groups of art teachers (dance and cinema) and, c. the indifference of the Ministry of Education to put an end to these issues and reorganize the regulatory framework for the state secondary art schools. The paper aspires to start a scientific dialogue in the teacher community and the society regarding the importance of teaching arts as separate subjects in secondary schools, the sustainability of the existing secondary art schools and the possibility of increasing their number all over the country in the future.
- Published
- 2023
7. Ο ρόλος της μουσικής στην αντιμετώπιση του σχολικού εκφοβισμού στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση: κριτική επισκόπηση προγραμμάτων πρόληψης και εφαρμογή ενός μουσικοπαιδαγωγικού προγράμματος βασισμένου στο μουσικό βίντεο
- Author
-
Dionysiou, Zoe, Katseli, Vasiliki Maria, and Kyriakou, Alexandra
- Subjects
school bullying ,music video ,prevention ,music education program ,μουσικοπαιδαγωγικό πρόγραμμα ,μουσική εκπαίδευση ,secondary education ,ενδοσχολικός εκφοβισμός ,music education ,δευτεροβάθμια εκπαίδευση ,μουσικό βίντεο ,σχολικός εκφοβισμός ,πρόληψη - Abstract
Το φαινόμενο του σχολικού εκφοβισμού έχει λάβει μεγάλες διαστάσεις στην παγκόσμια εκπαιδευτική κοινότητα. Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν η ανάπτυξη και εφαρμογή ενός πρωτότυπου μουσικού εκπαιδευτικού προγράμματος για την αντιμετώπιση του φαινομένου του σχολικού εκφοβισμού στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Στο πρώτο μέρος γίνεται μία επισκόπηση προγραμμάτων ενημέρωσης και αντιμετώπισης του σχολικού εκφοβισμού που έχουν πραγματοποιηθεί σε διάφορες χώρες και διερευνώνται τρόποι με τους οποίους οι τέχνες και ιδιαίτερα η μουσική μπορούν να συμβάλλουν στην πρόληψη του προβλήματος. Λαμβάνοντας υπόψη τα συμπεράσματα που προέκυψαν μέσα από τις σχετικές έρευνες, διαμορφώθηκε ένα μουσικοπαιδαγωγικό πρόγραμμα αντιμετώπισης του σχολικού εκφοβισμού που πραγματοποιήθηκε σε ομάδα μαθητών δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Το δείγμα της έρευνας ήταν μία ομάδα επτά μαθητών της Γ΄ τάξης γυμνασίου ενός σχολείου της περιφέρειας των Ιονίων Νήσων. Όλοι οι μαθητές συμμετείχαν εθελοντικά με τη συγκατάθεση των γονέων/κηδεμόνων τους. Το πρόγραμμα διάρκειας έξι εβδομάδων υλοποιήθηκε διαδικτυακά, λόγω των περιοριστικών μέτρων κατά τη διάρκεια της πανδημίας (Covid-19). Στόχος του ήταν να ενημερώσει και να ευαισθητοποιήσει τους μαθητές σε σχέση με τον σχολικό εκφοβισμό. Το μουσικό βίντεο χρησιμοποιήθηκε ως κύριο εκπαιδευτικό εργαλείο για τη διαμόρφωση των μαθημάτων. Οι συζητήσεις πριν και μετά την προβολή των μουσικών βίντεο καταγράφηκαν και αναλύθηκαν με τη μέθοδο της θεματικής ανάλυσης. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, οι μαθητές κατανόησαν το φαινόμενο του εκφοβισμού και τις πιθανές διαστάσεις του, σχολίασαν συμπεριφορές και χαρακτηριστικά του φαινομένου και βρήκαν πιθανές λύσεις διαχείρισης περιστατικών εκφοβισμού. Το εκπαιδευτικό αυτό πρόγραμμα με κεντρικό άξονα το μουσικό βίντεο αναδεικνύει την ανάγκη προώθησης της ελεύθερης έκφρασης των μαθητών στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση μέσα από οικεία σε αυτούς οπτικοακουστικά μέσα με στόχο τη μείωση του φαινομένου του σχολικού εκφοβισμού., The phenomenon of school bullying has received great attention in the global educational world, as it is still considered one of the biggest challenges that school children need to overcome today. As the literature indicates, many anti-bullying school programs focus on informing students about the phenomenon and helping them develop social and emotional skills as a means of preventing and limiting violence among members of the school community. The purpose of this study was to develop a music education program for the prevention of the phenomenon of school bullying in secondary education. In the first part, a literature review was conducted on anti-bullying educational programs in order to explore ways in which the arts and music in particular may help the educational community to deal with the problem. Taking into account the critical evaluation of previously implemented bullying prevention and intervention programs, principles and key elements for the implementation of such efforts have emerged. Therefore, an original music education program was developed and implemented by the researchers. The aim of the program was to raise students’ awareness about school bullying. The sample was a group of seven students, classmates from a class of middle school (Gymnasio) Year 3, within the region of the Ionian Islands. All students participated voluntarily, after parental consent. The program lasted for six weeks and was implemented virtually, due to the restrictions of the pandemic (Covid-19). The program was developed around two pre-selected music videos that dealt with the bullying problem. The aim of the program was to inform students about school bullying and help them build socio-emotional skills in relation to self-resilience towards the phenomenon. All conversations through the six-week educational program were recorded, transcribed and analyzed thematically. Results indicate that students reached a deeper understanding of the bullying phenomenon, recognized many characteristics and dimensions of the problem, and gave possible solutions to possible situations. Using the music video as an educational tool helped students gain familiarity with the phenomenon and gave them the opportunity to develop bullying management skills. This educational program, based on two music videos, highlights the need to promote students’ free expression in order to reduce the bullying phenomenon in schools. It also shows that students of secondary education in particular need opportunities within the school environment to express themselves musically and aesthetically, to develop strong peer bonds and good social skills. Moreover, they need to be given a safe space with the presence of their teachers to explore, discuss and improve their self-resilience skills so as to develop a critical stance towards the phenomenon.
- Published
- 2023
8. Roles, responsibilities and professional identity of assistant principals in secondary Greek schools
- Author
-
Lazaridou, Angeliki and Gorila, Ekaterini
- Subjects
δευτεροβάθμια εκπαίδευση ,σχολική ηγεσία ,σχολική υποδιεύθυνση ,επαγγελματική ταυτότητα - Abstract
Στo άρθρο αυτό παρουσιάζονται τα αποτελέσματα ποιοτικής έρευνας σχετικά με τη συμβολή του ρόλου του Υποδιευθυντή στη διοίκηση της σχολικής μονάδας στο σύγχρονο Ελληνικό Γυμνάσιο και Γενικό Λύκειο, υπό το πρίσμα των αρμοδιοτήτων που του αποδίδονται από τον νόμο και των επιπλέον που τελικά αναλαμβάνει. Η έρευνα έδωσε τη δυνατότητα να ακουστεί η φωνή της υποδιεύθυνσης και να αποκαλυφτεί ο πλούτος των εμπειριών και των προκλήσεων των υποδιευθυντών. Τα πολλά και σημαντικά καθήκοντα και οι διευρυμένες αρμοδιότητες στα σχολικά δρώμενα, καθιστούν τον Υποδιευθυντή σημαντικό παράγοντα της αποτελεσματικής διοίκησης μιας σχολικής μονάδας. Ο ρόλος του δεν είναι απλά γραφειοκρατικός και διεκπεραιωτικός, αλλά ηγετικός, όταν με την ανάληψη πρωτοβουλιών, μπορεί να στηρίξει ουσιαστικά την ηγεσία ενός σχολείου. Μέσα από την έρευνα, σκιαγραφείται, επίσης, η επαγγελματική ταυτότητα του Υποδιευθυντή, χωρίς ανάλογο στην ελληνική βιβλιογραφία, αφενός μέσα από τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς του αλλά και του τρόπου µε τον οποίο οι υποδιευθυντές νοηματοδοτούν το ρόλο τους, και αφετέρου μέσα από τους παράγοντες οι οποίοι επηρεάζουν την άσκηση του διοικητικού του έργου. Η έρευνα προχωράει σε ερμηνείες με όρους αυτοπροσδιορισμού σε σχέση με τα παραπάνω στοιχεία και αναδεικνύει τέσσερις όψεις της επαγγελματικής ταυτότητας του Υποδιευθυντή: α) το διοικητικό στέλεχος β) ο παιδαγωγός γ) ο ειδικός στις ανθρώπινες σχέσεις και δ) ο εκκολαπτόμενος ηγέτης. Κατανοώντας τους ιδιαίτερους όρους συγκρότησης της κάθε επαγγελματικής ταυτότητας, διαπιστώνουμε ότι ο Υποδιευθυντής είναι βασικό διοικητικό στέλεχος της εκπαίδευσης, με ιδιαίτερες δεξιότητες και επιτελικά χαρακτηριστικά κι επομένως η ανάδειξη της σπουδαιότητας του ρόλου του είναι επιβεβλημένη., In this paper, we present the results of qualitative research on the role, duties, responsibilities and professional identity of assistant principals in the Greek secondary educational system. Prior research on assistant principalship have noted that the assistant principal can provide valuable preparation for principals, as they serve important leadership roles in schools by supporting both the principals themselves and the teachers. However, since these prior research papers there have been many important changes in schools and school leadership, including increased attention on how the assistant principal can advance equity for students and educators. Yet, policymakers, practitioners, and researchers have not reached a consensus about what the role of the assistant principal should entail, what policies should guide the development of the role, how to evaluate and support assistant principals, and how to prepare them for success as principals. Through this qualitative research, we sought to enable assistant principals’ voices to be heard and the richness of their experiences to be revealed. Using semi-structured interviews with a sample of 8 secondary school vice-principals, we sought to reveal their professional identity. First, we outlined their personality traits, the factors that seem to affect the exercise of their role, the conflicting issues they encounter in their daily work and their personal aspirations. Then, we extrapolated their professional identity. As a result of the in-depth analysis of their narratives, four aspects of their professional identity were highlighted: a) the manager expert, b) the pedagogical expert, c) the human relations expert, and d) the budding leader. Understanding the special conditions for the formation of each professional identity, we conclude that assistant principals are key players in Greek secondary schools, having special skills and characteristics. The importance of their role, therefore, needs to be acknowledged and be further supported by the state through mandated professional development programs and clear guidelines about their place within the school community.
- Published
- 2023
9. Απόψεις και Στάσεις Εκπαιδευτικών Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης για την Εκπαίδευση Παιδιών με Αναπηρία με τη Χρήση της Τεχνολογίας
- Subjects
Eκπαίδευση χωρίς αποκλεισμούς ,παιδιά με αναπηρίες ,δευτεροβάθμια εκπαίδευση ,απόψεις εκπαιδευτικών ,εκπαιδευτική τεχνολογία - Abstract
Στην παρούσα έρευνα διερευνώνται οι απόψεις και στάσεις των εκπαιδευτικών της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης σχετικά με τη χρήση της τεχνολογίας για την εκπαίδευση παιδιών με αναπηρία. Για να απαντηθούν τα ερευνητικά ερωτήματα, διεξήχθη συγχρονική έρευνα επισκόπησης. Το κύριο ερευνητικό εργαλείο ήταν το δομημένο ερωτηματολόγιο. Συνολικά συμμετείχαν στην έρευνα 157 εκπαιδευτικοί δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης επιλεγμένοι με τυχαία δειγματοληψία από σχολεία της Λευκωσίας. Στην ανάλυση δεδομένων, οι συμμετέχοντες έδειξαν θετική στάση απέναντι στη χρήση τεχνολογίας για την εκπαίδευση παιδιών με αναπηρία. Οι συμμετέχοντες ισχυρίστηκαν ότι χρησιμοποιούν την τεχνολογία στην τάξη, για την εκπαίδευση παιδιών με αναπηρία με πολλούς τρόπους, κυρίως με υπολογιστές και ηλεκτρονικά παιχνίδια. Όταν ρωτήθηκαν αν χρησιμοποιούν την τεχνολογία για συγκεκριμένες αναπηρίες, οι απαντήσεις τους έδειχναν χαμηλή ή καθόλου χρήση. Τα κύρια εμπόδια που αντιμετώπισαν στη χρήση τεχνολογίας ήταν η ανεπαρκής εκπαίδευση και η ελλιπής υποδομή. Τέλος, διαπιστώθηκε ότι η συχνότητα χρήσης της τεχνολογίας μπορεί να αυξηθεί, εάν βελτιωθεί η στάση των εκπαιδευτικών απέναντί της., Επιστήμες Αγωγής, Vol. 2023 No. 1 (2023): Issue 1 / 2023
- Published
- 2023
- Full Text
- View/download PDF
10. A tool for measuring attitudes of secondary teachers on Digital Learning Objects
- Author
-
Tserolas, Alexandros, Μικρόπουλος, Αναστάσιος, Κώτσης, Κωνσταντίνος, and Μαυρίδης, Δημήτριος
- Subjects
ΣταΨΜΑ ,Ψηφιακά Μαθησιακά Αντικείμενα ,Secondary Education ,Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση ,Στάσεις εκπαιδευτικών ,Digital Learning Objects ,Τeachers’ attitudes ,AtDLO - Abstract
Οι αυξανόμενες απαιτήσεις στο χώρο της εκπαίδευσης, σε συνδυασμό με την αξιοποίηση των εργαλείων των Τεχνολογιών της Πληροφορίας και των Επικοινωνιών (ΤΠΕ) έχουν επαναπροσδιορίσει την εκπαιδευτική και μαθησιακή διαδικασία με απώτερο σκοπό, τη μεγιστοποίηση των οφελών για τους μαθητές. Η εισαγωγή διαδικτυακού εκπαιδευτικού υλικού στο σχεδιασμό του μαθήματος αυξάνεται συνεχώς. Τα ψηφιακά μαθησιακά αντικείμενα(ΨΜΑ), ως εκπαιδευτικοί πόροι, αποτελούν ένα νέο τρόπο προσέγγισης του σχεδιασμού της εκπαιδευτικής διαδικασίας με την υποστήριξη της ψηφιακής τεχνολογίας. Σημαντικό ρόλο σ΄ αυτό το εγχείρημα καλείται να διαδραματίσει ο εκπαιδευτικός που θα πρέπει να διαχειριστεί και να αξιοποιήσει κατάλληλα τα καινούργια δεδομένα με την προσθήκη ΨΜΑ στη μαθησιακή διαδικασία. Σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν η ανάπτυξη ενός εργαλείου – ερωτηματολογίου για τη διερεύνηση των στάσεων των εκπαιδευτικών δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης απέναντι στα Ψηφιακά Μαθησιακά Αντικείμενα, με παράδειγμα τα ΨΜΑ του Εθνικού αποθετηρίου «Φωτόδεντρο». Μέσα από αυτή τη διαδικασία αναλύθηκαν οι παράγοντες εκείνοι, που ουσιαστικά διαμόρφωσαν τις στάσεις των εκπαιδευτικών απέναντι στα ΨΜΑ. Για τη συγκέντρωση των ποσοτικών δεδομένων δημιουργήθηκε ένα εργαλείο – ερωτηματολόγιο, βάσει βιβλιογραφικής ανασκόπησης, το οποίο διανεμήθηκε ηλεκτρονικά στους εκπαιδευτικούς συγκεκριμένων ειδικοτήτων(Μαθηματικούς, Φυσικών Επιστημών, Μηχανικούς και Πληροφορικούς). Ακολούθησε η μελέτη αξιοπιστίας και εγκυρότητας του εργαλείου. Η ανάλυση των αποτελεσμάτων επιβεβαίωσε τα όσα αναφέρει η βιβλιογραφία για τις στάσεις των εκπαιδευτικών απέναντι στα ΨΜΑ και συγκεκριμένα η ύπαρξη τεχνολογικού εξοπλισμού(για ορισμένες ειδικότητες). Η προϋπηρεσία και η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών επηρέασαν το βαθμό αξιοποίησης των ΨΜΑ στην τάξη. Επιβεβαιώθηκε η ευελιξία, η διαδραστικότητα, το κίνητρο, η προσβασιμότητα για τα ΨΜΑ, το ενδιαφέρον των μαθητών, η αλληλεπίδραση και η δημιουργία ευχάριστου περιβάλλοντος. Επίσης, επισημάνθηκε ότι υπάρχουν διαφορετικά επίπεδα δυσκολίας στα ΨΜΑ για να είναι προσιτά σε όλους τους μαθητές, ότι δημιουργούνται προϋποθέσεις για διερευνητική και συνεργατική μάθηση. Τέλος, σημειώθηκε ότι δεν υπάρχει μεγάλος αριθμός ΨΜΑ στο Φωτόδεντρο για κάποιες ειδικότητες με βάση το αντικείμενο που διδάσκουν. Το εργαλείο που αναπτύχθηκε και ονομάστηκε (ΣταΨΜΑ) (από το Στάσεις ΨΜΑ) αναδείχθηκε ως έγκυρο και αξιόπιστο για την εκτίμηση των στάσεων των εκπαιδευτικών δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης ως προς τα ΨΜΑ. The growing demands in the field of education, combined with the utilization of Information and Communication Technologies (ICT) tools, have redefined the educational process το max-imize learning benefits for students. The introduction of online learning materials into course design is constantly increasing. Digital Learning Objects (DLOs) , as educational resources, are a relevant new way of approaching the design of educational process. The purpose of this work was to design and develop a tool for the of the attitudes of secondary school teachers towards the Digital Learning Objects, taking as an example DLOs from of the National repository "Photodentro". Through this process, the factors that shaped the teachers' attitudes towards the DLOs were analysed. For the collection of the quantitative data, a tool - questionnaire was developed, based on the literature. It which was distributed electronically to the teachers of specific disciplines (Mathe-matics, Natural Sciences, Engineers and Informatics). The reliability and validity of the tool followed. The analysis of the results confirmed what was reported in literature concerning the attitudes of the teachers towards DLOs and specifically the existence of technological equipment (not for all specialties). Both experience training of the teachers affected the degree of utilization of DLOs in the classroom. Flexibility, interactivity, motivation, accessibility of DLOs, student inter-est, interaction and the creation of a pleasant environment were confirmed. It was also pointed out that there are different levels of difficulty in DLOs to be accessible to all students, that con-ditions are created for exploratory and cooperative learning. Finally, it was noted that there is not a large number of DLO in Photodentro for some specialties based on the subject they teach. The tool developed and called (AtDLO) (from Attitudes DLOs) brought out as valid and reliable for the estimation of secondary teachers’ attitudes toward DLOs. 100 σ.
- Published
- 2023
11. Συμμετοχή συστημάτων σκίασης στην οπτική άνεση των εκπαιδευτικών σχολείων στην Κύπρο
- Author
-
Kozakos, Diogenis, Michael, Aimilios, Michopoulos, Apostolos, Πανεπιστήμιο Κύπρου, Πολυτεχνική Σχολή, Τμήμα Αρχιτεκτονικής, University of Cyprus, Faculty of Engineering, Department of Architecture, and Michael, Aimilios [0000-0001-8604-1054]
- Subjects
ΑΙΘΟΥΣΕΣ ,ΟΠΤΙΚΗ ΑΝΕΣΗ ,ΣΚΙΑΣΤΡΑ ,CYPRUS SECONDARY SCHOOLS ,ILLUMINANCE ,ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ,SHADING ,BIOCLIMATIC ARCHITECTURE ,GLARE - Abstract
Existing building stock in Cyprus and other European countries was found by many researchers to consume great amount of energy for heating and cooling but also the use of artificial lighting burdens energy consumption. Many findings associated the above with lack of bioclimatic architecture, proper design solutions, insulation, and insufficient shading systems causing overheating and glazing. This master’s thesis trade with thermal and visual comfort of secondary school premises in Cyprus. It mainly aims to investigate the natural lighting performance in school classrooms and propose solutions to improve visual comfort of occupants with the use of external shading devices such as vertical louvers with or without inclination, horizontal louvers, light shelfs and black out external curtains in south and east facing classrooms. Site measurements were taken on different days and hours of the year, then analysed and with the outcomes different strategies were implemented with the use of Design Builder software in order to find the optimal solutions for each orientation which would minimize glare issues and excessive illuminance levels in classrooms.
