10 results on '"Φαντασία"'
Search Results
2. On Music and Memory through Μνήµη and Ἀνάµνησις.
- Author
-
Wiskus, Jessica
- Subjects
- *
MUSICAL performance , *MUSIC education , *MUSICAL aesthetics , *LISTENING - Abstract
Memory plays an integral role in music listening and music performance. But what specific memory structures do we employ when we engage with music? Taking Aristotle's De memoria et reminiscentia as principle guide, I aim to press upon a matter of central interest to the phenomenologist of music, focusing on the relation between memory proper [µνήµη] and recollection [ἀνάµνησις]. Drawing upon Physics IV and De anima III, I clarify a two-fold temporal structure—a structure comprised of sensation and flowing continuity—at work in the experience of remembering. Finally, I claim that music, through the ordered expression of its successive sensations, pertains directly to ἀνάµνησις but supports access to µνήµη, as well. [ABSTRACT FROM AUTHOR]
- Published
- 2018
- Full Text
- View/download PDF
3. Η φύση και η λογική της διαφάνειας στο « Άξιον εστί » του Οδυσσέα Ελύτη
- Subjects
Μεταφυσική ,Διαφάνεια ,Imagination ,Metaphysics ,Φαντασία ,Transparency - Abstract
Σκοπός της παρούσας διατριβής ήταν η μελέτη και ανάλυση της φύσης και της λογικής της έννοιας της διαφάνειας στο έργο του Οδυσσέα Ελύτη « Άξιον εστί ». Εξετάσαμε το ιδιαίτερο λεξιλόγιο που χρησιμοποιεί ο ποιητής και επιχειρήσαμε να αναδείξουμε τη φιλοσοφική χροιά που δίνει ο δημιουργός στην ποιητική του σύνθεση. Στη συνέχεια, παρουσιάσαμε αναλυτικά τρία από τα ποιήματα του δημιουργού , στα οποία παρουσιάζεται το νόημα της διαφάνειας και ο τρόπος που αυτή συνδέεται με το σύνολο του έργου του. Επιπλέον, αναδείξαμε το καθοριστικό ρόλο που κατέχει η λειτουργία της φαντασίας στην ποιητική του έμπνευση και στον τρόπο που αυτή διαμόρφωσε τη φιλοσοφική του σκοπιά. Τέλος, εξετάσαμε τον εμποδιστικό ρόλο της ορθολογικής σκέψης στην κατανόηση της μεταφυσικής και φιλοσοφικής οπτικής του έργου του Οδυσσέα Ελύτη., The purpose of this dissertation was the study and analysis of the nature and logic of the concept of transparency in the work of Odysseus Elytis "Axion esti". Examining the particular vocabulary used by the poet and attempting to highlight the philosophical tone that the author gives to his poetic composition, we presented in detail three of the poet’s works, which present the meaning of transparency and the way it is connected to the whole of his work. In addition, the decisive role played by the function of the imagination in his poetic inspiration and in the way it shaped his philosophical point of view was highlighted. Finally, we examined the blocking role of rational thought in understanding the metaphysical and philosophical perspective of the work of Odysseus Elytis.
- Published
- 2022
- Full Text
- View/download PDF
4. The paranormal as an unhelpful concept in psychotherapy and counselling research.
- Author
-
Cameron, Rose
- Subjects
- *
EXTRASENSORY perception , *PARAPSYCHOLOGY , *BEHAVIOR therapists , *PHENOMENOLOGY , *SENSORY perception - Abstract
This paper, which opens with a description of what might be considered an instance of extrasensory perception in the therapeutic encounter, argues that the concepts of extrasensory perception and the paranormal are embedded in a debate in which therapists need not become involved. It argues that the discipline of parapsychology, and therefore the terms ‘paranormal’ and ‘extrasensory perception’ are embedded within a scientific narrative. In seeking to become accepted by the scientific establishment, parapsychology has entered into a debate with that establishment. This debate is of no consequence to therapeutic practice: the search for objectivity is irrelevant to understanding what happens in the therapeutic encounter. This paper suggests that the subjective basis of Phenomenology is more appropriate to psychotherapy and counselling research. It analyses the opening account and suggests that phenomenological description enables us to uncover some of the richness – and oddness – of the therapeutic encounter. The senses and the imagination are not separate faculties, but entangled in a way that enables us to make contact with the hidden or invisible aspects of the world. A phenomenological attitude of ‘curiosity and disciplined naiveté’ enables us to understand something of the complex, subtle and sometimes uncanny nature of communication and perception. [ABSTRACT FROM AUTHOR]