- Published
- 2023
12. Knowledge, attitudes and awareness of pupils and teachers from Secondary Education schools in the city of Ioannina for waste management
- Author
-
Psaltis, Stylianos
- Subjects
Διαχείριση απορριμμάτων ,Εκπαιδευτικοί ,Waste management knowledge ,Secondary Education ,Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση ,Teachers - Published
- 2023
- Full Text
- View/download PDF
13. Διερεύνηση της σχέσης εκπαίδευσης και οικονομικής ανάπτυξης : οι αντιλήψεις των εκπαιδευτικών
- Author
-
Χλέτσος, Θεολόγος - Μιχαήλ, Σχολή Οικονομικών, Επιχειρηματικών και Διεθνών Σπουδών. Τμήμα Οικονομικής Επιστήμης, and Οικονομική της Εκπαίδευσης και Διαχείριση Εκπαιδευτικών Μονάδων
- Subjects
Εκπαιδευτικοί ,Πρωτοβάθμια εκπαίδευση ,Οικονομική ανάπτυξη ,Εκπαίδευση ,Δευτεροβάθμια εκπαίδευση ,Ανθρώπινο κεφάλαιο ,Αντιλήψεις - Abstract
Η παρούσα εργασία ερευνά τις αντιλήψεις των εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης της Ελλάδας όσον αφορά τη σχέση που υπάρχει ανάμεσα στην εκπαίδευση και στην οικονομική ανάπτυξη, καθώς και τους παράγοντες που διαμορφώνουν τις αντιλήψεις των εκπαιδευτικών. Πραγματοποιείται βιβλιογραφική ανασκόπηση του θέματος και ποσοτική έρευνα με ερωτηματολόγιο μέσω του google forms. Γίνεται ανάλυση των αποτελεσμάτων και διαπιστώνονται οι συσχετίσεις με βάση τον συντελεστή Kendal. Μετά την ανάλυση των αποτελεσμάτων και σύμφωνα με τις αντιλήψεις των εκπαιδευτικών διαπιστώνεται πως η εκπαίδευση έχει σημαντική συμβολή στην ατομική και στην κοινωνική ευημερία και αποτελεί βασικό παράγοντα για την κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη μιας κοινωνίας, καθώς διαμορφώνει υπεύθυνους, σκεπτόμενους και ανεξάρτητους πολίτες. Επίσης, οι γνώσεις και οι δεξιότητες που αποκτούν οι πολίτες μέσω της εκπαίδευσης αποτελούν βασικούς πυλώνες της οικονομικής ανάπτυξης και συντελούν στην απασχόληση και στην οριοθέτηση αμοιβών. Σημαντικοί παράγοντες της διαμόρφωσης των αντιλήψεων των εκπαιδευτικών είναι η ενασχόληση τους με θέματα κοινωνικού, εκπαιδευτικού και οικονομικού περιεχομένου, η συμμετοχή τους σε εκπαιδευτικές δράσεις και η θετική τους στάση για την συμβολή της τεχνολογίας στην εκπαιδευτική και την παραγωγική διαδικασία., This paper investigates the views of Greek Primary and Secondary teachers, regarding the relationship between education and economic development, as well as the factors that shape teacher’s perceptions. A bibliographic review of the subject and quantitative research with a questionnaire through google forms are carried out. An analysis of the results is carried out and correlations are ascertained based on the Kendal coefficient. After analyzing the results and according to the perceptions of the teachers, it is found that education has a significant contribution to individual and social well-being and it is a key factor for the social and economic development of a society, as it forms responsible, thoughtful, and independent citizens. Also, the knowledge and skills that citizens acquire through education are key pillars of economic development and contribute to employment and wage setting. Important factors that shape the teacher’s perceptions are their engagement with social, educational, and economic issues, their participation in educational activities and their positive attitude towards the contribution of technology in the educational and productive process.
- Published
- 2023
- Full Text
- View/download PDF
14. [Untitled]
- Subjects
Greece ,Environmental Education ,Ελλάδα ,Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση ,Περιβαλλοντική Εκπαίδευση - Published
- 2023
- Full Text
- View/download PDF
15. Οι δεξιότητες, τα κίνητρα και οι ευκαιρίες για την εκπαίδευση στην κλιματική αλλαγή. Πόσο έτοιμο είναι το προσωπικό στην Ελλάδα
- Author
-
Τρίγκας, Μάριος and Απροσδιόριστο/Unspecified
- Subjects
Greece ,Environmental Education ,Ελλάδα ,Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση ,Περιβαλλοντική Εκπαίδευση - Published
- 2023
16. Προγράμματα αγωγής υγείας στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση
- Author
-
Καδιγιαννόπουλος, Γ., Γαλανοπούλου, Ε., and Γαλανόπουλος, Α.
- Abstract
OBJECTIVE To investigate the approved school programs of health education at the secondary education level, using the content analysis method, and to record the specialities of the teachers applying the programs. METHOD The approved school health education programs carried out in the secondary education schools in the First Department of Secondary Education of Athens and in the regional units of Heraklion Crete and Kozani were investigated by content analysis for the school years 2012 to 2017, classified under the criteria of title and relevant ministerial degree. The regions were selected by virtue of their size: They are the largest within their educational districts, comprising 26.7% of the total student population and 37.3% of the total number of secondary education teachers. The study population may therefore be considered representative for the country. Statistical analysis was carried out using the Statistical Package for Social Sciences (SPSS), version 24.0. RESULTS AND CONCLUSIONS The health education programs at the secondary education level focus on matters of health, mental health and socioemotional development. Their subject range displays a satisfactory diversity, but their number has been gradually decreasing. A limited number of the teachers carrying out the health education programs have the requisite qualifications (i.e., teachers of biology, chemistry, physical education and home economics, doctors, nurses, etc.). The majority of the teachers in the health education programs have specialties not directly related to health education. [ABSTRACT FROM AUTHOR]
- Published
- 2018
17. Attitudes and perceptions of teachers about the transformational leadership of women in positions of school management in general lyceums. The case of B’ Athens
- Author
-
Χατζηδήμα, Σταματίνα, Σχολή Οικονομικών, Επιχειρηματικών και Διεθνών Σπουδών. Τμήμα Οικονομικής Επιστήμης, and Οικονομική της Εκπαίδευσης και Διαχείριση Εκπαιδευτικών Μονάδων
- Subjects
Σχολική ηγεσία ,Διοίκηση ,Διευθύντρια σχολικής μονάδας ,Δευτεροβάθμια εκπαίδευση ,Ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα ,Ηγεσία ,Μετασχηματιστική ηγεσία - Abstract
Έρευνες τριάντα ετών αλλά και πιο πρόσφατες μελέτες (Bellibas et al. 2021, Ismail et al. 2021, Mirsultan, και Marimuthu 2021, Paschal και Mikulu 2021) συνδέουν τη Μετασχηματιστική Ηγεσία με την εργασιακή ικανοποίηση και τη σχολική αποτελεσματικότητα. Οι Avolio και Bass (1991) μας επιβεβαίωσαν ότι μέσω του μετασχηματιστικού στιλ ηγεσίας, οι οργανισμοί ακμάζουν. Οι γυναίκες υιοθετούν το μοντέλο της μετασχηματιστικής ηγεσίας, το οποίο αποτελεί συμμετοχική μορφή ηγεσίας (Bass 1999). Οι διευθύντριες αναζητούν λύσεις ενθαρρύνοντας τη συμμετοχή, ενημερώνουν τους συνεργάτες τους, ενεργοποιούν εσωτερικούς παράγοντες υποκίνησης, παρακινώντας παράλληλα το προσωπικό να μοιραστεί ένα όραμα για τη σχολική μονάδα (Coleman, 2003) Η παρούσα διπλωματική εργασία διερευνά τις απόψεις και τις αντιλήψεις των εκπαιδευτικών και των διευθυντριών, σχετικά με το βαθμό εφαρμογής της μετασχηματιστικής ηγεσίας, τη συσχέτισή του με το βαθμό της αποτελεσματικότητας της διευθύντριας και το βαθμό ικανοποίησης των εκπαιδευτικών, στα Ημερήσια Δημόσια Γενικά Λύκεια της Β’ Αθήνας. Επιπλέον διερευνά προτάσεις των εκπαιδευτικών και των διευθυντριών τους, ώστε να προσεγγίσουμε περισσότερο το σχολείο που μας αξίζει. Η συλλογή δεδομένων πραγματοποιήθηκε στο διάστημα 17/5/2022 έως 17/6/2022 και συμμετείχαν 78 εκπαιδευτικοί, από σχολικές μονάδες με γυναίκα στη διευθυντική θέση. Το εργαλείο συλλογής δεδομένων που χρησιμοποιήθηκε στην έρευνα ήταν το τμήμα του Πολυπαραγοντικού Ερωτηματολογίου Ηγεσίας, Multifactor Leadership Questionnaire MLQ 5x-Short. των Avolio και Bass (2004) το οποίο αφορά μόνο το μέρος εκείνο του ερωτηματολογίου που μετράει το μετασχηματιστικό στιλ ηγεσίας. Τα κύρια ευρήματα της έρευνας έδειξαν ότι η μετασχηματιστική ηγεσία των διευθυντριών έτσι όπως την αντιλαμβάνονται οι εκπαιδευτικοί, εφαρμόζεται σε πολύ ικανοποιητικό βαθμό στα Ημερήσια Δημόσια Γενικά Λύκεια της Β’ Αθήνας με Μ.Ο.=2,78 (55,77%). Σχετικά με τις Διαστάσεις της Μετασχηματιστικής Ηγεσίας οι Μ.Ο. των πέντε παραγόντων-διαστάσεων της Μετασχηματιστικής Ηγεσίας, κυμαίνονται στο διάστημα από [2,58-3,06]. Τον μεγαλύτερο μέσο όρο τον έχει η εξιδανικευμένη Επιρροή – Χαρακτηριστικά, ακολουθούν η Εμψυχωτική Κινητοποίηση, η Διανοητική Διέγερση, η Εξιδανικευμένη Επιρροή – Συμπεριφορά και τελευταία η Εξατομικευμένη Εξέταση. Για τα αποτελέσματα μετά την εφαρμογή της Μετασχηματιστικής Ηγεσίας, η έρευνα έδειξε ότι οι εκπαιδευτικοί της Β’ Αθήνας αντιλαμβάνονται ότι η διευθύντριά τους ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του σχολείου, με μέσο όρο Αποτελεσματικότητας Μ.Ο.= 2,62. Στη συσχέτιση των πέντε Διαστάσεων της Μετασχηματιστικής Ηγεσίας και των τριών Αποτελεσμάτων - Εκβάσεις μετά την εφαρμογή της Μετασχηματιστικής Ηγεσίας η έρευνα έδειξε ότι πιο ισχυρά συσχετίζονται η Διανοητική Διέγερση με την Ικανοποίηση των εκπαιδευτικών Μ.Ο.= 0,873 και η Εξατομικευμένη Εξέταση με την Ικανοποίηση των εκπαιδευτικών με Μ.Ο. = 0,868. Οι συσχετίσεις σύμφωνα με τα καταγεγραμμένα p values είναι παντού στατιστικά σημαντικές. Αναφορικά με τα δημογραφικά χαρακτηριστικά των εκπαιδευτικών όπως το φύλο, τα έτη υπηρεσίας, το επίπεδο σπουδών, φαίνεται ότι δεν επηρεάζουν το αντιλαμβανόμενο από τους εκπαιδευτικούς αποτέλεσμα της Μετασχηματιστικής Ηγεσίας., Thirty years of research as well as recent studies (Bellibas et al. 2021, Ismail et al. 2021, Mirsultan, & Marimuthu 2021, Paschal & Mikulu 2021)) connect the Transformational Leadership with the work satisfaction and school effectiveness. Avolio and Bass (1991) confirmed that, through transformational leadership style, organizations thrive. Women adopt the transformational leadership model, which is a participative form of leadership (Bass 1999). Women principles seek solutions encouraging participation, inform their partners, motivating the staff at the same time, to share a vision for the school unit (Coleman, 2003). The present thesis explores the views and perceptions of teachers and principles about how much the transformational leadership was implemented, its correlation with the degree of effectiveness of teachers in the General Public lyceums in the district of B’ Athens. Moreover, it explores suggestions of teachers and their female principals, so that we can approach the school we deserve. The data collection was carried out between 17/5/2022 until 17/6/2022 with the participation of 78 teachers from school units with a woman principal. The instrument of the data collection used in the research was the Multifactor Leadership Questionnaire MLQ 5x-Short of Avolio and Bass (2004) which concerns the part of the Questionnaire which counts the transformational style of leadership. The main findings of the research showed that the transformational leadership of the female principals, as it was conceived by the teachers, is implemented in very satisfying degree in the public general lyceums in the district of B’ Athens with mean M=2,78 (55,77%). About the dimensions of the Transformational Leadership the means of the five factors- dimensions of the Transformational Leadership, fluctuate between 2,58 and 3,06. The Idealized Influence- Attributed has the highest mean and Inspirational Motivation, Intellectual Stimulation, Idealized Influence Behaviour and Individualized Consideration follow. On the results of implementing Transformational Leadership, the research showed that the teachers of the district of B’ Athens realize that their female principal responds to school requirements, with Mean Effectiveness M= 2,62. Concerning the correlation of the five dimensions of the Transformational Leadership and the three Leadership outcomes after the implementation of the Transformational Leadership, research showed that a very strong correlation was found between the Intellectual Stimulation with the Satisfaction of the teachers M=0,873 as well as between the Individualized Consideration and the Satisfaction of teachers with M=0,868. The correlation according to the recorded p values is statistically important. The demographic attributes of teachers such as the gender, the years of service, the level of studies do not affect the outcome of the Transformational Leadership as it is perceived by the teachers.
- Published
- 2022
- Full Text
- View/download PDF
18. Άσκηση εσωτερικής εκπαιδευτικής πολιτικής και ανάληψη του διευθυντικού ρόλου στην σύγχρονη εποχή από γυναίκες στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση
- Author
-
Κοκορέ, Ιωάννα, Γιαννέλης, Δημήτριος, Σχολή Οικονομικών, Επιχειρηματικών και Διεθνών Σπουδών. Τμήμα Οικονομικής Επιστήμης, and Οικονομικά της Εκπαίδευσης
- Subjects
Επαγγελματική ανάπτυξη ,Εκπαιδευτική διοίκηση ,Γυναίκες διευθύντριες ,Δευτεροβάθμια εκπαίδευση ,Φύλο ,Ηγεσία ,Εσωτερική εκπαιδευτική πολιτική - Abstract
Τις τελευταίες δεκαετίες στο διεθνή χώρο, το ζήτημα της εκπαιδευτικής διοίκησης και ηγεσίας βρίσκεται στο επίκεντρο πολλών σύγχρονων εκπαιδευτικών συστημάτων, καθώς θεωρείται ότι σχετίζεται άμεσα με τη λειτουργία και την αποδοτικότητα των εκπαιδευτικών οργανισμών. Στην παρούσα εργασία ζητούμενο είναι η διερεύνηση της άσκησης εσωτερικής εκπαιδευτικής πολιτικής στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση, καθώς και η ανάληψη του διευθυντικού ρόλου από τις γυναίκες και κατ’ επέκταση το αποτύπωμα που αφήνουν στην καθημερινότητα, του σχολικού οργανισμού. Η εκπαιδευτική μονάδα μέσα στα πλαίσια της σχετικής αυτονομίας είναι δυνατόν να εκφράσει δυναμικά την κριτική της για την εκπαιδευτική πολιτική που διαμορφώνεται κεντρικά, αλλά και να οργανώσει τη δική της «εσωτερική» εκπαιδευτική πολιτική. Οι ευκαιρίες σταδιοδρομίας θα πρέπει να προσφέρονται με αντικειμενικά κριτήρια σε όσους έχουν τη δυνατότητα να ανταποκριθούν στις αυξημένες απαιτήσεις της σύγχρονης εκπαίδευσης, ενώ παράλληλα θα δίνεται δυνατότητα προσαρμογής σε ένα μεταβαλλόμενο εκπαιδευτικό περιβάλλον σε όλους τους εκπαιδευτικούς, ανεξάρτητα από το φύλο τους. Σκοπός μας είναι να παραθέσουμε την αναγκαιότητα ύπαρξης των γυναικών ως διευθύντριες, να αναλύσουμε το στυλ ή τα στυλ ηγεσίας που χρησιμοποιούν για την εφαρμογή της εσωτερικής εκπαιδευτικής πολιτικής, καθώς και τις δυσκολίες που μπορεί να αντιμετωπίζουν στην εφαρμογή αυτής. Επιπρόσθετα θα γίνει προσπάθεια, για την διερεύνηση και καταγραφή των παραγόντων, κυρίως υποστηρικτικών, που επηρέασαν την πορεία των διευθυντριών προς την ανάληψη της θέσης που κατέχουν με σκοπό την προώθηση της οπτικής του φύλλου και της ισότητας. Για τους παραπάνω λόγους, η έρευνα που θα εκπονηθεί θα αφορά την ποιοτική προσέγγιση με εργαλείο την ημιδομημένη συνέντευξη, προσπαθώντας να δώσει απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα. Στην προσπάθεια εγκυρότητας και αξιοπιστίας των αποτελεσμάτων της έρευνας, οι συνεντεύξεις που θα εκπονηθούν θα αφορούν και γυναίκες διευθύντριες αλλά και άντρες διευθυντές που ασκούν ή έχουν ασκήσει στο παρελθόν τον διευθυντικό ρόλο στην Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Τέλος, όπως αποδεικνύεται και από την έρευνά μας παρακάτω, οι διευθυντές και διευθύντριες, έρχονται αντιμέτωποι με πληθώρα ζητημάτων που καλούνται να αντιμετωπίσουν σε καθημερινή βάση στην διοίκηση της σχολικής μονάδας και στην διαδικασία λήψης των αποφάσεων. Επίσης παρατηρείται τα τελευταία χρόνια μία άμβλυνση της υποεκπροσώπισης των γυναικών σε διευθυντικές θέσεις και των έμφυλων διακρίσεων σε αυτές. Στην ευρύτερη εικόνα πάντως, γίνεται αντιληπτό πως ναι μεν οι στερεοτυπικές αντιλήψεις τείνουν να μειώνονται αλλά αυτό δεν σημαίνει πως παύουν και να υφίσταται., In recent decades in the international arena, the issue of educational administration and leadership has been at the center of many modern educational systems, as it is considered to be directly related to the operation and efficiency of educational organizations. In the present work, the aim is to investigate the exercise of internal educational policy in secondary education, as well as the assumption of the managerial role by women and consequently the imprint they leave in the daily life of the school organization. The educational unit within the framework of the relevant autonomy can dynamically express its criticism of the educational policy that is formed centrally, but also to organize its own "internal" educational policy. Career opportunities should be offered with objective criteria to those who have the opportunity to meet the increased demands of modern education, while at the same time it will be possible to adapt to a changing educational environment to all teachers, regardless of gender Our purpose is to list the need for women as principals, to analyze the leadership style or styles they use to implement educational policy, as well as the difficulties they may face in implementing it. In addition, an effort will be made to investigate and record the factors, mainly supportive, that influenced the progress of the directors towards taking the position they hold in order to promote the vision of gender and equality. For the above reasons, the research that will be carried out will concern the qualitative approach with the tool of the semi-structured interview, trying to give answers to the above questions. In the effort to validate and validate the results of the research, the interviews that will be conducted will concern both female principals and male principals who hold or have previously held the managerial role in Secondary Education. Finally, as evidenced by our research below, principals are faced with a variety of issues that they are called upon to address on a daily basis in the administration of the school unit and in the decision-making process. In recent years, there has also been a decline in the under-representation of women in managerial positions and gender discrimination in them. In the bigger picture, however, it is understood that yes, stereotypes tend to decrease, but this does not mean that they cease and exist.
- Published
- 2022
19. Διοίκηση ολικής ποιότητας στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση
- Author
-
Κανάς, Άγγελος, Σχολή Οικονομικών, Επιχειρηματικών και Διεθνών Σπουδών. Τμήμα Οικονομικής Επιστήμης, and Οικονομική της Εκπαίδευσης και Διαχείριση Εκπαιδευτικών Μονάδων
- Subjects
Μοντέλο αριστείας EFQM ,Διοίκηση ολικής ποιότητας ,Total quality management ,Δευτεροβάθμια εκπαίδευση - Abstract
Η ανάγκη παροχής ποιοτικής εκπαίδευσης από τους εκπαιδευτικούς οργανισμούς όλων των βαθμίδων του εκπαιδευτικού συστήματος είναι διαχρονικά αντικείμενο πολλών συζητήσεων και ερευνών σε εθνικό και διεθνές επίπεδο. Η απόδοση της επένδυσης σε ποιοτική εκπαίδευση είναι προς όφελος όχι μόνο των εκπαιδευόμενων αλλά και ολόκληρης της κοινωνίας . Το υψηλό μορφωτικό επίπεδο των νέων συμβάλει στην οικονομική αναβάθμιση της χώρας στην εύρυθμη λειτουργία των θεσμών στην ευημερία του συνόλου της κοινωνίας. Στη διαμόρφωση των χαρακτηριστικών που θα καθορίσουν την ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης καθοριστικό ρόλο παίζει η κατάλληλη διοίκηση και οργάνωση των εκπαιδευτικών οργανισμών. Η Διοίκηση Ολικής Ποιότητας αποτελεί μια διαφορετική φιλοσοφία και μεθοδολογία διοίκησης επιχειρήσεων και οργανισμών, με στόχο τη διαρκή βελτίωση των παρεχόμενων προϊόντων και υπηρεσιών με τη συμμετοχή όλου του ανθρώπινου δυναμικού και την ικανοποίηση του τελικού αποδέκτη των προϊόντων και υπηρεσιών. Σκοπός αυτής της διπλωματικής εργασίας είναι η διερεύνηση της εφαρμογής της διοίκησης ολικής ποιότητας στη λειτουργία των εκπαιδευτικών μονάδων δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και ιδιαίτερα των παραγόντων που αφορούν στην ηγεσία, στο ανθρώπινο δυναμικό, την πολιτική και στρατηγική και τις διαδικασίες που ακολουθούνται. Για το λόγο αυτό πραγματοποιήθηκε ποσοτική έρευνα, βασιζόμενη στα κριτήρια που ορίζει το μοντέλο αξιολόγησης ποιότητας και επιχειρηματικής αριστείας EFQM (European Foundation for Quality Management) . Το δείγμα της έρευνας αποτέλεσαν εκπαιδευτικοί που υπηρετούν σε σχολικές μονάδες δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, από τους οποίους ζητήθηκε να αποτυπώσουν τις απόψεις τους για τα χαρακτηριστικά της λειτουργίας του σχολείου που καθορίζουν τους τέσσερεις υπό εξέταση παράγοντες . Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι το μεγαλύτερο ποσοστό των εκπαιδευτικών (65%) χαρακτηρίζει την ποιότητα των εκπαιδευτικών υπηρεσιών που προσφέρει η μονάδα τους το πολύ μετρίου επιπέδου και ακολούθως ένα ποσοστό 35% χαρακτηρίζει την ποιότητα υψηλού και πολύ υψηλού επιπέδου. Από την έρευνα αναδείχθηκε η σημασία του επιπέδου της ηγεσίας, των ανθρώπινων πόρων και των διαδικασιών διοίκησης στη διαμόρφωση της ποιότητας των υπηρεσιών εκπαίδευσης., The need for quality education by educational organizations at all levels of the education system has been the subject of much discussion and research at national and international level. The return on investment in quality education is for the benefit of the trainees and the whole society. The high educational level of the youth contributes to the country's economic upgrading and the prosperity of society as a whole. An important parameter in shaping the characteristics that will determine the quality of the education provided in the educational process is the proper administration of the educational organizations. Total Quality Management is a different management philosophy and methodology aimed at the continuous improvement of the provided product with the participation of all human resources and the satisfaction of the final recipient. The purpose of this dissertation is to investigate the application of total quality management in the operation of secondary education units and in particular the factors related to leadership, human resources, policy and strategy, and the processes followed. For this reason, a quantitative survey was conducted based on the criteria of the European Foundation for Quality Management (EFQM) model of quality and business excellence evaluation. The sample of the research consisted of 63 secondary school teachers who were asked to express their opinion on the characteristics of school operation that determine the four factors under consideration. The research results showed that the largest percentage of teachers, 65%, assess the quality of educational services offered by their unit as moderate and a percentage of 35% characterizes the quality as high and very high level. The research highlighted the importance of leadership, human resources and management processes in determining the quality of education services provided.
- Published
- 2022
- Full Text
- View/download PDF
20. Αποδοτικότητα & αποτελεσματικότητα των επιχειρήσεων / οργανισμών: η περίπτωση των μονάδων ιδιωτικής δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης
- Author
-
Χυτήρης, Λεωνίδας and Σχολή Οικονομικών, Επιχειρηματικών και Διεθνών Σπουδών. Τμήμα Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων
- Subjects
Αποτελεσματικότητα ,Δευτεροβάθμια εκπαίδευση ,Αποδοτικότητα ,Ιδιωτική εκπαίδευση - Abstract
Είναι γεγονός ότι η εκπαίδευση διαδραματίζει κυρίαρχο ρόλο σε προσωπικό, κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο. Η παρεχόμενη εκπαίδευση μίας χώρας στηρίζεται εν πολλοίς στην οργάνωση και τη διοίκηση των εκπαιδευτικών μονάδων (educational management), οι οποίες στην προσπάθειά τους να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της σύγχρονης κοινωνίας, καλούνται να παρακολουθούν και να μετρούν περιοδικά την αποδοτικότητα, την αποτελεσματικότητα, την παραγωγικότητά τους καθώς και άλλους συναφείς δείκτες απόδοσης. Κατά κανόνα, η «δια βίου» εκπαίδευση των διευθυντών, ως επικεφαλής, και των εκπαιδευτικών συνεπάγεται τη διαρκή βελτίωση των οργανισμών/ επιχειρήσεων, δηλαδή των ιδιωτικών εκπαιδευτικών μονάδων εν συνόλω. Με βάση αυτό, αντικείμενο της παρούσας διδακτορικής διατριβής είναι η διερεύνηση των παραγόντων που προσδιορίζουν την αποδοτικότητα και την αποτελεσματικότητα των επιχειρήσεων/ οργανισμών στον τομέα της εκπαίδευσης. Πιο συγκεκριμένα, επειδή ένας εκ των κυρίων στόχων της εκπαίδευσης είναι να συμβάλλει στην ολόπλευρη, αρμονική κι ισόρροπη ανάπτυξη των διανοητικών και ψυχοσωματικών λειτουργιών των εκπαιδευόμενων, κρίνονται ως απαραίτητα προαπαιτούμενα η ορθή διοίκηση κι ο συντονισμός των πόρων (ανθρώπινων, υλικών, τεχνικών) και των λειτουργιών που υποστηρίζουν την εκπαιδευτική διαδικασία με αποτελεσματικό τρόπο. Πιο αναλυτικά, στο πρώτο κεφάλαιο γίνεται μία σύντομη ανασκόπηση της ιστορίας της νεοελληνικής εκπαίδευσης, παρουσιάζονται ο τρόπος ίδρυσης και η λειτουργία, η διάρθρωση, η οργάνωση κι η διοίκηση των μονάδων δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (Γενικά Λύκεια), δίνοντας έμφαση σε αυτές του ιδιωτικού τομέα, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, καθώς και τελευταία στατιστικά στοιχεία και δεδομένα γι’ αυτή. Στο δεύτερο κεφάλαιο παρουσιάζεται η συστημική προσέγγιση της λειτουργίας της εκπαιδευτικής μονάδας, αναλύονται τόσο το εξωτερικό όσο και το εσωτερικό περιβάλλον της, σύμφωνα με τις αρχές του στρατηγικού management και στη συνέχεια, προβάλλονται μέσα/μέθοδοι τόσο οργάνωσης όσο και διοίκησής της, σύμφωνα με τις επιταγές της εκπαιδευτικής διοίκησης. Στη συνέχεια, αναλύεται η εκπαίδευση ως υπηρεσία και προβάλλονται τα βασικά χαρακτηριστικά της, οι αρχές κι οι διαστάσεις της ποιότητά της, τα οφέλη και τα εμπόδια από την εφαρμογή ποιότητας, η έννοια της Διοίκησης Ολικής Ποιότητας (Total Quality Management). Τέλος, το κεφάλαιο ολοκληρώνεται με τον αξιοσημείωτο ρόλο του διευθυντή (ηγέτη) στην εκπαιδευτική μονάδα και τον παράγοντα καταλυτικής σημασίας για την ποιοτική λειτουργία της: την κουλούρα. Στο τρίτο κεφάλαιο παρουσιάζονται οι έννοιες, τα είδη, τα μοντέλα και οι τρόποι μέτρησης της αποδοτικότητας (efficiency), της αποτελεσματικότητας (effectiveness) και της παραγωγικότητας (productivity). Στη συνέχεια, προβάλλεται η σχέση μεταξύ αυτών των τριών εννοιών στο πλαίσιο μίας εκπαιδευτικής μονάδας. Τέλος, αναφέρονται η έννοια, τα εργαλεία και οι δείκτες της οργανωσιακής απόδοσης. Στο τέταρτο κεφάλαιο γίνεται μία σύντομη παρουσίαση της (ποσοτικής) έρευνας στις κοινωνικές επιστήμες και πιο συγκεκριμένα, στο τομέα της εκπαίδευσης, καθώς στη συνέχεια, καταγράφονται τα στοιχεία περί της μεθοδολογίας και του σχεδιασμού της παρούσας έρευνας, δηλαδή ο πληθυσμός, τα ερευνητικά ερωτήματα, το όργανο μέτρησης κι οι έλεγχοι αξιοπιστίας και εγκυρότητάς του, τα θέματα έρευνας κι οι θεματικές ενότητές της, η μέθοδος συλλογής των δεδομένων, το ποσοστό απόκρισης και η μέθοδος ανάλυσης των δεδομένων. Στο πέμπτο κεφάλαιο παρουσιάζονται η ανάλυση των δημογραφικών χαρακτηριστικών των συμμετεχόντων (διευθυντών), του Λυκείου που υπηρετούν, του μαθητικού κοινού και του διδακτικού και διοικητικού προσωπικού κατά τη διάρκεια της εξεταζόμενης σχολικής χρονιάς. Στη συνέχεια, ακολουθούν κατανομές συχνοτήτων των εξεταζόμενων μεταβλητών ανά θεματική ενότητα: οργάνωση και διοίκηση, τυπική αξιολόγηση διδακτικού προσωπικού, σχολικό κλίμα, ένταξη και καθοδήγηση, διαφορετικότητα, επαγγελματική ικανοποίηση. Έπειτα, προβάλλονται οι απαντήσεις των συμμετεχόντων σχετικά με την αποτελεσματικότητα του σχολείου και την επιρροή από την πανδημία του COVID-19. Τέλος, γίνονται συσχετίσεις μεταξύ των ερωτημάτων προκειμένου να απαντηθούν τα ερευνητικά ερωτήματα και προβάλλεται Πίνακας με την ανάλυση των δεικτών – μ.ο. εκπαιδευτικών μονάδων βάσει των στατιστικών δεδομένων. Έτσι, στο τέλος παρουσιάζονται τα συμπεράσματα και η ερμηνεία των αποτελεσμάτων, οι περιορισμοί και οι προτάσεις για περαιτέρω έρευνα. Τα βασικά συμπεράσματα της διδακτορικής διατριβής στηρίζονται από μεθοδολογική άποψη στη διερεύνηση της υφιστάμενης κατάστασης, στην επισκόπηση της σχετικής βιβλιογραφίας και στα αποτελέσματα της πρωτογενούς έρευνας που στοχεύουν στην καταγραφή των παραγόντων που επηρεάζουν την αποτελεσματικότητα και την αποδοτικότητα των μονάδων ιδιωτικής δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και πιο συγκεκριμένα, των Γενικών Λυκείων της Ελλάδας., It is a fact that education has a dominant role in personal, social and economic level. Εducation provided in a Country is mainly based on schools’ management. So, schools should periodically monitor and measure their efficiency, effectiveness, productivity and other relevant key performance indicators, during their effort to meet the requirements of the contemporary society. As a rule, both teachers and principals’ "life – long" education implies the continuous improvement of organizations/ companies, i.e. private educational units as a whole. Based on this, the aim of this doctoral dissertation is to investigate the factors that determine organizations/ companies’ efficiency and effectiveness in the field of education. More specifically, because one of the main purposes of education is to contribute to the comprehensive, harmonious and balanced development of the mental and psychosomatic functions of each student, the proper management and both the coordination of resources (human, material, technical) and the functions that support the educational process in an effective way are considered as necessary prerequisites. More specific, the first chapter presents a brief overview of contemporary Greek education’s history, the way of establishment and operation, the structure and the administration of secondary education units (here, General High Schools), emphasizing those of private sector, according to law, as well as the latest statistics and data. The second chapter concerns the systematic approach of a school’s operation, analyzes both its external and internal environment according to the principles of strategic management and then, presents the tools/ methods of both its administration according to the requirements of educational management. Then, education, as a service, is analyzed and also, the basic characteristics, both the principles and the dimensions of its quality, both the benefits and the obstacles from the implementation of quality, the concept of Total Quality Management are presented. Finally, the chapter concludes with the remarkable role of a school’s principal (leader) and the factor of catalytic importance for its quality operation: the culture. The third chapter presents the definitions, the types, the models and the ways of measuring efficiency, effectiveness and productivity. Next, the relationship between these three senses in a private school is presented. Finally, the concept, the tools and the organizational performance’s indicators are mentioned. In the fourth chapter, there is a brief presentation of the (quantitative) research in social sciences and more specifically, in the field of education. Moreover, both the methodology and the design of this research are recorded, i.e. the population, the research questions, the measuring instrument and its reliability and validity tests, the research topics and its modules, the data collection method, the response rate and the data analysis method. The fifth chapter presents the analysis of the demographic characteristics of the participants (principals), the student public and the teaching and administrative staff during the specific school year. Then, there are frequency distributions of the examined variables per thematic unit: organization and administration, standard evaluation of teaching staff, organizational culture, inclusion and guidance, diversity, job satisfaction. Moreover, participants' responses as far as the school effectiveness is concerned and the impact of the COVID-19 pandemic are displayed. Finally, correlations are made between the questions in order to answer the research questions and a table with the analysis of the indicators based on the statistical data is displayed. Thus, at the end, both the conclusions and the interpretation of the results, the limitations and the suggestions for further research are presented. The main conclusions of this doctoral dissertation are methodologically based on the investigation of the current situation, the review of the relevant literature and the results of the primary research aimed at recording the factors that affect both the effectiveness and the efficiency of private secondary schools, i.e. Greek High Schools.
- Published
- 2022
- Full Text
- View/download PDF
21. Εμπόδια στην εφαρμογή της εξ Αποστάσεως Εκπαίδευσης την περίοδο της Πανδημίας - Απόψεις εκπαιδευτικών ειδικής και γενικής αγωγής στο Γυμνάσιο
- Subjects
γενική αγωγή ,εκπαιδευτικοί ,εμπόδια ,ειδική αγωγή ,εξΑΕ ,δευτεροβάθμια εκπαίδευση ,Θεσσαλονίκη ,πανδημία ,επείγουσα απομακρυσμένη διδασκαλία - Abstract
Σκοπός της παρούσας έρευνας είναι η διερεύνηση των απόψεων των εκπαιδευτικών δευτεροβάθμιας γενικής και ειδικής εκπαίδευσης ως προς τα εμπόδια τα οποία αντιμετώπισαν κατά την εφαρμογή της εξ Αποστάσεως Εκπαίδευσης την περίοδο της πανδημίας. Η έρευνα διεξήχθη μέσω της ποσοτικής μεθόδου με ερωτηματολόγιο σε ένα δείγμα 106 εκπαιδευτικών στη Θεσσαλονίκη. Από την έρευνα βρέθηκε πως οι εκπαιδευτικοί είχαν σημαντικά προβλήματα όσον αφορά στη μετάβαση από τη δια ζώσης στην online διδασκαλία, στη χρήση των τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνίας, στον χρόνο που απαιτείται για την προετοιμασία του υλικού και τη διδασκαλία. Επίσης, οι εκπαιδευτικοί δεν είχαν τον απαιτούμενο χρόνο να προετοιμαστούν κατάλληλα, σε συνδυασμό με τις ελλιπείς υποδομές σε επίπεδο τεχνολογίας, ενώ παράλληλα δεν είχαν βοήθεια από τον αρμόδιο φορέα, σε αντίθεση με το οικογενειακό περιβάλλον που τους στήριξε σημαντικά. Επιπρόσθετα προβλήματα που κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν οι εκπαιδευτικοί σχετίζονται με τη συναισθηματική και τεχνολογική υποστήριξη των μαθητών και των γονέων. Όλα τα παραπάνω είχαν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία στρες στους εκπαιδευτικούς. Ένα ακόμα συμπέρασμα ήταν ότι οι εκπαιδευτικοί είχαν τις απαιτούμενες γνώσεις και δεξιότητες για να εφαρμόσουν την εξ Αποστάσεως Εκπαίδευση, ενώ παράλληλα δεν διαπιστώθηκαν προβλήματα συνεννόησης με τη διοίκηση του σχολείου και οδηγιών από τη διεύθυνση σχολείου. Ένα τελευταίο συμπέρασμα ήταν πως υπάρχουν μόνο ελάχιστες διαφορές μεταξύ των απόψεων που εξέφρασαν οι εκπαιδευτικοί γενικής και ειδικής αγωγής.
- Published
- 2022
22. Κύπριοι Εκπαιδευτικοί και Πολυπολιτισμικές Τάξεις: Αποτελέσματα από τη Διεθνή Έρευνα TALIS 2018
- Subjects
TALIS 2018 ,Πολυπολιτισμικές τάξεις ,δευτεροβάθμια εκπαίδευση ,πολυπολιτισμικότητα ,διαφορετικότητα - Abstract
Η εισήγηση αυτή απαντά σε δύο ερευνητικά ερωτήματα, ως προς τη σύνθεση του μαθητικού πληθυσμού στις τάξεις των σχολείων της κατώτερης δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (Γυμνασιών) στην Κύπρο και ως προς την ετοιμότητα των εκπαιδευτικών να ανταποκριθούν στις προκλήσεις μιας πολυπολιτισμικής τάξης. Αντλεί δεδομένα από τη διεθνή έρευνα TALIS 2018, στην οποία η Κύπρος συμμετείχε με όλα τα δημόσια και ιδιωτικά σχολεία γυμνασιακού κύκλου. Σύμφωνα με την έρευνα, οι σχολικές μονάδες στην Κύπρο καθίστανται ολοένα και πιο πολυπολιτισμικές, ενδεχομένως λόγω της αύξησης της μετανάστευσης και των προσφυγικών ροών. Οι εκπαιδευτικοί εκφράζουν υψηλό επίπεδο ανάγκης για επιμόρφωση στη διδασκαλία σε πολυπολιτισμικές τάξεις και στην επικοινωνία με άτομα από διαφορετικούς πολιτισμούς. Παράλληλα, οι εκπαιδευτικοί που έχουν επιμορφωθεί σε ζητήματα διδασκαλίας σε πολυπολιτισμικές τάξεις κατά την τυπική εκπαίδευση ή κατάρτισή τους ή στην επικοινωνία με άτομα από διαφορετικούς πολιτισμούς επιδεικνύουν μεγαλύτερη αυτεπάρκεια για διδασκαλία σε πολυπολιτισμικές τάξεις., Επιστήμες Αγωγής, Vol. 2022 No. 1 (2022): Issue 1 / 2022
- Published
- 2022
- Full Text
- View/download PDF
23. Εξέλιξη μαθητικού πληθυσμού δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στο Νομό Πρέβεζας κατά την πενταετία 1992-93/1996-97. Προοπτικές
- Subjects
Ιστορία της Πρέβεζας ,Εκπαίδευση ,Δευτεροβάθμια εκπαίδευση - Abstract
Ανάλυση της εξέλιξης του μαθητικόυ πληθυσμού της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στην Πρέβεζα και τον νομό της κατά τα έτη 1992-1997
- Published
- 2022
24. Εφαρμογή της εξ αποστάσεως διδασκαλίας στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση εκτάκτως κατά την περίοδο της πανδημίας. Διερεύνηση των απόψεων των εκπαιδευτικών της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης Β’ Αθήνας για την αξιοποίησή της μετά την πανδημία
- Author
-
Χατζηδήμα, Σταματίνα, Σχολή Οικονομικών, Επιχειρηματικών και Διεθνών Σπουδών. Τμήμα Οικονομικής Επιστήμης, and Οικονομική της Εκπαίδευσης και Διαχείριση Εκπαιδευτικών Μονάδων
- Subjects
Ψηφιακή εκπαίδευση ,Εξ αποστάσεως εκπαίδευση ,Σχολική εξ αποστάσεως διδασκαλία ,η-τάξη ,COVID-19 ,Δευτεροβάθμια εκπαίδευση ,E-me ,Ψηφιακή διδασκαλία έκτακτης ανάγκης ,Υβριδική - μικτή μάθηση - Abstract
Το κλείσιμο των σχολείων και η επακόλουθη εφαρμογή της ψηφιακής εξ αποστάσεως διδασκαλίας ήταν μία από τις κύριες στρατηγικές για τον περιορισμό της πανδημίας Covid-19. Στην ιδέα να επιστρέψουμε, στη δια ζώσης διδασκαλία ευθυγραμμίζονται, με λιγότερο ή περισσότερο ενθουσιασμό, στο σύνολο σχεδόν όλοι οι οργανωσιακοί συντελεστές του Εκπαιδευτικού Συστήματος, πολιτικοί, παιδαγωγοί, εκπαιδευτικοί, διευθυντές σχολικών μονάδων, Γονείς και Κηδεμόνες. Το μανιχαϊστικό δίλημμα της δια ζώσης διδασκαλίας ως καλή και της ψηφιακής διδασκαλίας ενός αναγκαίου κακού μόνο κατά τη διάρκεια της πανδημίας, είναι μια ιδεολογική αναγωγή. Η μεγάλη χρονική διάρκεια της τρέχουσας πανδημίας, μας επιτρέπει να πειραματιστούμε με την ενσωμάτωση και τον εμπλουτισμό της δια ζώσης διδασκαλίας στην τάξη με τα εργαλεία και την εμπειρία από την χρήση της ψηφιακής διδασκαλίας. Η προοδευτική επιστροφή στη «νέα κανονικότητα» θα πρέπει να βασίζεται στη μικτή διδασκαλία και την εγκατάλειψη οριστικά των παρωχημένων πρακτικών της μετωπικής και μεταδοτικής διδασκαλίας. Πιο συγκεκριμένα, η παρούσα εργασία διερευνά τις απόψεις των εκπαιδευτικών και τις προϋποθέσεις υλοποίησης μιας μικτής διδασκαλίας (blended learning) και μετά την πανδημία, όπου οι δύο μορφές μάθησης θα μπορούσαν να εναλλάσσονται με διαχρονικό και κυρίως μη συγχρονισμένο τρόπο σε περιβάλλοντα εικονικής μάθησης όπως E-class και Moodle και όχι μόνο BigBlueButton, Webex, κ.λπ. Η δια ζώσης διδασκαλία, υβριδοποιημένη από την τεχνολογία, μπορεί να χρησιμοποιείται για να αξιοποιήσει στο έπακρο την ενσυναίσθηση και την κοινωνικότητα για να θέσει τα θεωρητικά θεμέλια που θα συνεχιστούν διαδικτυακά σε μια κυρίως ασύγχρονη μορφή εξ αποστάσεως συμπληρωματικής διδασκαλίας. Επιπλέον, η κατανόηση της εμπειρίας που βιώνουν οι εκπαιδευτικοί στα σχολεία της Β’ Αθήνας που αν και επισημαίνουν σημαντικές ομοιότητες μεταξύ της τοπικής και της εθνικής εμπειρίας, αναδεικνύουν τόσο την ανάγκη περαιτέρω έρευνας για την ανάδειξη καλών πρακτικών, όσο και τη σημασία μαθημάτων κατάρτισης και έρευνας με στόχο την ανάπτυξη της επαγγελματικής ταυτότητας των εκπαιδευτικών. Οι εκπαιδευτικοί και τα σχολεία που συμμετείχαν σε καινοτόμα προγράμματα έχουν τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν την ψηφιακή τεχνολογία και να εμπλουτίσουν την μετωπική διδασκαλία με online ψηφιακές εργαστηριακές δραστηριότητες. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι η εξ αποστάσεως μάθηση απαιτεί ένα διαφορετικό σχεδιασμό και προσφέρει πολλές νέες ευκαιρίες., The closure of schools and the subsequent implementation of digital distance learning was one of the main strategies for reducing the Covid-19 pandemic. In the idea of returning, lifelong teaching is aligned, with more or less enthusiasm, in total almost all the organizational factors of the Educational System, politicians, educators, teachers, school principals, Parents and Guardians. The Manichaean dilemma of lifelong teaching as good and the digital teaching of a necessary evil only during the pandemic is an ideological reduction. The long duration of the current pandemic allows us to experiment with the integration and enrichment of lifelong learning in the classroom with the tools and experience of using digital teaching. The progressive return to the "new normality" should be based on mixed teaching and the permanent abandonment of outdated practices of frontal and contagious teaching. More specifically, the present work investigates the views of teachers and the conditions for the implementation of a blended learning after the pandemic, where the two forms of learning could be alternated in a timeless and mainly non-synchronized way in virtual learning environments such as E- class and Moodle and not only BigBlueButton, Webex, etc. Lifelong learning, hybridized by technology, can be used to make the most of empathy and sociability to lay the theoretical foundations to be pursued online in a largely asynchronous form of distance learning. In addition, the understanding of the experience experienced by teachers in the schools of Athens II, which, although pointing out important similarities between the local and national experience, highlights the need for further research to highlight good practices, as well as the importance of training and research courses. with the aim of developing the professional identity of teachers. Teachers and schools involved in innovative programs have the opportunity to use digital technology and enrich frontal instruction with online digital laboratory activities. The results of the research showed that distance learning requires a different design and offers many new opportunities.
- Published
- 2022
25. Sustainable leadership in secondary education. Teachers' opinions about the role of the principal
- Author
-
Ελευθερίου, Κωνσταντίνος, Σχολή Οικονομικών, Επιχειρηματικών και Διεθνών Σπουδών. Τμήμα Οικονομικής Επιστήμης, and Οικονομική της Εκπαίδευσης και Διαχείριση Εκπαιδευτικών Μονάδων
- Subjects
Βιώσιμη ηγεσία ,Βιώσιμη ανάπτυξη ,Δευτεροβάθμια εκπαίδευση - Abstract
Η παρούσα εργασία ασχολείται με τη βιώσιμη ηγεσία στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Αρχικά, στην εργασία γίνεται αναφορά στην έννοια της βιώσιμης ανάπτυξης και στους στόχους της βιώσιμης ανάπτυξης, ενώ ακολουθεί αναφορά στη σχέση μεταξύ βιώσιμης ανάπτυξης και εκπαίδευσης. Στη συνέχεια, η εργασία επικεντρώνεται στην έννοια της ηγεσίας και της βιώσιμης ηγεσίας, όπου γίνεται αναφορά στις επτά αρχές της βιώσιμης ηγεσίας. Στο δεύτερο μέρος της εργασίας πραγματοποιείται μια πρωτογενής ποσοτική έρευνα. Η έρευνα έχει στόχο να εξετάσει πώς αντιλαμβάνονται οι εκπαιδευτικοί της Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης την ανάγκη για βιώσιμη σχολική ηγεσία και ποια στοιχεία αντιλαμβάνονται οι ίδιοι ότι είναι απαραίτητα για την ανάπτυξη βιώσιμης σχολικής ηγεσίας. Επίσης, μέσα από την έρευνα γίνεται προσπάθεια να διερευνηθούν οι στάσεις και οι απόψεις των εκπαιδευτικών σχετικά με τη βιώσιμη ηγεσία. Πιο συγκεκριμένα, μέσα από την έρευνα επιχειρείται να δοθεί απάντηση στο πώς γίνεται αντιληπτή από τους εκπαιδευτικούς η βιώσιμη σχολική ηγεσία, ποια είναι τα κύρια χαρακτηριστικά που διαθέτουν και πρέπει να έχουν οι βιώσιμοι ηγέτες και ποιες είναι οι κύριες προκλήσεις της βιώσιμης ηγεσίας. Το βασικό συμπέρασμα που προκύπτει από την έρευνα είναι ότι η πλειοψηφία των εκπαιδευτικών συμφωνεί με τις επτά βασικές αρχές της βιώσιμης ηγεσίας, ότι η βιώσιμη ηγεσία δημιουργεί και διατηρεί τη διαρκή μάθηση, εξασφαλίζει την επιτυχία με την πάροδο του χρόνου, υποστηρίζει την ηγεσία των άλλων, αντιμετωπίζει θέματα κοινωνικής δικαιοσύνης αναπτύσσει αντί να εξαντλεί τους ανθρώπινους και υλικούς πόρους, καλλιεργεί την περιβαλλοντική ποικιλομορφία και ικανότητα και αναλαμβάνει ακτιβιστική δέσμευση με το περιβάλλον., This paper deals with sustainable leadership in secondary education. Initially, the work refers to the concept of sustainable development and the goals of sustainable development, followed by the relationship between sustainable development and education. The paper then focuses on the concept of leadership and sustainable leadership, referring to the seven principles of sustainable leadership. In the second part of the work a primary quantitative research is carried out. The research aims to examine how Secondary school teachers perceive the need for sustainable school leadership and what elements they perceive to be necessary for the development of sustainable school leadership. Also, through the research, an attempt is made to explore the attitudes and views of teachers regarding sustainable leadership. More specifically, the research seeks to answer how teachers perceive sustainable school leadership, what are the main characteristics that sustainable leaders have and should have and what are the main challenges of sustainable leadership. The main conclusion of the research is that the majority of teachers agree with the seven basic principles of sustainable leadership, that sustainable leadership creates and sustains continuous learning, ensures success over time, supports the leadership of others, addresses social justice issues develops instead of depleting human and material resources, develops environmental diversity and capacity, and undertakes activist engagement with the environment.
- Published
- 2022
26. Έρευνα για εκπαιδευτικούς δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια της πανδημίας του COVID-19: βαθμός ετοιμότητας εφαρμογής της ηλεκτρονικής μάθησης και της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης, καταγραφή των απόψεων, των γνώσεων και των βασικών δεξιοτήτων τους
- Author
-
Σάμψων, Δημήτριος, Σχολή Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών. Τμήμα Ψηφιακών Συστημάτων, and Ηλεκτρονική Μάθηση
- Subjects
Εξ αποστάσεως εκπαίδευση ,Emergency Remote Teaching (ERT) ,Degree of readiness ,Pandemic ,Βαθμός ετοιμότητας ,Modern and asynchronous education ,Πανδημία ,COVID-19 ,Secondary education ,Δευτεροβάθμια εκπαίδευση ,Σύγχρονη, ασύγχρονη εκπαίδευση ,Ψηφιακές δεξιότητες ,Επείγουσα απομακρυσμένη διδασκαλία ,Distance learning ,Digital skills - Abstract
Η κατάσταση που δημιουργήθηκε από την αναστολή λειτουργίας των σχολείων, υπό την πίεση της επείγουσας εξ αποστάσεως εκπαίδευσης λόγω της πανδημίας Covid-19, προκάλεσε μεγάλη αναταραχή στον εκπαιδευτικό χώρο. Η εξ αποστάσεως εκπαίδευση ήταν μονόδρομος για την εκπαίδευση των μαθητών. Οι προκλήσεις και τα εμπόδια που έπρεπε να αντιμετωπίσουν οι εκπαιδευτικοί, οδήγησαν σε διάφορες έρευνες που είχαν ως κύριο στόχο να αναδείξουν τα προβλήματα που προέκυψαν, έτσι ώστε η εκπαιδευτική κοινότητα να είναι έτοιμη για μια πιθανή παρόμοια κατάσταση στο μέλλον. Έγινε βιβλιογραφική ανασκόπηση και καταγράφηκαν τρόποι αντιμετώπισης από διάφορες χώρες. Στη παρούσα διπλωματική εργασία ερευνάται ο βαθμός ετοιμότητας των εκπαιδευτικών της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης για την εξ αποστάσεως εκπαίδευση από τις 2 μεγάλες περιόδους που τα σχολεία έμειναν κλειστά, καθώς και ο επηρεασμός της ετοιμότητας από τα δημογραφικά στοιχεία. Επίσης αναζητούνται οι βασικές ψηφιακές δεξιότητες που διέθεταν οι εκπαιδευτικοί σχετικά με τους έξι τομείς του Ευρωπαϊκού Πλαισίου DigCompEdu, οι προκλήσεις που αντιμετώπισαν οι ίδιοι, η σχολική μονάδα στην οποία εργάζονταν αλλά και οι μαθητές τους. Τέλος καταγράφονται οι ανάγκες τους και οι προτεινόμενες βελτιώσεις για μια πιο αποτελεσματική εφαρμογή της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης καθώς και ο συνδυασμός σύγχρονης και ασύγχρονης εξ αποστάσεως εκπαίδευση με την δια ζώσης εκπαίδευση. Για τις ανάγκες της έρευνας έγινε χρήση ερωτηματολογίου μέσω διαδικτύου (google forms) και συμμετείχαν 286 εκπαιδευτικοί, καταγράφοντας το βαθμό ετοιμότητας τους, τις ψηφιακές τους δεξιότητες, τις απόψεις τους και την ανάγκη απόκτησης γνώσεων και βασικών δεξιοτήτων για τις απαιτήσεις της διδασκαλίας εξΑΕ. Από τα αποτελέσματα της έρευνας προέκυψε η ανάγκη για εστιασμένη επιμόρφωση όχι τόσο σε ψηφιακά εργαλεία, όσο σε παιδαγωγικά θέματα, στοχεύοντας στη μείωση των ανισοτήτων μεταξύ των μαθητών., The situation created by the suspension of operations in schools, under harsh conditions for urgent distance teaching due to the Covid-19 pandemic, caused a great disturbance in the educational field. Distance education was a one-way street for the education of students. The challenges and obstacles that teachers had to face, led to various surveys that primarily aimed to highlight the problems that arose so that the educational community would be ready for a possible similar situation in the future. A bibliographic report was made and ways of dealing with it were recorded from different countries. This dissertation studied the degree of readiness of secondary school teachers for distance education during the 2 long periods when schools were closed, as well as the impact of readiness by demographic data. They are also looking for the basic digital skills that teachers had with the six areas of the European DigCompEdu Framework, the challenges they faced, the school unit in which they worked, and their students. Finally, their needs and the proposed improvements for more effective implementation of distance education are recorded, as well as the combination of modern and asynchronous distance education with face-to-face education. For the needs of the survey, an online questionnaire (google forms) was used, and 286 teachers participated, recording their degree of readiness, their digital skills, their views, and the need to acquire knowledge and basic skills for the requirements of distance education. The results of the survey revealed the need for focused training not so much in digital tools but on pedagogical issues, aiming at reducing inequalities among students.
- Published
- 2022
- Full Text
- View/download PDF
27. Αναγνωστική ευχέρεια και Δυσλεξία: απόψεις εκπαιδευτικών στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση
- Subjects
reading fluency ,αναγνωστική ευχέρεια ,Secondary Education ,Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση ,views ,απόψεις - Abstract
Η αναγνωστική ευχέρεια αποτελεί σημαντική δεξιότητα για κάθε άνθρωπο, που θα τον οδηγήσει στην κατανόηση του υπό ανάγνωση κειμένου και εν τέλει στην επιτυχία. Ωστόσο, η διδασκαλία της περιορίζεται στα πρώτα χρόνια του Δημοτικού. Έτσι, πολλοί είναι οι μαθητές, με ή χωρίς ΕΜΔ, οι οποίοι συνεχίζουν να δυσκολεύονται κατά τη φοίτησή τους στο Γυμνάσιο και το Λύκειο, με επιπτώσεις στη σχολική τους πρόοδο. Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν να διερευνηθούν οι απόψεις και οι πρακτικές των εκπαιδευτικών Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης προκειμένου να ενισχύσουν την αναγνωστική ευχέρεια των εφήβων μαθητών τους. Ακολουθήθηκε ποσοτική έρευνα, κατά την οποία 115 Έλληνες φιλόλογοι, ειδικής και γενικής εκπαίδευσης, απάντησαν σε ένα δομημένο ερωτηματολόγιο με ερωτήσεις κλειστού τύπου. Τα δεδομένα έδειξαν πως οι εκπαιδευτικοί έχουν μόνο γενικές γνώσεις ως προς την εν λόγω δεξιότητα, με αρκετές παρανοήσεις και συγχύσεις, χωρίς σημαντικές διαφορές μεταξύ γενικών και ειδικών. Ως προς τις πρακτικές που ακολουθούν, δε φάνηκε να υιοθετούν την άμεση διδασκαλία, παρά αρκούνται κυρίως στην ενθάρρυνση για ανάγνωση εκτός σχολικού πλαισίου. Τα συμπεράσματα αυτά έρχονται σε συμφωνία με προηγούμενες έρευνες, Reading fluency is an important skill for any person, which will lead him to the understanding of the text being read and eventually to success. However, its teaching is limited on the first years of elementary school. Because of that, there are many students, with or without SLD, who keep on struggling during their studies in middle school and high school, with negative consequences on their academic career. The objective of this study was to analyze the views and the practices of the teachers in the secondary education in order to enhance the reading fluency of their adolescent students. Α quantitative study was conducted, upon which 115 Greek philologists, from special and general education, answered a structured questionnaire with closed ended questions. The data showed that the professors have only general knowledge of this skill, with many misunderstandings and confusions, without significant differences generals and specialists. As for the practices they follow, it doesn’t seem they adopt the direct teaching, but they are mostly content with encouraging reading outside of the school environment. These findings correspond to previous researches
- Published
- 2022
- Full Text
- View/download PDF
28. Ταυτότητες οικονομολόγων γυναικών εκπαιδευτικών στο ελληνικό εκπαιδευτικό συστήμα
- Subjects
Greece ,Economists ,Οικονομολόγοι ,Secondary education ,Δευτεροβάθμια εκπαίδευση ,Sex discrimination ,Διάκριση φύλου - Abstract
Η ανισότητα των φύλων στην εκπαίδευση είναι ένα ζωτικό πρόβλημα τόσο για τις ανεπτυγμένες όσο και για τις αναπτυσσόμενες χώρες. Μεταξύ των κοινωνικών επιστημών, τα Οικονομικά φαίνεται να κατέχουν μια εξέχουσα θέση. Η διδασκαλία των συγκεκριμένων μαθημάτων στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση από οικονομολόγους εκπαιδευτικούς προσδίδει στους μαθητές εκτός από βασικές γνώσεις στο αντικείμενο του ενδιαφέροντος τους και γνώσεις βασικές και απαραίτητες για την καλλιέργεια οικονομικής σκέψης. Η παρούσα εργασία παρουσιάζει και διερευνά τις ταυτότητες των γυναικών οικονομολόγων εκπαιδευτικών στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα. Σκοπός της έρευνας είναι να μελετηθεί ο ρόλος των γυναικών οικονομολόγων στην εκπαίδευση, οι απόψεις τους για τη δια βίου μάθηση, ο τρόπος που αξιολογούν το διδακτικό τους έργο και τα εμπόδια που αντιμετωπίζουν. Διεξήχθη μία ποιοτική πρωτογενής έρευνα με χρήση ημιδομημένων συνεντεύξεων. Στην έρευνα συμμετείχαν 7 γυναίκες οικονομολόγοι, ηλικίας 32-59 ετών, με 2-30 έτη προϋπηρεσίας με τις μισές περίπου να είναι έγγαμες με παιδιά. Η πλειοψηφία δήλωσε μεταπτυχιακή εξειδίκευση και ότι διδάσκει κυρίως στη Γ΄ Λυκείου. Σχετικά με το Εκπαιδευτικό Ίδρυμα που έλαβαν τη βασική τους εκπαίδευση, οι μισές δήλωσαν το ΕΚΠΑ και ότι η σχολή από την οποία αποφοιτήσαν ανήκε στις 3 πρώτες τους επιλογές. Χρησιμοποιήθηκε η τεχνική της θεματικής ανάλυσης σε κάθε ενότητα του ερωτηματολογίου. Τα δεδομένα επανελέγχθηκαν για την εγκυρότητα και την αξιοπιστία τους. Τηρήθηκαν τα απαραίτητα ηθικά ζητήματα. Οι κυριότεροι λόγοι για τους οποίους οι γυναίκες ακολούθησαν το επάγγελμα του εκπαιδευτικού οικονομολόγου είναι η κοινωνική προσφορά και η αγάπη για τα παιδιά. Οι αρμοδιότητές τους, περιορίζονται σε λίγα μαθήματα για την προετοιμασία των πανελλαδικών μαθημάτων. Η συμβολή τους προσδιορίζεται στην προετοιμασία του μαθητή για τις μελλοντικές κοινωνικές και επαγγελματικές συνθήκες που θα αντιμετωπίσει, δίνοντας τις απαραίτητες γνώσεις για να λάβει τις σωστές οικονομικές αποφάσεις. Η δια βίου μάθηση κρίθηκε απαραίτητη και η πλειοψηφία των οικονομολόγων έχει λάβει μέρος σε επιμορφωτικά προγράμματα Οι γυναίκες οικονομολόγοι έχουν επαρκή εκπαιδευτική κατάρτιση, ωστόσο οι συνθήκες εργασίας δεν είναι οι κατάλληλες για να επιτευχθεί το μέγιστο αποτέλεσμα στη μαθησιακή διαδικασία. Το μάθημα της Οικονομολογίας υποβιβάζεται σε σχέση με άλλα και από το ίδιο το σχολείο και το περιβάλλον. Το φύλο του εκπαιδευτικού έχει μεγάλο αντίκτυπο στην εκπαιδευτική διαδικασία, αδικώντας περισσότερο τις γυναίκες. Οι ευκαιρίες επαγγελματικής ανέλιξης είναι περισσότερες για τους άνδρες και οφείλονται στους εξωγενείς παράγοντες που επηρεάζουν τη γυναίκα, η οποία επιβαρύνεται περισσότερο από τις οικογενειακές υποχρεώσεις., Gender inequality in education is a vital problem for both developed and developing countries. Among social sciences, economics seems to occupy a prominent place. The teaching of the specific courses in Secondary Education gives students basic knowledge on the subject interest as well as knowledge necessary for the cultivation of economic thinking. The present study presents and investigates the identities of women economist teachers in the Greek education system. The aim of the research is to study the role of women economists in education, their views on lifelong learning, how they evaluate their teaching work and the obstacles they face. A qualitative primary survey was conducted using semi-structured interviews. The research involved 7 women economists, aged 32-59, with 2-30 years of service with about half of them married with children. The majority stated that they have a postgraduate specialization and that they teach mainly in the last year of high school. Regarding the Educational Institution that received their basic education, half of them stated they graduated from EKPA and that the Department from which they graduated belonged to their first 3 choices. The technique of thematic analysis was used in each section of the questionnaire. Data were retested for validity and reliability and necessary ethical issues were observed. The main reasons that attract women economists to the field of education are social contribution and the love for children. Their responsibilities are limited to a few courses for the preparation of students for University Entrance Exams. Their contribution is defined to the preparation of the students for future social and professional conditions that they will face, giving the necessary knowledge to make the right financial decisions. Lifelong learning has been considered necessary and the majority of economists have taken part in training programs. Women economists have adequate training; however, the working conditions are not suitable to achieve the maximum results in the learning process. Economics is downgraded in relation to other subjects and by the school itself and the school environment. The gender of the teacher has a great impact on the educational process, hurting women more. Career opportunities are better for men, due to external factors that affect women, namely family obligations.
- Published
- 2022
- Full Text
- View/download PDF
29. Έρευνα για εκπαιδευτικούς δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια της πανδημίας του COVID-19: βαθμός ετοιμότητας εφαρμογής της ηλεκτρονικής μάθησης και της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης, καταγραφή των απόψεων, των γνώσεων και των βασικών δεξιοτήτων τους
- Subjects
Εξ αποστάσεως εκπαίδευση ,Emergency Remote Teaching (ERT) ,Degree of readiness ,Pandemic ,Βαθμός ετοιμότητας ,Modern and asynchronous education ,Πανδημία ,COVID-19 ,Secondary education ,Δευτεροβάθμια εκπαίδευση ,Σύγχρονη, ασύγχρονη εκπαίδευση ,Ψηφιακές δεξιότητες ,Επείγουσα απομακρυσμένη διδασκαλία ,Distance learning ,Digital skills - Abstract
Η κατάσταση που δημιουργήθηκε από την αναστολή λειτουργίας των σχολείων, υπό την πίεση της επείγουσας εξ αποστάσεως εκπαίδευσης λόγω της πανδημίας Covid-19, προκάλεσε μεγάλη αναταραχή στον εκπαιδευτικό χώρο. Η εξ αποστάσεως εκπαίδευση ήταν μονόδρομος για την εκπαίδευση των μαθητών. Οι προκλήσεις και τα εμπόδια που έπρεπε να αντιμετωπίσουν οι εκπαιδευτικοί, οδήγησαν σε διάφορες έρευνες που είχαν ως κύριο στόχο να αναδείξουν τα προβλήματα που προέκυψαν, έτσι ώστε η εκπαιδευτική κοινότητα να είναι έτοιμη για μια πιθανή παρόμοια κατάσταση στο μέλλον. Έγινε βιβλιογραφική ανασκόπηση και καταγράφηκαν τρόποι αντιμετώπισης από διάφορες χώρες. Στη παρούσα διπλωματική εργασία ερευνάται ο βαθμός ετοιμότητας των εκπαιδευτικών της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης για την εξ αποστάσεως εκπαίδευση από τις 2 μεγάλες περιόδους που τα σχολεία έμειναν κλειστά, καθώς και ο επηρεασμός της ετοιμότητας από τα δημογραφικά στοιχεία. Επίσης αναζητούνται οι βασικές ψηφιακές δεξιότητες που διέθεταν οι εκπαιδευτικοί σχετικά με τους έξι τομείς του Ευρωπαϊκού Πλαισίου DigCompEdu, οι προκλήσεις που αντιμετώπισαν οι ίδιοι, η σχολική μονάδα στην οποία εργάζονταν αλλά και οι μαθητές τους. Τέλος καταγράφονται οι ανάγκες τους και οι προτεινόμενες βελτιώσεις για μια πιο αποτελεσματική εφαρμογή της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης καθώς και ο συνδυασμός σύγχρονης και ασύγχρονης εξ αποστάσεως εκπαίδευση με την δια ζώσης εκπαίδευση. Για τις ανάγκες της έρευνας έγινε χρήση ερωτηματολογίου μέσω διαδικτύου (google forms) και συμμετείχαν 286 εκπαιδευτικοί, καταγράφοντας το βαθμό ετοιμότητας τους, τις ψηφιακές τους δεξιότητες, τις απόψεις τους και την ανάγκη απόκτησης γνώσεων και βασικών δεξιοτήτων για τις απαιτήσεις της διδασκαλίας εξΑΕ. Από τα αποτελέσματα της έρευνας προέκυψε η ανάγκη για εστιασμένη επιμόρφωση όχι τόσο σε ψηφιακά εργαλεία, όσο σε παιδαγωγικά θέματα, στοχεύοντας στη μείωση των ανισοτήτων μεταξύ των μαθητών.
- Published
- 2022
- Full Text
- View/download PDF
30. Literacy of Secondary Education students in applications of electromagnetic radiation in everyday life
- Author
-
Tsianti, Ourania, Κώτσης, Κωνσταντίνος, Μικρόπουλος, Αναστάσιος, and Γαβριλάκης, Κώστας
- Subjects
Εναλλακτικές αντιλήψεις ,Literacy ,Electromagnetic radiation ,Ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία ,Alternative conceptions ,Secondary education ,Δευτεροβάθμια εκπαίδευση ,Εγγραμματισμός - Abstract
Στόχος της παρούσας εργασίας είναι η μελέτη του εγγραμματισμού των μαθητών δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης σε θέματα της ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας και των εφαρμογών της, που προέρχεται από συσκευές που χρησιμοποιούν πολύ συχνά στην καθημερινότητά τους. Στο πλαίσιο αυτής της μεταπτυχιακής διπλωματικής εργασίας εκπονήθηκε έρευνα που ήταν ποσοτικού τύπου και διεξήχθη με τη διανομή ερωτηματολογίων σε μαθητές Γυμνασίου και Λυκείου. Το ερωτηματολόγιο απαντήθηκε από 390 μαθητές Γυμνασίων και Γενικών Λυκείων της πόλης των Ιωαννίνων, κατά το σχολικό έτος 2021-2022. Για την επεξεργασία των απαντήσεων επιλέχθηκε το στατιστικό πακέτο SPSS 23.0. Από τα αποτελέσματα συμπεραίνουμε ότι οι μαθητές έχουν εναλλακτικές αντιλήψεις για την ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία. Επιπλέον υπάρχει στατιστικά σημαντική διαφορά στην επίδοση ανάμεσα στα δύο φύλα. Σχετικά με την εκπαιδευτική βαθμίδα, σαν συμπέρασμα έχουμε ότι η επίδοση των μαθητών δεν διαφέρει στατιστικά σημαντικά ανάμεσα στους μαθητές Γυμνασίου και Λυκείου. Τέλος, προέκυψε ότι δεν υπάρχει στατιστικά σημαντική διαφορά στην επίδοση ανάλογα με την τάξη των μαθητών. Τα αποτελέσματα αυτά μπορούν να προβληματίσουν και να χρησιμοποιηθούν για τη βελτίωση των προγραμμάτων σπουδών και της διδασκαλίας των Φυσικών Επιστημών στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. The aim of this thesis is to study the literacy of secondary school students on issues of electromagnetic radiation and its applications that come from devices they use very often in their daily lives. In the context of this postgraduate dissertation, a survey was carried out that was of a quantitative type and was conducted by distributing questionnaires to Gymnasium and General Lyceum students. The questionnaire was answered by 390 students of Gymnasiums and General Lyceums of the city of Ioannina, during the school year 2021-2022. For the processing of the answers, the statistical package SPSS 23.0 was selected. From the results we conclude that students have alternative perceptions about electromagnetic radiation. Furthermore, from the results we conclude that there is a statistically significant difference in performance between the two genders. Regarding the educational level, as a conclusion we have that the performance of students does not differ statistically significantly between gymnasium and lyceum students. Finally, it emerged that there is no statistically significant difference in performance depending on the class of the students. These results can be of concern and be used to improve curricula and the teaching of Natural Sciences in Secondary Education. 164 σ.
- Published
- 2022
31. Διερεύνηση της αποτελεσματικότητας των συμβούλων σχολικής ζωής στα ενδοσχολικά και εξωσχολικά προβλήματα των μαθητών
- Subjects
Προβλήματα μαθητών ,Σύμβουλοι σχολικής ζωής ,Δευτεροβάθμια εκπαίδευση - Abstract
Η παρούσα εργασία επιχειρεί να διερευνήσει τις απόψεις των εκπαιδευτικών της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης σχετικά με την αποτελεσματικότητα του νέου ρόλου που έχει εισαχθεί στα σχολεία της αντίστοιχης βαθμίδας, δηλαδή τον Σύμβουλο Σχολικής Ζωής. Ο ρόλος αυτός μέχρι πρότινος δεν υπήρχε εντός των σχολικών δομών, αντίθετα από τα περισσότερα εκπαιδευτικά συστήματα πολλών χωρών. Η εργασία χωρίζεται σε δύο κύριες ενότητες. Στην πρώτη, καλύπτονται οι θεωρητικές πτυχές του θέματος, μέσα σε δύο κεφάλαια, όπου στο πρώτο, αναφέρονται τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι μαθητές (ενδοσχολικά και εξωσχολικά) και αναλύεται ο ρόλος του εκπαιδευτικού αλλά και η επίδραση της σχολικής ηγεσίας, ενώ στο δεύτερο, γίνεται μια εκτενής παρουσίαση του ρόλου του Συμβούλου Σχολικής Ζωής. Πιο συγκεκριμένα, αναφέρονται οι ρόλοι και τα καθήκοντα του Συμβούλου, οι στόχοι του Σχολικού Προγράμματος Συμβουλευτικής, τα ηθικά όρια του Συμβούλου και το Ρυθμιστικό Πλαίσιο που διέπει τη λειτουργία του. Στη δεύτερη ενότητα, περιλαμβάνεται η μεθοδολογία και τα αποτελέσματα της έρευνας. Η έρευνα ήταν ποσοτικού χαρακτήρα, με δείγμα 100 εκπαιδευτικών, διορισμένων σε σχολείο δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, και με ερευνητικό εργαλείο το ερωτηματολόγιο κλειστού τύπου. Τα ερευνητικά ερωτήματα ήταν α. κατά πόσο ο Σύμβουλος σχολικής ζωής συμβάλλει στην επίλυση των ενδοσχολικών προβλημάτων, β. κατά πόσο ο Σύμβουλος σχολικής ζωής συμβάλλει στην επίλυση των εξωσχολικών προβλημάτων, γ. κατά πόσο τα χαρακτηριστικά που απαιτείται να έχει ο Σύμβουλος συμβάλλει στην επίλυση των παραπάνω προβλημάτων και δ. κατά πόσο συμβάλλει στην επίλυση αυτών των προβλημάτων η συνεργασία μεταξύ Συμβούλου και εκπαιδευτικών. Από την ανάλυση των δεδομένων μέσω της περιγραφικής στατιστικής, διαπιστώθηκε ότι ο Σύμβουλος σχολικής ζωής συμβάλλει στην επίλυση των ενδοσχολικών και εξωσχολικών προβλημάτων των μαθητών, ότι απαιτείται να έχει κάποια συγκεκριμένα χαρακτηριστικά για να ανταποκριθεί επαρκώς και αποτελεσματικά στο ρόλο του (π. χ. ικανότητα κατανόησης και ακρόασης, πίστη στην αλλαγή κλπ), ενώ τονίστηκε ως πολύ σημαντικό στοιχείο η επικοινωνία μεταξύ του Συμβούλου και των εκπαιδευτικών.
- Published
- 2022
- Full Text
- View/download PDF
32. Literacy of Secondary Education students in the schematic representations of direct current electrical circuits
- Author
-
Kyros, Antonios, Κώτσης, Κωνσταντίνος, Μικρόπουλος, Αναστάσιος, and Γαβριλάκης, Κωνσταντίνος
- Subjects
Eγγραμματισμός ,alternative ideas ,Literacy ,Σχηματική αναπαράσταση κυκλώματος ,Εναλλακτικές ιδέες ,Secondary education ,Δευτεροβάθμια εκπαίδευση ,circuit schematic diagram ,Εγγραμματισμός - Abstract
Στόχος της παρούσας μελέτης είναι η διερεύνηση των αντιλήψεων των μαθητών της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης σχετικά με τα κυκλώματα συνεχούς ηλεκτρικού ρεύματος και ειδικότερα η διερεύνηση της δυνατότητας των μαθητών να λαμβάνουν πληροφορίες από μία σχηματική αναπαράσταση κυκλώματος. Στο πλαίσιο αυτής της μεταπτυχιακής διπλωματικής εργασίας εκπονήθηκε έρευνα με χρήση ερωτηματολογίου για την ανάδειξη των εναλλακτικών αντιλήψεων που έχουν οι μαθητές της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης σχετικά με τα ηλεκτρικά κυκλώματα συνεχούς ρεύματος και τις σχηματικές αναπαραστάσεις των κυκλωμάτων αυτών. Το ερωτηματολόγιο απαντήθηκε από 314 μαθητές Γυμνασίων και Γενικών Λυκείων της πόλης των Ιωαννίνων, κατά το σχολικό έτος 2021-2022. Η επεξεργασία των απαντήσεων έγινε με το στατιστικό πακέτο SPSS 23.0. Διερευνήθηκε σε ποιο βαθμό οι παράγοντες όπως η τάξη, ο προσανατολισμός σπουδών και το φύλο, επηρεάζουν τις αντιλήψεις και τις επιδόσεις των μαθητών. Διαπιστώθηκε ότι οι μαθητές της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης έχουν εναλλακτικές ιδέες για τα ηλεκτρικά κυκλώματα και για τις αναπαραστάσεις των κυκλωμάτων και η συχνότητά τους εξαρτάται από τον προσανατολισμό σπουδών τους, αλλά δεν εξαρτάται από την τάξη τους και το φύλο τους. The aim of this study is to investigate the perceptions of Secondary Education students regarding direct current circuits and in particular to investigate the students' ability to obtain information from a schematic representation of a circuit. In the context of this master's thesis, a survey was prepared using a questionnaire to highlight the alternative perceptions that Secondary Education students have about direct current electrical circuits and the schematic representations of these circuits. The questionnaire was answered by 314 Gymnasium and General Lyceum students of the city of Ioannina, during the 2021-2022 school year. The responses were processed with the statistical package SPSS 23.0. It was investigated to what extent factors such as class, study orientation and gender, influence the perceptions and performances of the students. It was found that secondary school students have alternative ideas about electrical circuits and circuit representations and their frequency depends on their study orientation but does not depend on their class and their gender. 166 σ.
- Published
- 2022
33. Οι οικονομικοί πόροι στο λύκειο και πως έχει επηρεαστεί η εισαγωγή των μαθητών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση το χρονικό διάστημα 1990-2020
- Author
-
Μιχελακάκης, Νικόλαος, Σχολή Οικονομικών, Επιχειρηματικών και Διεθνών Σπουδών. Τμήμα Οικονομικής Επιστήμης, and Οικονομική της Εκπαίδευσης και Διαχείριση Εκπαιδευτικών Μονάδων
- Subjects
Εκπαιδευτική δαπάνη ,Οικονομική της εκπαίδευσης ,Educational expenditure ,Educational finance ,Secondary education ,Δευτεροβάθμια εκπαίδευση - Abstract
Στην παρούσα εργασία εξετάζεται η σχέση μεταξύ παιδείας και οικονομίας καθώς και τα αποτελέσματα των επενδύσεων στην εκπαίδευση. Διερευνώνται και εξετάζονται οι οικονομικές επιλογές στο ζήτημα της χρηματοδότησης της παιδείας και κυρίως της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Αναλύονται τόσο οι παθογένειες της Ελληνικής οικονομίας, όσο και η αστάθεια του πολιτικού συστήματος σε σχέση με τις αρνητικές μακροπρόθεσμες επιπτώσεις τους στη χρηματοδότηση του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος καθώς και το πώς επιδεινώθηκε η κατάσταση της παιδείας στη χώρα εξαιτίας της οικονομικής κρίσης. Παρουσιάζονται και αναλύονται οι δαπάνες και η εκπαιδευτική οικονομική πολιτική των τελευταίων ετών ενώ παρουσιάζονται και σχετικά στοιχεία που έχουν δημοσιευθεί από την Ελληνική στατιστική αρχή., This paper examines the relationship between education and the economy as well as the results of investments in education. Financial options are explored and examined in the issue of financing education and especially secondary education. Both the pathologies of the Greek economy and the instability of the political system are analyzed in relation to their negative long-term effects on the financing of the Greek education system as well as how the state of education in the country worsened due to the economic crisis. Expenditures and the educational financial policy of recent years are presented and analyzed, while relevant data published by the Greek statistical authority are also presented.
- Published
- 2022
- Full Text
- View/download PDF
34. Οι απόψεις των εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης για την αποτελεσματικότητα των γυναικών στη διοίκηση των σχολικών μονάδων
- Author
-
Κοτταρίδη, Κωνσταντίνα, Σχολή Οικονομικών, Επιχειρηματικών και Διεθνών Σπουδών. Τμήμα Οικονομικής Επιστήμης, and Οικονομική της Εκπαίδευσης και Διαχείριση Εκπαιδευτικών Μονάδων
- Subjects
Πρωτοβάθμια εκπαίδευση ,Διοίκηση ,Γυναίκες ,Δευτεροβάθμια εκπαίδευση - Abstract
Σκοπός της παρούσας έρευνας ήταν η αποτύπωση των απόψεων τόσο της Πρωτοβάθμιας αλλά και της Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης αναφορικά με την αποτελεσματικότητα των γυναικών στη διοίκηση των σχολικών μονάδων. Προκειμένου να διερευνηθούν οι στόχοι της παρούσης έρευνας και να απαντηθούν τα ερευνητικά ερωτήματα διεξήχθη πρωτογενής ποσοτική έρευνα. Για την διερεύνηση των απόψεων των εκπαιδευτικών δημιουργήθηκε ερωτηματολόγιο και αντίστοιχα δείγμα από 107 εκπαιδευτικούς, οι οποίοι συλλέχθηκαν με τη μέθοδο της απλής τυχαίας δειγματοληψίας. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας οι εκπαιδευτικοί συμφώνησαν πως η διοίκηση των διευθυντών ανεξαρτήτως φίλου είναι ικανοποιητική. Ακόμα σημαντικό ρόλο στην απόδοση του διευθυντή ανεξαρτήτως φύλου παίζει η μετεκπαίδευση, η επιβολή του διευθυντή, η αποδοχή του διευθυντή, οι οργανωτικοί στόχοι του διευθυντή και οι κοινωνικές δεξιότητες του διευθυντή. Ενώ σημαντική επίδραση αποτελεί για τους άνδρες το φύλο του διευθυντή της σχολικής μονάδας με επίδραση του να επηρεάζει αποτελεσματικότητα του διευθυντή, την επιβολή του διευθυντή, εργατικότητα του διευθυντή, αποδοχή του διευθυντή, τους οργανωτικούς στόχους του διευθυντή και τις κοινωνικές δεξιότητες του διευθυντή.
- Published
- 2022
- Full Text
- View/download PDF
35. Ιατρική, Κοινωνία, Εκπαίδευση: Προτάσεις εκπαιδευτικών προγραμμάτων για παιδιά σχολικής ηλικίας στο Μουσείο της Ιστορίας της Ιατρικής στο ΑΠΘ
- Subjects
Εκπαιδευτικά προγράμματα ,Δημόσια υγεία ,Public health ,Museum of the History of Medicine ,Secondary school students ,Active participation ,Ιατρικός εξοπλισμός ,Ενεργή συμμετοχή ,Δευτεροβάθμια εκπαίδευση ,Medical equipment ,Μουσείο Ιστορίας της Ιατρικής ,Educational programs - Abstract
Ο σκοπός της παρούσας διπλωματικής εργασίας είναι η αξιοποίηση του ιατρικού εξοπλισμού του Μουσείου της Ιστορίας της Ιατρικής του ΑΠΘ, με στόχο τη δημιουργία εκπαιδευτικών προγραμμάτων στο μουσείο, σε μαθητές πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Το μουσείο είναι ο χώρος άτυπης εκπαίδευσης, ψυχαγωγίας, επικοινωνίας και έμπνευσης και προάγει πολιτισμό μέσα από την προβολή των εκθεμάτων. Η μουσειακή εκπαίδευση διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στην αξιοποίηση της πολιτισμικής κληρονομιάς καλλιεργώντας στα άτομα την κριτική σκέψη, τη δημιουργικότητα, την ελεύθερη έκφραση των ιδεών, το αίσθημα της συνεργασίας και τη γνωστική ανάπτυξη, μέσα από την εφαρμογή παιδαγωγικών μεθόδων. Τα μουσεία της Ιατρικής ειδικότερα προβάλουν την ιατρική πολιτισμική κληρονομιά μέσα από τα εκθέματά τους, με απώτερο στόχο την κατανόηση της ιατρικής επιστήμης από το κοινό. Ο σχεδιασμός των εκπαιδευτικών δράσεων, καθώς και η υλοποίηση τους μελλοντικά στο Μουσείο της Ιστορίας της Ιατρικής του ΑΠΘ, αποσκοπεί αρχικά στην επαφή των μαθητών με ιατρικές συλλογές, στην ενεργή συμμετοχή τους στην εκπαιδευτική διαδικασία και στην ευαισθητοποίηση τους σε θέματα δημόσιας υγείας. Τέλος πρόκειται να εκτιμήσουν την ιστορική και πολιτισμική αξία του υλικού αυτού. Γίνεται αισθητό έτσι ότι μέσα από τις εκπαιδευτικές δραστηριότητες τονίζεται ο εκπαιδευτικός χαρακτήρας των μουσείων της ιατρικής, καθώς και η δυνατότητα συμμετοχής των μαθητών σε αυτές., The aim of the present thesis is the study and utilization of the medical equipment of the Museum of History of Medicine in Aristotle’s University of Thessaloniki for educational programs that are organized for pupils in primary and secondary education. The museum is the place of informal education, entertainment, communication and inspiration and provides culture through the exhibits. Museum education plays deciding role in utilization of cultural heritage that raise to people critical thinking, creativity, expressing ideas, the feeling of cooperation and the cognitive development, through the application of pedagogical methods. Medical museums present specifically medical cultural heritage through their exhibits and the most important goal is the understanding of medical science from the public. The educational programs that are being planned and the implement of them in the future in the Museum of History of Medicine in Aristotle’s University of Thessaloniki, have the main goal firstly to interact the pupils with the medical collections, to an activate participation in the educational process and to sensitize to public health issues. At last, in the future they will appreciate the historical and cultural value of the medical material of the museum. It is obvious that through the educational activities is emphasized the educational character of medical museums and the potential of the pupils to take part in them., Σε συνεργασία με: Ιστορίας και Εθνολογίας (Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης)
- Published
- 2022
- Full Text
- View/download PDF
36. Σχεδίασμα μιας Ρεαλιστικής Διδακτικής της Κοινωνιολογίας για τη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση
- Subjects
διδακτική ,Κοινωνιολογία ,δευτεροβάθμια εκπαίδευση - Abstract
Η επισφαλής θέση της κοινωνιολογίας στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση έχει αποτελέσει εμπόδιο για την ανάπτυξη μιας διδακτικής μεθοδολογίας του μαθήματος. Μια τέτοια προσπάθεια προϋποθέτει έναν αναστοχασμό πάνω στις ιδιαιτερότητες του γνωστικού αντικειμένου. Η μοναδική θεωρητική προσέγγιση της διδασκαλίας κοινωνιολογικών εννοιών στο πλαίσιο ενός σχολικού μαθήματος, παρέχεται από τον Γ. Κουζέλη. Το παρόν άρθρο συνδιαλέγεται και τοποθετείται κριτικά απέναντι στην εν λόγω προσέγγιση. Αντί μιας αφηρημένης γνωσιολογικής διδακτικής, προτείνει μια ρεαλιστική διδακτική της κοινωνιολογίας με στόχο τη γνωστική και ηθική ανάπτυξη της προσωπικότητας του μαθητή., Επιστήμες Αγωγής, Vol. 2021 No. 1 (2021): Issue 1 / 2021
- Published
- 2021
- Full Text
- View/download PDF
37. αντιλήψεις και πρακτικές των εκπαιδευτικών της Περιφέρειας Ηπείρου
- Author
-
Σακελλαρίου, Μαρία, Καλδρυμίδου, Μαρία, and Ζάραγκας, Χαρίλαος
- Subjects
Εναλλακτική αξιολόγηση ,Εξ αποστάσεως εκπαίδευση ,Student assessment ,Αξιολόγηση μαθητή ,Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση ,Distance learning ,Secondary education ,Alternative assessment - Abstract
Η αξιολόγηση της επίδοσης των μαθητών είναι ένα από τα σημαντικά ζητήματα που επηρεάζουν και καθορίζουν την ποιότητα της εκπαίδευσης. Η παρούσα εργασία έχει στόχο να διερευνήσει και να αναλύσει τις αντιλήψεις και τις πρακτικές των εκπαιδευτικών Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης στο θέμα αυτό. Η εργασία βασίστηκε σε μια μικτή προσέγγιση ποσοτικής και ποιοτικής έρευνας. Η ποσοτική έρευνα πραγματοποιήθηκε με ηλεκτρονικό ερωτηματολόγιο, στο οποίο απάντησαν 246 εκπαιδευτικοί σχολείων της Ηπείρου. Η ποιοτική έρευνα βασίστηκε σε 11 συνεντεύξεις με εκπαιδευτικούς. Τα αποτελέσματα της στατιστικής επεξεργασίας των δεδομένων του ερωτηματολογίου και της ανάλυσης περιεχομένου των συνεντεύξεων μελετήθηκαν συνδυαστικά και έδωσαν τα ευρήματα της έρευνας. Σύμφωνα με αυτά, οι εκπαιδευτικοί εκτιμούν το ρόλο της αξιολόγησης στη μαθησιακή διαδικασία. Θεωρούν ότι ο παραδοσιακός τρόπος αξιολόγησης που εφαρμόζεται στα σχολεία παρουσιάζει προβλήματα και δυσλειτουργίες, όμως οι ίδιοι χρησιμοποιούν κατά κύριο λόγο παραδοσιακές μορφές αξιολόγησης των μαθητών τους. Είναι θετικοί απέναντι στις δυνατότητες των εναλλακτικών μορφών αξιολόγησης, όμως ελάχιστα τις αξιοποιούν, λόγω κυρίως του χρόνου που απαιτούν. Θεωρούν ότι χρειάζεται συστηματική επιμόρφωση και οργανωμένη στήριξη των εκπαιδευτικών, για να μπορέσουν να καθιερωθούν οι εναλλακτικές μορφές αξιολόγησης στην ελληνική εκπαίδευση. Τέλος, στο ζήτημα της εξ αποστάσεως διδασκαλίας που γίνεται στα σχολεία λόγω πανδημίας από τον κορωνοϊό COVID-19, θεωρούν ότι δεν είναι εφικτή η αντικειμενική, έγκυρη και αξιόπιστη αξιολόγηση των μαθητών. Θεωρούν άδικη τη βαθμολόγησή των μαθητών, κυρίως λόγω των ανισοτήτων σε επίπεδα εξοπλισμού και συνθηκών παρακολούθησης των διαδικτυακών μαθημάτων. Τέλος, πιστεύουν ότι οι εναλλακτικές μορφές αξιολόγησης θα μπορούσαν να είναι χρήσιμες στην συγκεκριμένη εξ αποστάσεως εκπαίδευση. Student assessment is one of the most important issues that affect and determine the quality of education. The present study aims to explore and analyze the perceptions and practices of Secondary Education teachers regarding student assessment. The study was based on a mixed approach of quantitative and qualitative research. The quantitative research was carried out using an electronic questionnaire, which was answered by 246 teachers of schools in Epirus. Qualitative research was based on 11 semi-structured interviews with teachers. The results of the statistical processing of the questionnaire data and the content analysis of the interviews were analyzed in combination. The research findings indicate that teachers appreciate the role of assessment in the learning process. They believe that the traditional way of assessment applied in schools causes problems and dysfunctions, but they mainly use traditional forms of assessment. They are positive about the alternative forms of evaluation, but they make little use of them, mainly due to the time they require. They believe that systematic training and organized support of teachers is needed in order to be able to establish alternative forms of assessment in Greek education. Finally, on the issue of distance learning in schools due to a pandemic caused by the coronavirus COVID-19, they consider that an objective, valid and reliable assessment of students is not feasible. They consider that student grading is unfair, mainly due to inequalities between students in terms of equipment levels and conditions of attending online courses. Finally, they believe that alternative forms of assessment could be useful in distance education. 211 σ.
- Published
- 2021
38. Perceptions of Secondary Education students in concepts of astronomy
- Author
-
Κώτσης, Κωνσταντίνος, Γαβριλάκης, Κώστας, and Μαυρίδης, Δημήτριος
- Subjects
Εναλλακτικές αντιλήψεις ,Astronomy ,Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση ,Secondary education ,Αστρονομία ,Αlternative perceptions - Abstract
Στην παρούσα εργασία διερευνώνται οι αντιλήψεις των μαθητών και μαθητριών Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης σε σχέση με τις γνώσεις που έχουν σε θέματα Αστρονομίας. Πραγματοποιήθηκαν τριάντα ημιδομημένες συνεντεύξεις σε εφήβους από δεκαπέντε έως δεκαοκτώ ετών από τα Γυμνάσια και τα Λύκεια της πόλης της Πρέβεζας. Η απουσία του αντίστοιχου μαθήματος από το πρόγραμμα σπουδών αποτελεί τροχοπέδη στην απόκτηση γνώσεων αναφορικά με την κατανόηση φαινομένων της καθημερινής ζωής που σχετίζονται με την παρουσία μας μέσα στο σύμπαν και τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τον πλανήτη μας, και καθορίζει τον βασικό στόχο της έρευνας. Από την ανάλυση των συμπερασμάτων της μελέτης διαπιστώθηκε ότι οι γνώσεις των μαθητών/τριών στο πεδίο της Αστρονομίας είναι περιορισμένες έως ανύπαρκτες. Οι αντιλήψεις υπερισχύουν έναντι των γνώσεων. This paper explores the perceptions of Secondary School students in relation to their knowledge of Astronomy. Thirty semi-structured interviews were conducted with adolescents aged fifteen to eighteen from the Gymnasiums and Lyceums of the city of Preveza. The absence of the corresponding course from the curriculum is an obstacle to the acquisition of knowledge regarding the understanding of phenomena of daily life related to our presence in the universe and the way we perceive our planet, and determines the main goal of research. The analysis of the conclusions of the study found that the knowledge of the students in the field of Astronomy is limited to non-existent. Perceptions prevail over knowledge. 111 σ.
- Published
- 2021
39. Teaching nature of science in Greece
- Author
-
Πλακίτση, Αικατερίνη, Σκουμιός, Μιχαήλ, Ραβάνης, Κωνσταντίνος, Κώτσης, Κωνσταντίνος, Πολάτογλου, Χαρίτων, Κολιόπουλος, Δημήτριος, and Χρηστίδου, Βασιλεία
- Subjects
Φύση των φυσικών επιστημών ,Nature of science ,Φυσικές επιστήμες -- Μελέτη και διδασκαλία (Δευτεροβάθμια) ,Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση ,Secondary education - Abstract
Η παρούσα διατριβή πραγματεύεται την ενσωμάτωση της διδασκαλίας της φύσης της γνώσης των Φυσικών Επιστημών (Φ.Ε.) στη διδασκαλία των Φ.Ε. στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση στην Ελλάδα. Στο πρώτο μέρος της διατριβής, θεωρητικό πλαίσιο, αρχικά παρουσιάζονται, ταξινομημένες σε δυο μεγάλες κατηγορίες, οι προτάσεις που έχουν κατατεθεί στη βιβλιογραφία για τον ορισμό της φύσης των Φυσικών Επιστημών (Φ.Ε.) και των προτεινόμενων χαρακτηριστικών της, οι «διενέξεις» μεταξύ των υποστηρικτών διαφορετικών απόψεων και μια συμβιβαστική πρόταση. Από τις υπάρχουσες προτάσεις στη διατριβή υιοθετείται η πρόταση της ομάδας του Lederman και αιτιολογείται η επιλογή της. Το πρώτο μέρος κλείνει με την παρουσίαση των τριών, σύμφωνα με τον Engeström, γενεών της Πολιτισμικής-Ιστορικής Θεωρίας της Δραστηριότητας με αναλυτικότερη παρουσίαση της 3ης γενιάς και των πέντε αρχών στις οποίες αυτή μπορεί να συνοψιστεί. Από τις πέντε αυτές αρχές, παρουσιάζονται εκτενέστερα η 4η Αρχή, που αναφέρεται στις αντιφάσεις και στο ρόλο τους, και η 5η Αρχή, η οποία αναφέρεται στον κύκλο της επεκτατικής μάθησης. Αιτιολογείται η απόφαση να χρησιμοποιηθεί ως θεωρητικό μεθοδολογικό πλαίσιο για το σχεδιασμό και την υλοποίηση του προγράμματος επιμόρφωσης η Πολιτισμική-Ιστορική Θεωρία της Δραστηριότητας και πιο συγκεκριμένα ο κύκλος της επεκτατικής μάθησης.Στο δεύτερο μέρος της διατριβής παρουσιάζεται η έρευνά μας. Αρχικά παρουσιάζεται η ανασκόπηση της βιβλιογραφίας για τη διδασκαλία της φύσης της γνώσης των Φ.Ε. Οι ερευνητές συμφωνούν: α) ότι η διδασκαλία της φύσης των Φ.Ε. είναι σημαντικό να ενσωματωθεί στη διδασκαλία των Φ.Ε., και τη συνδέουν με τον επιστημονικό γραμματισμό και την ενεργοποίηση των μαθητών, β) ότι η διδασκαλία της φύσης των Φ.Ε. είναι περισσότερο αποτελεσματική όταν γίνεται με σαφή, αναστοχαστικό τρόπο και εντός γνωστικού πλαισίου και γ) ότι είναι αναγκαία η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών για να την διδάξουν. Η ανασκόπηση της βιβλιογραφίας συνεχίζεται με την καταγραφή των διδακτικών προσεγγίσεων που χρησιμοποιούνται για τη διδασκαλία της φύσης της γνώσης των Φ.Ε., και την παρουσίαση των πλεονεκτημάτων και μειονεκτημάτων καθεμιάς από τις προσεγγίσεις αυτές. Έχουν καταγραφεί τρεις διδακτικές προσεγγίσεις: α) μέσω της Ιστορίας των Φ.Ε., β) μέσω της Επιστημονικής Διερεύνησης και γ) μέσω της ενασχόλησης με κοινωνικο-επιστημονικά ζητήματα, χωρίς να υπάρχει καταγεγραμμένη σύγχρονη εφαρμογή και των τριών. Αιτιολογείται η απόφαση να χρησιμοποιηθούν στο επιμορφωτικό πρόγραμμα που ακολουθεί και οι τρεις διδακτικές προσεγγίσεις. Ακολουθεί η παρουσίαση της έρευνας για το βαθμό συμπερίληψης της φύσης της γνώσης των Φ.Ε. στην Ελληνική Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση και ανάδειξης των πολιτισμικών χαρακτηριστικών των Ελλήνων εκπαιδευτικών. Από αυτήν προέκυψε ότι το πρόγραμμα σπουδών και τα σχολικά βιβλία δεν περιλαμβάνουν τα χαρακτηριστικά της φύσης της γνώσης των Φ.Ε., οι περισσότεροι εκπαιδευτικοί δεν γνωρίζουν οργανωμένα τα χαρακτηριστικά της, και αν ακόμη αναφέρουν εμπειρικά ορισμένα από αυτά, δεν αξιολογούν τους μαθητές στη γνώσης τους. Οι εκπαιδευτικοί ενδιαφέρονται κυρίως για την προετοιμασία των μαθητών για τις εξετάσεις. Τελικά, η πλειοψηφία των μαθητών έχουν απλοϊκές απόψεις για τα περισσότερα χαρακτηριστικά της φύσης της γνώσης των Φ.Ε..Τα όσα εκτέθηκαν σε όλα τα προηγούμενα οδηγούν σε λήψη αποφάσεων για την οργάνωση επιμορφωτικού προγράμματος. Οι αποφάσεις αυτές παρουσιάζονται συνολικά, αιτιολογούνται και με την εφαρμογή τους οδηγούν στη διαμόρφωση του επιμορφωτικού προγράμματος. Αυτό πραγματοποιήθηκε στη Θεσσαλονίκη με τη συνεργασία των 4 Ε.Κ.Φ.Ε. του Νομού και τη συμμετοχή 49 εκπαιδευτικών, από τον Απρίλιο του 2018 ως το Μάιο του 2019 σε έξι τρίωρες συναντήσεις. Αρχικά είχαν οργανωθεί οι τέσσερις πρώτες (Απρίλιος – Μάιος 2019), μία για κάθε μία διδακτική προσέγγιση, με την Ιστορία των Φ.Ε. να παρουσιάζεται πρώτη, να ακολουθεί η Επιστημονική Διερεύνηση και τέλος η συζήτηση κοινωνικο-επιστημονικών ζητημάτων. Στην τέταρτη συνάντηση έγινε παρουσίαση σχεδίων μαθήματος από συμμετέχοντες εκπαιδευτικούς, και ακολούθησε συζήτηση αξιολόγησης του προγράμματος. Από τα προβλήματα που εμφανίστηκαν στην παρουσίαση και τη συζήτηση, αναδείχτηκε από τους εκπαιδευτικούς η ανάγκη μιας ακόμη συνάντησης, που έγινε το Δεκέμβριο του 2018, η οποία οδήγησε σε ακόμη μία, που έγινε το Μάιο του 2019. Στο τρίτο μέρος της διατριβής παρουσιάζονται και συζητούνται τα αποτελέσματα της έρευνας. Αρχικά παρουσιάζεται η αξιολόγηση του προγράμματος επιμόρφωσης. Από την επεξεργασία των δεδομένων που συγκεντρώθηκαν προκύπτει: 1) Ως προς τα γνωστικά αποτελέσματα: α) οι επιμορφούμενοι έμαθαν τα χαρακτηριστικά της φύσης της γνώσης των Φ.Ε., β) είναι, στην πλειοψηφία τους, ικανοί να σχεδιάσουν ένα μάθημα που να περιλαμβάνει τα χαρακτηριστικά της φύσης της γνώσης των Φ.Ε., και γ) να τα εντάσσουν στη διδασκαλία τους. 2) Ως προς τη δομή του προγράμματος: οι εκπαιδευτικοί θεωρούν: α) αναγκαία τη γνώση και των τριών προσεγγίσεων, β) συμφωνούν με τη σειρά παρουσίασής τους γ) χρησιμοποιούν περισσότερο την προσέγγιση με την επιστημονική διερεύνηση, χωρίς όμως να απορρίπτουν καμία από τις τρεις και δ) γενικότερα βρήκαν το πρόγραμμα ενδιαφέρον και χρήσιμο. Η διατριβή τελειώνει με σχολιασμό των αποτελεσμάτων και ερμηνεία τους με βάση το θεωρητικό πλαίσιο και τη βιβλιογραφική ανασκόπηση. Αναφέρονται οι συνέπειες των ευρημάτων της διατριβής τόσο στο πεδίο της έρευνας όσο και στο πεδίο της διδασκαλίας, οι περιορισμοί της έρευνας και προτάσεις για περαιτέρω έρευνα. The present dissertation is about the integration of nature of scientific knowledge (NOSK) into teaching in the Greek Secondary Education.In the first part of the dissertation, the theoretical background, the suggestions for the definition of nature of science, and its characteristics are classified into two categories. Also, the critique for both suggestions and a proposed conciliation approach are presented. It was decided and explained why to follow the suggestion from the Lederman group. The first part closes with the presentation of the three, according to Engeström, generations of the Cultural-Historical Activity Theory. The third generation and the five principles in which it can be summarized are presented more analytically. Out of the five principles, the 4th and the 5th, which refer to contradictions and their role, and the cycle of expansive learning, respectively, are presented more extensively. The decision to use the Cultural-Historical Activity Theory, and more specifically the cycle of expansive learning, as the theoretical-methodological framework for the design and implementation of our PD-program are explained. Our research is presented in the second part of the dissertation. A literature review on nature of scientific knowledge (NOSK) teaching is presented. Researchers agree that: a) nature of scientific knowledge is important to be integrated into teaching, and they connect it with scientific literacy and students’ activation, b) NOSK instruction is more effective when performed in an explicit, reflective, and contextualized way, and c) teacher training is necessary for teachers to teach it. The literature review continues with the recording of the teaching approaches used in NOSK instruction and the presentation of the advantages and disadvantages of each approach. Three teaching approaches are recorded, through a) History of Science, b) Scientific Inquiry, and c) discussion of Socio-scientific issues. There is no recorded simultaneous recording of all three approaches. The decision to use all the approaches to the following PD-program is explained.The presentation of the research on the integration level of NOSK aspects in Greek Secondary Education and the cultural characteristics of Greek science teachers follows. The research revealed that the curriculum and the school textbooks do not contain NOSK aspects, most teachers do not know NOSK aspects as an organized body of knowledge, even if they empirically refer to some of them, and they never assess students on them. Teachers are mostly interested to prepare students for the exams. Finally, most teachers have naïve views on most NOSK aspects. All that was presented above lead to decisions to organize the PD-program. These decisions are presented in total, justified, and their implementation leads to the organization of the PD-program. It took place in Thessaloniki, in cooperation with the 4 Laboratory Centers for Physical Education (E.K.F.E.) of Thessaloniki. 49 teachers participated, from April 2018 to May 2019, in six 3-hour meetings. The first four meetings have been initially organized (April – May 2018), one for each teaching approach, starting with History of Science, the Scientific Inquiry followed, and the Socio-scientific issues were presented in the end. In the fourth meeting, participant teachers presented their lesson plans, and a discussion on the evaluation of the program followed. One of the problems that arise from the teachers during the presentations and the discussion was the need for one more meeting, that took place in December 2018, and one more, that took place in May 2019. In the third part of the dissertation, the results of the research are discussed. It starts with the evaluation of the PD-program. Through the evaluation of the program, it comes out: 1) considering cognitive results: a) participant teachers learned NOSK aspects, b) most of them are able to design a lesson plan that integrates NOSK aspects, and c) to integrate them into teaching. 2) Considering the structure of the PD-program: teachers regard a) the knowledge of the three approaches to be necessary, b) they agree with the order of their presentation, c) they mostly use the Scientific Inquiry, but they do not reject any of the three, and d) they found the PD-program to be interesting and necessary. The dissertation ends with the discussion of the results and their interpretation based on the theoretical framework and the literature review. The consequence of the findings of the dissertation in the field of research and instruction, the limitations of research, and suggestions for further research follow. 481 σ.
- Published
- 2021
40. Μοντέλο Ανεστραμμένης Διδασκαλίας και Πληροφοριακή Παιδεία: διερεύνηση σε one-shot πρόγραμμα στη μη τυπική εκπαίδευση
- Author
-
Φιλιππάκης, Μιχαήλ, Σχολή Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών. Τμήμα Ψηφιακών Συστημάτων, and Ηλεκτρονική Μάθηση
- Subjects
Μοντέλο Ανεστραμμένης Διδασκαλίας ,Σύστημα Διαχείρισης Μάθησης ,Πληροφοριακή Παιδεία ,Μη τυπική εκπαίδευση ,Δευτεροβάθμια εκπαίδευση - Abstract
H Πληροφοριακή Παιδεία αναγνωρίζεται διεθνώς ως σύνολο γνώσεων και δεξιοτήτων που συνδέονται με την αναγνώριση της πληροφοριακής ανάγκης, τον εντοπισμό, την αξιολόγηση και τη χρήση της πληροφορίας. Η καλλιέργειά της είναι στενά συνδεδεμένη με τον εκπαιδευτικό ρόλο των βιβλιοθηκών, την ενσωμάτωσή της στο πρόγραμμα σπουδών όλων των βαθμίδων εκπαίδευσης και τη συνεργασία μεταξύ βιβλιοθηκονόμων και εκπαιδευτικών. Ο πλέον διαδεδομένος τρόπος καλλιέργειας της Πληροφοριακής Παιδείας διεθνώς είναι μέσω αυτοτελών συναντήσεων, οι οποίες, κατά γενική ομολογία, λειτουργούν ανασταλτικά στην επίτευξη των μαθησιακών αποτελεσμάτων. Στο πλαίσιο αναζήτησης τρόπων ενίσχυσης της αποτελεσματικότητας αυτών των συναντήσεων, αναβάθμισης της μαθησιακής εμπειρίας και μεγιστοποίησης των μαθησιακών αποτελεσμάτων, οι βιβλιοθηκονόμοι εμπλουτίζουν τα προγράμματα Πληροφοριακής Παιδείας με καινοτόμες εκπαιδευτικές πρακτικές. Μία δημοφιλής πρακτική αποτελεί και το Μοντέλο Ανεστραμμένης Διδασκαλίας, το οποίο έχει αξιοποιηθεί κυρίως στην τριτοβάθμια εκπαίδευση με θετικά αποτελέσματα. Αντίθετα, όμως, με την τυπική εκπαίδευση, η αξιοποίηση του μοντέλου στην μη τυπική εκπαίδευση παραμένει περιορισμένη. Λαμβάνοντας υπόψη το παραπάνω, η παρούσα εργασία παρουσιάζει τον εκπαιδευτικό σχεδιασμό, την υλοποίηση και την αξιολόγηση εκπαιδευτικής παρέμβασης που συνδέεται με την Πληροφοριακή Παιδεία και αξιοποιεί το Μοντέλο Ανεστραμμένης Διδασκαλίας σε μία μόνο συνάντηση στο πλαίσιο της μη τυπικής εκπαίδευσης. Η εκπαιδευτική παρέμβαση ενσωματώθηκε στο πρόγραμμα σπουδών της Γ΄ Γυμνασίου και διαρθρώθηκε γύρω από ένα πληροφορικό πρόβλημα το οποίο οι μαθητές κλήθηκαν να επιλύσουν με οδηγό το μοντέλο Big6. Αξιοποιώντας το Σύστημα Διαχείρισης Μάθησης Moodlecloud, διερευνήθηκαν τα μαθησιακά αποτελέσματα της εκπαιδευτικής παρέμβασης που υλοποιήθηκε σε εξωσχολική βιβλιοθήκη καθώς και οι απόψεις και η εμπειρία των μαθητών και του εκπαιδευτικού που συμμετείχαν. Τα ερευνητικά αποτελέσματα φανέρωσαν βελτίωση των μαθησιακών αποτελεσμάτων και θετική ανταπόκριση των συμμετεχόντων στο μοντέλο και στην αξιοποίηση του στην μη τυπική εκπαίδευση.
- Published
- 2021
41. Εναλλακτική προσέγγιση του προγράμματος Out Of Eden Learn - Σχεδιασμός οδηγού διασύνδεσης του προγράμματος OOEL με το αναλυτικό πρόγραμμα σπουδών της Δ’ Δημοτικού
- Author
-
Ρετάλης, Συμεών, Σχολή Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών. Τμήμα Ψηφιακών Συστημάτων, and Ηλεκτρονική Μάθηση
- Subjects
Πρόγραμμα Out Of Eden Learn (OOEL) ,Πρωτοβάθμια εκπαίδευση ,Διασύνδεση με το αναλυτικό πρόγραμμα ,Οδηγός υλοποίησης ,Δευτεροβάθμια εκπαίδευση ,Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ ,Οργανισμός Project Zero - Abstract
Στην παρούσα ερευνητική διπλωματική εργασία αξιοποιήθηκε το εκπαιδευτικό πρόγραμμα της παγκόσμιας μαθησιακής κοινότητας του Οργανισμού Project Zero της Παιδαγωγικής Σχολής του Πανεπιστημίου Harvard. Συγκεκριμένα, παρουσιάζεται μία εναλλακτική προσέγγιση του προγράμματος Out Of Eden Learn (OOEL), όπως αυτό υλοποιήθηκε στο πλαίσιο του προγράμματος «Εργαστήρια Δεξιοτήτων», μέσα από έναν οδηγό ο οποίος είναι συνδεδεμένος με τους σκοπούς και τους στόχους του προγράμματος σπουδών για την Δ’ Δημοτικού. Στην έρευνα πήραν μέρος μαθητές και εκπαιδευτικοί από δώδεκα (12) Νηπιαγωγεία και τριάντα (30) Δημοτικά Σχολεία από όλες τις περιοχές της Ελλάδας. Σε διάρκεια έξι (6) εβδομάδων χορηγήθηκαν στους εκπαιδευτικούς αρχικά και στη συνέχεια στους μαθητές, δραστηριότητες που σχεδιάστηκαν με βάση τις αρχές του προγράμματος. Ως βασικές αρχές του προγράμματος θεωρήθηκαν: α) η παρατεταμένη παρατήρηση “slow looking”, β) η ανταλλαγή ιστοριών “exchange stories” και γ) η διαπολιτισμική διασύνδεση τοπικών και οικουμενικών ζητημάτων “connect to bigger human stories”. Κατά τη διάρκεια του προγράμματος οι εκπαιδευτικοί είχαν τη δυνατότητα να επικοινωνούν μεταξύ τους, να ανταλλάσσουν απόψεις και να μοιράζονται ιδέες για την καλύτερη εφαρμογή του προγράμματος. Αξίζει να σημειωθεί ότι ένα μεγάλο μέρος των δραστηριοτήτων πραγματοποιήθηκε διαδικτυακά λόγω της πανδημίας του COVID-19 και της απαγόρευσης της λειτουργίας όλων των σχολικών δομών με φυσική παρουσία. Στο τέλος του προγράμματος χορηγήθηκε στους εκπαιδευτικούς ένα ερωτηματολόγιο, προκειμένου να αξιολογηθεί κατά πόσο εφαρμόσιμη και εφικτή είναι η ενσωμάτωση της πιλοτικής εφαρμογής του προγράμματος στο σχολικό αναλυτικό πρόγραμμα και να ανιχνευθούν οι ανάγκες των εκπαιδευτικών. Ύστερα από την αξιολόγηση των απαντήσεων των εκπαιδευτικών σχεδιάστηκε ένα οδηγός διασύνδεσης των δραστηριοτήτων του προγράμματος ΟΟΕL με το αναλυτικό πρόγραμμα ο οποίος είναι στοχευμένος για την Δ’ Δημοτικού. Στον οδηγό αυτόν περιγράφονται αναλυτικά οι δραστηριότητες που θα ακολουθήσουν εκπαιδευτικοί και μαθητές, καθώς και οι προεκτάσεις των δραστηριοτήτων και οι επιμέρους στόχοι, αλλά και στοιχεία πιο ειδικά όπως οι θεματικές περιοχές, η προτεινόμενη διδακτική ώρα και η δομή της τάξης. Στο τέλος, παρατίθενται τα συμπεράσματα που από τη στατιστική ανάλυση των δεδομένων που συγκεντρώθηκαν από τη διεξαγωγή της πειραματικής διαδικασίας., In this research dissertation, the educational program of the global learning community of the Project Zero Organization of the Pedagogical School of Harvard University was used. In particular, an alternative approach to the Out Of Eden Learn (OOEL) programme, as implemented under the Skills Workshops programme, is presented through a guide linked to the objectives of the fourth grade curriculum. Students and teachers from twelve (12) Kindergartens and thirty (30) Primary schools from all regions of Greece took part in the survey. Over a period of six (6) weeks, teachers were initially and subsequently given activities designed on the basis of the principles of the programme. The main principles of the programme were considered: (a) the prolonged observation of "slow looking", (b) the exchange of stories and (c) the intercultural interconnection of local and universal issues "connect to bigger human stories". During the course of the programme teachers were able to communicate with each other, exchange views and share ideas for better implementation of the programme. It is worth noting that a large part of the activities took place online due to the COVID-19 pandemic and the ban on the operation of all school structures with a physical presence. At the end of the programme, teachers were given a questionnaire to assess the feasibility of integrating the pilot implementation of the programme into the school curriculum and to detect teachers' needs. Following the evaluation of the teachers' responses, a guide was designed to link the activities of the OOEL programme with the curriculum targeted for the 4th Grade. This guide describes in detail the activities to be followed by teachers and students, as well as the extensions of the activities and the individual objectives, as well as more specific elements such as the thematic areas, the proposed teaching time and the structure of the classroom. In the end, the conclusions drawn from the statistical analysis of the data collected from the conduct of the experimental procedure are set out.
- Published
- 2021
42. Parental involvement in secondary education and its relationship with students' school performance
- Author
-
Ζάγκος, Χρήστος, Αθανασιάδης, Θεοχάρης, and Γκαραβέλας, Κωνσταντίνος
- Subjects
Views of teachers and parents ,Απόψεις εκπαιδευτικών και γονέων ,Σχολική επίδοση ,Γονεϊκή εμπλοκή ,Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση ,Parental involvement ,Secondary education ,School performance - Abstract
Η γονεϊκή εμπλοκή, σύμφωνα με τη διεθνή βιβλιογραφία, αποτελεί μια σημαντική συνιστώσα της εκπαιδευτικής διαδικασίας με πολλαπλά οφέλη για τα παιδιά, τους γονείς, τους εκπαιδευτικούς και το σχολείο. Αποτελεί διεθνώς αντικείμενο μελέτης και έρευνας και η ενίσχυσή της ζητούμενο πολλών εκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεων. Στόχος της παρούσας εργασίας ήταν η διερεύνηση και η συσχέτιση των απόψεων εκπαιδευτικών και γονέων μαθητών της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης σχετικά με τη γονεϊκή εμπλοκή, τους παράγοντες που την επηρεάζουν, τα οφέλη της, τη σχέση της με τη σχολική επίδοση και τις στρατηγικές ενίσχυσής της. Δείγμα της ποιοτικής έρευνας αποτέλεσαν δέκα εκπαιδευτικοί και δέκα γονείς μαθητών της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης σε δημόσια σχολεία του νομού Άρτας. Από τη θεματική ανάλυση των ερευνητικών δεδομένων που συλλέχθηκαν μέσω ημιδομημένων συνεντεύξεων κατά το χρονικό διάστημα Σεπτεμβρίου-Οκτωβρίου 2020 προέκυψε ότι εκπαιδευτικοί και γονείς έχουν θετική στάση απέναντι στη γονεϊκή εμπλοκή την οποία όμως θεωρούν μειωμένη στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Αναγνωρίζουν τον πολυδιάστατο χαρακτήρα της και επισημαίνουν ότι η έκταση και η μορφή της καθορίζονται από παράγοντες σχετικούς με τους γονείς, τους εκπαιδευτικούς, το σχολικό πλαίσιο και τα παιδιά. Εκπαιδευτικοί και γονείς μοιράζονται κοινές απόψεις για τα οφέλη της γονεϊκής εμπλοκής: ενισχύει την επίδοση και τη αυτοεκτίμηση, συμβάλλει στην πρόληψη και την αντιμετώπιση ανεπιθύμητων συμπεριφορών, βελτιώνει τις σχέσεις γονέων-μαθητών-εκπαιδευτικών, ενισχύει την αποτελεσματικότητα του εκπαιδευτικού έργου, το κύρος του εκπαιδευτικού και την εικόνα του σχολείου. Τέλος, επισημαίνουν την ανάγκη ενίσχυσης της γονεϊκής εμπλοκής μέσω της ανάληψης πρωτοβουλιών και της συνεργασίας σχολείου και Συλλόγου Γονέων και Κηδεμόνων και την ανάγκη επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών για θέματα γονεϊκής εμπλοκής. According to the international literature, parental involvement, is an important component of the educational process with multiple benefits for children, parents, teachers and the school. It is the subject of international study and research and its strengthening is required for many educational reforms. The aim of this study was to investigate and correlate the views of teachers and parents of secondary school students about parental involvement, the factors that affect it, its benefits, its relationship with school performance and its reinforcement strategies. The sample of the qualitative research were ten teachers and ten parents of secondary school students in public schools in the prefecture of Arta. The thematic analysis of the research data, collected through semi-structured interviews during the period September-October 2020, showed that teachers and parents have a positive attitude towards parental involvement, but they consider it reduced in secondary education. They recognize its multidimensional nature and point out that its extent and form are determined by factors relevant to parents, teachers, school and children. Teachers and parents share common views on the benefits of parental involvement: it enhances performance and self-esteem, helps prevent and treat unwanted behaviors, improves parent-student teacher relationships, enhances teacher effectiveness, as well as the teacher’s prestige and the image of school. Finally, they point out the need to strengthen parental involvement through initiatives and cooperation between the school and the Parents and Guardians Association, as well as the need to train teachers on parental involvement issues. 155 σ.
- Published
- 2021
43. Secondary teachers’ beliefs about the educational uses of information and communication technologies: Gender issues
- Subjects
ICT gender sterotypes ,Εκπαιδευτικοί ,Εκπαίδευση και φύλο ,Αντιλήψεις για την εκπαιδευτική ένταξη των υπολογιστών ,Computer self-efficacy ,Teachers ,Αυτοαποτελεσματικότητα για τους υπολογιστές ,Secondary education ,Δευτεροβάθμια εκπαίδευση ,Gender and education ,Σεξιστικά στερεότυπα για τις ΤΠΕ ,Beliefs about ICT educational integration - Abstract
Η παρούσα εργασία διερεύνησε το ρόλο των εκπαιδευτικών στο έμφυλο ψηφιακό χάσμα, εξετάζοντας αφενός το πρότυπο που παρουσιάζουν στην τάξη όσον αφορά τη χρήση των τεχνολογιών της πληροφορίας και της επικοινωνίας (ΤΠΕ) και αφετέρου τις αντιλήψεις τους για τη σχέση φύλου και ΤΠΕ. Στην έρευνα συμμετείχαν 164 Έλληνες/Ελληνίδες εκπαιδευτικοί της δευτεροβάθμιας, οι οποίοι/ες κλήθηκαν να απαντήσουν σε ερωτηματολόγιο. Οι ερωτήσεις αφορούσαν την προσωπική και εκπαιδευτική χρήση ΤΠΕ, την αυτοαποτελεσματικότητά τους ως προς την εκπαιδευτική χρήση των ΤΠΕ, τις αντιλήψεις τους για την εκπαιδευτική ένταξη των ΤΠΕ και τις απόψεις τους για τη σχέση των αγοριών και των κοριτσιών με τους υπολογιστές και την Πληροφορική. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι πολλοί/ές εκπαιδευτικοί έκριναν ότι τα αγόρια είναι πιο ικανά στους υπολογιστές και ότι τους ταιριάζει περισσότερο να σπουδάσουν Πληροφορική. Επίσης, οι γυναίκες εκπαιδευτικοί ανέφεραν πιο περιορισμένη προσωπική και εκπαιδευτική χρήση ΤΠΕ, και χαμηλότερη αυτοαποτελεσματικότητα για τη χρήση ΤΠΕ στη διδασκαλία συγκριτικά με τους άνδρες συναδέλφους τους. Στις γυναίκες εκπαιδευτικούς η διδακτική εμπειρία συνδεόταν αρνητικά με στερεοτυπικές απόψειςκαι με την αυτοαποτελεσματικότητα. Αυτό δείχνει ότι οι νεότερες γυναίκες εκπαιδευτικοί τείνουν να παρουσιάζουν ένα πιο θετικό πρότυπο στα κορίτσια, καθώς φάνηκε να έχουν μεγαλύτερη εμπιστοσύνη τις ικανότητές τους ως προς τη χρήση των νέων τεχνολογιών και να αποδέχονται σε μικρότερο βαθμό τα στερεότυπα για τα φύλα και τις ΤΠΕ., The present study explored teachers’ role in the gender digital divide by examining their beliefs regarding the educational integration of information and com - munication technologies (ICTs) and their views about ICTs and gender. Partici - pants were 164 secondary education teachers who responded to a survey. Questions focused on teachers’personal and educational ICT use, their computer self-efficacy, their beliefs about the educational uses that of ICTs and their views on issues of gender and information technology. The results showed thatteachers tended to think that boys were more capable in computers and that the study of computing was more appropriate for boys. Female teachers reported lower personal and educational ICT use as well aslower self-efficacy regarding the use of ICTs in the classroom compared to male teachers. However, in female teachers, teaching experience correlated negatively with both self-efficacy and gender stereotypes.This indicates that young female teachers may present a positive role model to their female students as they appear to be more confident to use ICTs in the classroom and to hold non-stereotyped views about gender and technology.
- Published
- 2020
44. Παράγοντες που Διευκολύνουν ή Δυσχεραίνουν τη Συνεργασία των Εκπαιδευτικών της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης
- Subjects
Εκπαιδευτικοί ,Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση ,Κουλτούρα συνεργασίας ,Συνεργασία ,Ομάδες συνεργασίας - Abstract
Στόχος της παρούσας μελέτης ήταν η διερεύνηση του βαθμού στον οποίο οι εκπαιδευτικοί της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης αναφέρουν ότι συνεργάζονται μεταξύ τους, της μορφής που λαμβάνει η συνεργασία, και των παραγόντων θεωρούν ότι τη διευκολύνουν ή τη δυσχεραίνουν. Συμμετείχαν 143 εκπαιδευτικοί και των δυο φύλων, διαφόρων ειδικοτήτων της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Για τους σκοπούς της έρευνας κατασκευάστηκαν και χορηγήθηκαν σχετικά ερωτηματολόγια αυτο-αναφορών. Οι έλεγχοι των ψυχομετρικών ιδιοτήτων των ερωτηματολογίων έδειξαν ότι είναι έγκυρα και αξιόπιστα στο συγκεκριμένο δείγμα εκπαιδευτικών. Σε συμφωνία με τα διεθνή δεδομένα, ως παράγοντες που διευκολύνουν τη συνεργασία τους αναφέρουν σε μεγάλο βαθμό την υποστήριξη από τη διεύθυνση, την ύπαρξη αρμονικών φιλικών σχέσεων μεταξύ τους και την ύπαρξη μιας κουλτούρας συνεργασίας στο σχολείο, ενώ ως παράγοντες που δυσχεραίνουν τη μεταξύ τους συνεργασία αναγνωρίζουν κυρίως την έλλειψη χρόνου και τη δυσπιστία ορισμένων ως προς την αποτελεσματικότητα των συνεργατικών δράσεων. Οι αναφορές ελλιπούς κατάρτισης για το σχεδιασμό και την υλοποίηση συνεργασιών βρέθηκαν να ερμηνεύουν στατιστικώς σημαντικά και αρνητικά το βαθμό συνεργασίας που αναφέρουν., Επιστήμες Αγωγής, Vol. 2020 No. 3 (2020): Issue 3 / 2020
- Published
- 2020
- Full Text
- View/download PDF
45. Ανοικτή επιστήμη και σχολείο: ανιχνεύοντας τις απόψεις και τις στάσεις των εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας και της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης
- Author
-
Σάμψων, Δημήτριος, Σχολή Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών. Τμήμα Ψηφιακών Συστημάτων, and Ηλεκτρονική Μάθηση
- Subjects
Open educational resourses repositories ,Ανοικτή Πρόσβαση ,Creative Commons ,Secondary education ,Δευτεροβάθμια εκπαίδευση ,Open Access ,Ανοικτά εκπαιδευτικά αποθετήρια ,Ανοικτοί εκπαιδευτικοί πόροι ,Πρωτοβάθμια εκπαίδευση ,Άδειες κοινής χρήσης ,Open science ,Ανοικτή επιστήμη ,Primary education ,Open educational resourses - Abstract
Στην καρδιά του κινήματος της Ανοικτής Επιστήμης βρίσκεται η απλή και ισχυρή ιδέα ότι η γνώση του κόσμου είναι δημόσιο αγαθό και ότι η τεχνολογία γενικά και ο Παγκόσμιος Ιστός ειδικότερα παρέχουν μια εξαιρετική ευκαιρία σε όλους να μοιράζονται, να χρησιμοποιούν και να επαναχρησιμοποιούν αυτή τη γνώση. Το υλικό αυτό, το οποίο βρίσκεται σε ανοικτά εκπαιδευτικά αποθετήρια παρέχει στους χρήστες το πνευματικό κεφάλαιο για να τους βοηθήσουν να κατανοήσουν και να χρησιμοποιήσουν όλο το περιεχόμενο του Ιστού. Σε συνθήκες επιδημίας και περιορισμού, το επάγγελμα του εκπαιδευτικού γνώρισε πρωτόγνωρες προκλήσεις, τις οποίες έπρεπε να αντιμετωπίσει άμεσα και εκτός του καθημερινού του επαγγελματικού χώρου. Εκπαιδευτικοί έπρεπε να αναπτύξουν εκπαιδευτικό υλικό για άμεση χρήση από ένα ευρύ αριθμό μαθητών. Κάτω από αυτές τις συνθήκες έγινε κατανοητή η αξία της ανοικτότητας στην πρόσβαση και στην επιστήμη. Όμως πόσοι γνωρίζουν το συγκριμένο πλαίσιο και πόσοι ήδη έχουν ενστερνιστεί τις αρχές της. Η παρούσα εργασία επιδιώκει μέσα από την εφαρμογή μιας ποσοτικής έρευνας να διαλευκάνει αν οι εκπαιδευτικοί γνωρίζουν τον χώρο της ανοικτής επιστήμης και της ανοικτής πρόσβασης και αν η παρακολούθηση ενός εκπαιδευτικού προγράμματος, μπορεί να συντελέσει αποτελεσματικά στην μεταβολή της στάσης τους. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας η γνώση των εννοιών αποτελεί και κίνητρο για την εφαρμογή των αρχών της ανοικτής επιστήμης., In the center of the Open Science movement is the simple and powerful notion that world’s knowledge is a public good and that technology in general and the World Wide Web in particular provide a great opportunity for everyone to share, use and reuse this knowledge. The material, which enriches open educational repositories, provides users with intellectual capital, which can help them understand and use all of the web content. In conditions of an epidemy and restriction, teaching profession faced unprecedented challenges, where it had correspond immediately. Teachers had to develop instructional material for immediate use by a wide range of students. Under these conditions the value of openness to access and science was obvious. But how many teachers know the specific context and how many have already embraced its principles. The present work seeks through the implementation of a quantitative research to clarify whether teachers are aware of the field of open science and open access and whether attending an educational program can effectively contribute to changing their attitude. According to the results of the research, the knowledge of the concepts is also a motivation for the application of the principles of open science.
- Published
- 2020
- Full Text
- View/download PDF
46. The involvement of secondary school teachers in environmental education programs and its two-way relationship to the formation of their professional identity
- Subjects
επαγγελματική ταυτότητα εκπαιδευτικών ,Περιβαλλοντική εκπαίδευση ,δευτεροβάθμια εκπαίδευση ,ποιοτική έρευνα - Abstract
Η περιβαλλοντική εκπαίδευση (Π.Ε.) έχει εισαχθεί στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα από το 1991. Λειτουργεί με τη πραγματοποίηση προγραμμάτων στα οποία η συμμετοχή τόσο των μαθητών όσο και των εκπαιδευτικών είναι εθελοντική. Στο παρόν άρθρο παρουσιάζονται τα ευρήματα ποιοτικής έρευνας, η οποία μελέτησε τις ιδιαίτερες λογικές που κινητοποιούν εκπαιδευτικούς της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης για να συμμετάσχουν σε προγράμματα Π. Ε. Σε αντίθεση με έρευνες ανίχνευσης κινήτρων, που εστιάζουν κάθε φορά σε συγκεκριμένους μεμονωμένους παράγοντες, οι οποίοι εμφανίζονται να ωθούν το άτομο για την ανάληψη της μιας ή της άλλης δράσης, στην παρούσα έρευνα υιοθετήθηκε μια ολιστική προσέγγιση της κινητοποίησης προς δράση (της ανάληψης πρωτοβουλίας στο πλαίσιο περιβαλλοντικών προγραμμάτων), η οποία θέτει στο επίκεντρο την προβληματική της ταυτότητας. Για τις ανάγκες της έρευνας διενεργήθηκαν 14 ημι-δομημένες συνεντεύξεις με εκπαιδευτικούς, οι οποίοι υπηρετούν σε τέσσερα σχολεία της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης νομού της Κρήτης και έχουν οργανώσει προγράμματα Π.Ε. Από τη (θεματική) ανάλυση του υλικού προέκυψε μια τυπολογία διαφορετικών λογικών συμμετοχής των εκπαιδευτικών στα προγράμματα αυτά. Η διαφοροποίηση των λογικών αυτών εδράζεται στους διαφορετικούς τρόπους εγκιβωτισμού τους στο πλαίσιο των διαμορφούμενων επαγγελματικών ταυτοτήτων. Η έρευνα κατέδειξε, επίσης, ότι η σχέση μεταξύ της διαδικασίας διαμόρφωσης της επαγγελματικής ταυτότητας των εκπαιδευτικών και της συμμετοχής τους σε προγράμματα Π.Ε. είναι αμφίδρομη.
- Published
- 2020
47. Ανάπτυξη δεξιοτήτων υπολογιστικής σκέψης μέσω μαθημάτων εκπαιδευτικής ρομποτικής
- Author
-
Ιωάννου, Άντρη
- Subjects
Computational Thinking ,Εκπαιδευτική Ρομποτική ,Educational Robotics ,Υπολογιστική Σκέψη ,Secondary Education ,Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση - Abstract
Computational Thinking (CT) is an important concept in modern education. The scientific community seeks to determine how CT skills can be developed with the use of technological means. Few studies have systematically investigated the effectiveness of Educational Robotics (ER) activities for the development of CT skills. The purpose of this dissertation is to determine if ER activities can improve students' CT skills via ER. The dissertation presents an action research study consisting of four consecutive cycles. The study was conducted in two private schools in Cyprus and examined the issue with a total of 118 student-participants over a period of two and a half years. Findings from quantitative data showed that students who participated in ER activities had a statistically significant improvement in CT as opposed to students who did not participate in ER activities. In addition, students who participated in ER activities were able to effectively solve complex problems in real ER competitions. This dissertation provides a comprehensive picture of the use of different ER technologies and shows that CT skills are developed through ER activities regardless of the technological tool being used. Finally, the dissertation provides researchers and educators with ideas and examples of how ER can be effectively used in the classroom for the development of CT skills. Η Υπολογιστική Σκέψη (ΥΣ) είναι μια σημαντική έννοια στη σύγχρονη εκπαίδευση. Η επιστημονική κοινότητα όχι μόνο διερευνά τις δεξιότητες που σχετίζονται με την ΥΣ, αλλά προσπαθεί επίσης να καθορίσει πώς μπορούν οι δεξιότητες αυτές να αναπτυχθούν και με ποια τεχνολογικά εργαλεία. Λίγες μελέτες έχουν διερευνήσει συστηματικά την αποτελεσματικότητα των δραστηριοτήτων Εκπαιδευτικής Ρομποτικής (ΕΡ), για την ανάπτυξη των δεξιοτήτων της ΥΣ. Ο σκοπός αυτής της μελέτης είναι να διαπιστωθεί εάν οι δραστηριότητες ΕΡ μπορούν να βελτιώσουν τις δεξιότητες ΥΣ των μαθητών και με ποιες τεχνολογίες. Η διατριβή παρουσιάζει μια έρευνα δράσης που αποτελείται από τέσσερις διαδοχικούς κύκλους. Η έρευνα διεξήχθη σε δύο ιδιωτικά σχολεία στην Κύπρο και εξετάζει το ζήτημα με ένα σύνολο 118 μαθητών σε περίοδο δυόμισι χρόνων. Τα ποσοτικά αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι οι μαθητές που συμμετείχαν στις δραστηριότητες ΕΡ είχαν στατιστικά σημαντική βελτίωση στην μέτρηση ΥΣ σε σχέση με μαθητές που δεν συμμετείχαν σε δραστηριότητες ΕΡ. Επιπλέον, οι μαθητές που συμμετείχαν σε δραστηριότητες ΕΡ ήταν σε θέση να λύσουν αποτελεσματικά πολύπλοκα προβλήματα σε πραγματικούς διαγωνισμούς ΕΡ. Η διατριβή αυτή προσφέρει μια ολοκληρωμένη εικόνα σχετικά με τη χρήση διαφορετικών τεχνολογιών ΕΡ και διαπιστώνει ότι οι δεξιότητες που σχετίζονται με την ΥΣ αναπτύσσονται μέσα από τις δραστηριότητες ΕΡ ανεξαρτήτως τεχνολογικού εργαλείου ΕΡ. Τέλος, η διατριβή προσφέρει στους ερευνητές και εκπαιδευτικούς ιδέες και παραδείγματα για τον τρόπο με τον οποίο η ΕΡ μπορεί να εφαρμοστεί αποτελεσματικά στην τάξη για την ανάπτυξη της ΥΣ. Examination Committee Members: Nikleia Eteokleous, Andri Ioannou Completed
- Published
- 2020
48. Η Έρευνα για την Τηλεδιάσκεψη στην εξΑΕ. Μία Βιβλιογραφική Ανασκόπηση
- Subjects
τριτοβάθμια εκπαίδευση ,επιμόρφωση ,εξ Αποστάσεως Εκπαίδευση ,δευτεροβάθμια εκπαίδευση ,σύγχρονη επικοινωνία ,Τηλεδιάσκεψη ,πρωτοβάθμια εκπαίδευση - Abstract
Η διάδοση της χρήσης του βίντεο, ως σύγχρονη μορφή επικοινωνίας, άλλαξε τα δεδομένα τόσο στην επικοινωνία των ανθρώπων όσο και στις εφαρμογές της εξΑΕ. Η τηλεδιάσκεψη αποτελεί, πλέον, ένα διαδεδομένο μέσο επικοινωνίας στην εξΑΕ και χρησιμοποιείται στη σχολική εξΑΕ, σε εξΑΕ προγράμματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης αλλά και σε εξΑΕ επιμορφωτικά προγράμματα. Η βιβλιογραφία, άλλωστε, αποδεικνύει το ιδιαίτερο ενδιαφέρον των ερευνητών για τη μελέτη της. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η παρουσίαση του ερευνητικού ενδιαφέροντος για την τηλεδιάσκεψη στο επιστημονικό πεδίο της εξΑΕ. Μέσω μιας εστιασμένης βιβλιογραφικής ανασκόπησης εγχώριων και διεθνών βιβλιογραφικών πηγών καταγράφονται τα αντικείμενα της ερευνητικής δραστηριότητας, αλλά και τα συμπεράσματα που προέκυψαν, σε σχέση με την εφαρμογή της τηλεδιάσκεψης και του σύγχρονου τρόπου επικοινωνίας στη εξΑΕ. Από τα ευρήματα της έρευνας προκύπτει πως η ερευνητική δραστηριότητα για την τηλεδιάσκεψη στην Ελλάδα είναι περιορισμένη σε σχέση με τη διεθνή βιβλιογραφία, καθώς και το ότι η τηλεδιάσκεψη δεν έχει μελετηθεί ιδιαίτερα ως προς τη λειτουργία της μάθησης σε ατομικό και ομαδικό επίπεδο.
- Published
- 2020
49. Multicultural competence of secondary education executives in the prefecture of Ioannina
- Author
-
Στεργίου, Λήδα, Ράπτης, Θεοχάρης, and Σοφού, Ευστρατία
- Subjects
Διαχείριση πολυπολιτισμικότητας ,Management of multiculturalism ,Secondary education ,Διαπολιτισμικότητα ,Multiculturalism ,Leadership ,Interculturalism ,Intercultural competence ,Πολυπολιτισμικότητα ,Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση ,Στελέχη εκπαίδευσης ,Διαπολιτισμική ικανότητα ,Ηγεσία ,Education executives - Abstract
Στη σημερινή, παγκοσμιοποιημένη κοινωνία καλούμαστε όλοι να ζήσουμε σε ένα πολυπολιτισμικό περιβάλλον και αυτό δημιουργεί νέες ανάγκες σε όλα τα επίπεδα. Η διαπολιτισμικότητα είναι πλέον ένα βασικό ζητούμενο, του οποίου η εκπαιδευτική διάσταση είναι κύριος πυλώνας, αφού ένας συνεχώς αυξανόμενος αριθμός μαθητών με διαφορετικό γλωσσοπολιτισμικό υπόβαθρο, εντάσσεται στις εκπαιδευτικές δομές πολλών δυτικών χωρών, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα. Στο παραπάνω πλαίσιο και για να λειτουργήσουν ομαλά και δημοκρατικά οι σύγχρονες κοινωνίες, έχει ιδιαίτερη σημασία η ύπαρξη της ικανότητας κατανόησης του άλλου, χωρίς πολιτισμικά εμπόδια, δηλαδή η ύπαρξη της διαπολιτισμικής ικανότητας. Η διαπολιτισμική ικανότητα είναι απαραίτητη ιδιαίτερα στις καινούργιες γενιές, που θα κληθούν να ζήσουν μέσα σ’ αυτή την πιο σύνθετη παγκόσμια κοινωνία και γι’ αυτό τα σχολεία διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη και την καλλιέργειά της. Τα σχολεία όμως είναι πολυπρόσωποι οργανισμοί, που για να μεταδώσουν στους μαθητές αντίστοιχες γνώσεις, αξίες και στάσεις πρέπει αρχικά τα στελέχη εκπαίδευσης, που ασκούν τη διοίκηση των σχολείων, αλλά και οι εκπαιδευτικοί να είναι διαπολιτισμικά ικανοί. Στην παρούσα μεταπτυχιακή μελέτη επιχειρείται να καταγραφεί το μοντέλο ηγεσίας που ακολουθούν οι συμμετέχοντες στην έρευνα καθώς και η εκπαιδευτική προσέγγιση της πολυπολιτισμικότητας που ενστερνίζονται. Ο τελικός στόχος της παρούσας μελέτης είναι να διερευνηθεί η σχέση του μοντέλου ηγεσίας και της προσέγγισης της πολυπολιτισμικότητας, με τη διαπολιτισμική ικανότητα των στελεχών της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στην περιοχή των Ιωαννίνων, μέσω θεματικής ανάλυσης ημιδομημένων συνεντεύξεων, που παραχωρήθηκαν από δεκαπέντε (15) διευθυντές και υποδιευθυντές Γενικών και Επαγγελματικών Λυκείων (ΓΕ.Λ. και ΕΠΑ.Λ.). Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας οι διευθύνσεις των σχολικών μονάδων προσεγγίζουν την ετερότητα, κυρίως μέσω του πολυπολιτισμικού μοντέλου, χωρίς να λείπουν εντελώς και αυτοί που ακολουθούν το αφομοιωτικό μοντέλο. Σε ότι αφορά το μοντέλο ηγεσίας, αναδείχθηκε ότι όλοι οι συνεντευξιαζόμενοι ενστερνίζονται το δημοκρατικό μοντέλο (ταξινόμηση Lewin) και η πλειονότητα το καθοδηγούμενο από αξίες μοντέλο (ταξινόμηση Day et al). Τέλος, προέκυψε ότι τα επιμορφωμένα σε σχέση με τη διαπολιτισμικότητα στελέχη, διέθεταν αυξημένη διαπολιτισμική ευαισθησία και η επιμόρφωση αναδύθηκε σε κορυφαίο ζητούμενο για τη διαχείριση της πολυπολιτισμικότητας στον σχολικό χώρο και για την εξέλιξη της ήδη υπάρχουσας διαπολιτισμικής ευαισθησίας, σε διαπολιτισμική ικανότητα. In today’s globalized society, we are all called to live in a multicultural environment and this creates new needs at all levels. Interculturalism is now a key issue, the educational dimension of which is a main pillar, as there is a much larger number of students with different linguistic and cultural backgrounds, which is acceded to the educational structures of many western countries, including Greece. In the above context, in order to exist a smooth and democratic function among modern societies of particular importance is the existence of the ability to understand the other, without cultural barriers i.e. the existence of intercultural competence. The intercultural competence is essential especially in the new generations, which will be called to live in this most complex global society, which is why schools play an important role in its development and cultivation. Schools, however, are multi – faceted organizations and in order to transmit to students corresponding knowledge, values and attitudes, first the educational executives, who exercise school administration, but also the teachers must be interculturally competent. In this thesis, an attempt is made to record the leadership model that followed by the research participants as well as the educational approach of the multiculturalism that they embrace. The ultimate goal of the present study is to broaden the relation – ship between the leadership model and the multicultural approach, with the intercultural competence of secondary education executives in the Ioannina region, through thematic analysis of semi-structure interviews provided by fifteen (15) principals and vice – principals of General and Vocational High Schools. According to the results of the research the principals and the vice – principals of the school units approach the otherness, mostly via the multicultural model, without completely missing those who follow the assimilative model. With regard to the leadership model, it emerged that all interviewees embraced the democratic model (Lewin classification) and the majority the values – led model (Day et al. classification). Finally, it turned out that the in – service trained executives in relation to interculturalism, had increased intercultural sensitivity and they emerged the in – service training as a top issue for the management of multiculturalism in the school space and for the development of the existing intercultural sensitivity to intercultural competence. 126 σ.
- Published
- 2020
50. Ο ρόλος της ηγεσίας πολιτισμικής απόκρισης ως μορφή ηγεσίας στην συμπεριληπτική εκπαίδευση
- Subjects
Διευθυντής ,Ηγεσία πολιτισμικής απόκρισης ,Δευτεροβάθμια εκπαίδευση ,Συμπεριληπτική εκπαίδευση - Abstract
Για την αποτελεσματική συμπερίληψη των μαθητών με διαφορετικό πολιτισμικό υπόβαθρο στο σχολικό περιβάλλον απαιτείται μια ηγεσία που να ενσωματώνει μέσα της τα χαρακτηριστικά της πολιτισμικής απόκρισης. Στην παρούσα διερευνητική μελέτη εξετάστηκαν οι παράγοντες που παρεμποδίζουν ή διευκολύνουν την εφαρμογή της ηγεσίας της πολιτισμικής απόκρισης στα ελληνικά σχολεία. Στην έρευνα συμμετείχαν 10 διευθυντές της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης σχολείων της Αττικής. Ως εργαλείο έρευνας χρησιμοποιήθηκε η ημιδομημένη συνέντευξη. Ως δειγματοληψία χρησιμοποιήθηκε η δειγματοληψία ευκολίας. Για την ανάλυση των ποιοτικών αποτελεσμάτων της ποιοτικής έρευνας χρησιμοποιήθηκε η ανάλυση περιεχομένου με τη δημιουργία κωδίκων και θεματικών κατηγοριών. Τα βασικά συμπεράσματα της έρευνας είναι τα εξής: α) οι διευθυντές των σχολικών μονάδων δείχνουν ενδιαφέρον για την ενσωμάτωση των μεταναστών στο σχολικό περιβάλλον στο πλαίσιο της συμπεριληπτικής εκπαίδευσης, β) οι διευθυντές θεωρούν τη συμπεριληπτική εκπαίδευση σημαντική καθώς βοηθάει: στην μείωση των στερεοτύπων και των προκαταλήψεων, στην προώθηση των δημοκρατικών αξιών, στην δημιουργία ανοικτών σχολικών περιβαλλόντων που αποδέχονται την διαφορετικότητα, δίνοντας ίσες ευκαιρίες μάθησης και μειώνοντας τις συγκρούσεις και στην προώθηση της εκπαίδευσης για την ειρήνη, γ) οι διευθυντές του δείγματος εφαρμόζουν κάποιες πολιτικές της ηγεσίας πολιτισμικής απόκρισης για τη συμπερίληψη των παιδιών των μεταναστών στην σχολική μονάδα (πρακτικές για την ενσωμάτωση των μαθητών με διαφορετικό πολιτισμικό υπόβαθρο, διάδοση των αξιών της διαπολιτισμικότητας στη σχολική μονάδα με τη δημιουργία του κατάλληλου σχολικού κλίματος, εφαρμογή μεθόδων για την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, κ.α.). Τα σημαντικότερα προβλήματα των διευθυντών είναι τα εξής: η ανυπαρξία νομοθεσίας, η έλλειψη επιμόρφωσης εκπαιδευτικών, το ασφυκτικό ωρολόγιο πρόγραμμα, και απουσία μέριμνας από το κράτος. Οι προτάσεις που έκαναν οι διευθυντές με την ολοκλήρωση της έρευνας είναι οι εξής: επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, ανταλλαγή καλών πρακτικών με άλλα σχολεία και παροχή βοήθειας από το κράτος με σχετικές νομοθετικές πρωτοβουλίες.
- Published
- 2020
- Full Text
- View/download PDF
Catalog
Discovery Service for Jio Institute Digital Library
For full access to our library's resources, please sign in.