- Published
- 2016
- Full Text
- View/download PDF
5. Autonomy as political project in Cornelius Castoriadis theory
- Author
-
Δρόσος, Διονύσιος, Δημητρίου, Στέφανος, and Νούτσος, Παναγιώτης
- Subjects
Καστοριάδης, Κορνήλιος, 1922-1997 ,Δημοκρατία ,Αυτονομία ,Πολιτική ,Politics ,Imagination ,Φαντασία ,Autonomy ,Democracy - Abstract
Το ζήτημα που μας απασχολεί εδώ είναι το ζήτημα της αυτονομίας, έτσι όπως αναδύεται μέσα από τα κείμενα του Κορνήλιου Καστοριάδη. Όταν μιλάμε για αυτονομία εννοούμε βεβαίως αυτονομία ατομική και αυτονομία συλλογική. Την έννοια την συναντάμε αρχικά στον Θουκυδίδη(αυτόνομος πόλις), αναπτύχθηκε στην Αρχαία Ελλάδα και μετέπειτα ψήγματα αυτής συναντάμε στην Δυτική Ευρώπη από την αναγέννηση και έπειτα. Η πορεία της ζωής του Κορνήλιου Καστοριάδη, οι συνθήκες στις οποίες ωρίμασε ο ίδιος ως άτομο και οι μεγάλοι στοχαστές με των οποίων τα κείμενα ήρθε σε επαφή, έπαιξαν σημαντικό ρόλο όσον αφορά στην σκέψη του. Άφησε ως παρακαταθήκη ένα σημαντικό έργο τόσο ως προς την πολυπλευρικότητα του όσο και ως προς την βαθιά ανάλυση του. Γεννημένος στην Κωνσταντινούπολη το 1922, ο ίδιος και η οικογένεια του μετακομίζουν στην Αθήνα την ίδια χρονιά. Κατά την Μεταξική δικτατορία το 1937 έρχεται σε επαφή με τα κείμενα του Μάρξ και ταυτόχρονα εντάσσεται στη νεολαία του Κ.Κ.Ε από το οποίο αποχωρεί το 1941. Το 1942 έρχεται σε επαφή με τον Άγι Στίνα και δύο χρονιά μετά δημοσιεύει τα πρώτα του κείμενα στο Αρχείον Κοινωνιολογίας. Πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες οδηγούν την χώρα στον αιματηρό Δεκέμβρη του 1944. Το γεγονός αυτό σημάδεψε βαθειά τον νεαρό Καστοριάδη όπου αργότερα το 1945 κάτω από δύσκολες συνθήκες μαζί με άλλους καταφεύγει στο Παρίσι. Εκεί έρχεται σε επαφή με τον Claude Lefort και προσχωρεί στο τροτσκιστικό διεθνιστικό κομμουνιστικό κόμμα από το οποίο αποχώρησε επίσης το 1948. Το ίδιο έτος μαζί με άλλους διαφωνούντες ίδρυσε την ομάδα που εξέδωσε το 1949 το πρώτο τεύχος του περίφημου περιοδικού Σοσιαλισμός ή Βαρβαρότητα το οποίο ενέπνευσε το πνεύμα της περίφημης εξέγερσης του Μάη του 68. Το 1970 ασχολείται με την ψυχανάλυση και εργάζεται στην ομάδα του Lacan με τον οποίο αργότερα διαφωνεί, επιβεβαιώνοντας έτσι μια παράδοση που τον θέλει συνεχώς να διερεύνα βαθιά και να μη δέχεται κανέναν και καμία θεωρία ως αυθεντία. Το 1975 εκδίδει το πιο αντιπροσωπευτικό έργο του, την Φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας, το οποίο τον καθιέρωσε ως έναν από τους μεγαλύτερους στοχαστές της γενιάς του. Η κριτική του Καστοριάδη στον Μάρξ, σε οικονομικό μα και σε ιστορικό- φιλοσοφικό επίπεδο αποτέλεσε μια από τις σημαντικότερες στιγμές στο έργο του, κυρίως για την μετέπειτα πορεία της σκέψης του. Εδώ είναι σημαντικό να πούμε πως η συμβολή του Μάρξ στη σκέψη του Καστοριάδη υπήρξε τεράστια, ο ίδιος είχε δηλώσει σε συνέντευξη τους πως: “χωρίς τον Μάρξ δεν θα ήμουν αυτός που είμαι”. Θα αναφερθούμε στα κεντρικά σημεία της κριτικής του Καστοριάδη, σαν σημείο εκκίνησης της έρευνάς μας, δίχως να επιμείνουμε σε αυτή. Ο Καστοριάδης λέει για τον Μάρξ ότι υπήρξε αντινομικός, πως δηλαδή σε κάποια περίοδο της ζωής του υπήρξε πραγματικά επαναστατικός, για παράδειγμα ο Μάρξ ήταν αυτός ο οποίος ανέδειξε τον ρόλο της πάλης των τάξεων μέσα στην κοινωνία όπως επίσης μόνο εκείνος αρχικά έθεσε το ζήτημα όχι της παρατήρησης του κόσμου απλά, αλλά την αλλαγή του προς το καλύτερο. Ταυτόχρονα όμως συμπαρασύρθηκε από το ρεύμα του επιστημονικού θετικισμού της εποχής και όμοια με τον Χέγκελ θέλησε να συγκροτήσει ένα φιλοσοφικό σύστημα καθιέρωσης μιας απόλυτης θεωρίας-γνώσης. Αυτό το στοιχείο το συντηρητικό, λέει ο Καστοριάδης, εν τέλει υπερίσχυσε στην Μαρξική θεωρία, κάτι που οδήγησε σε έναν οικονομικό ντετερμινισμό. Η οικονομία και η τεχνική κυριάρχησαν έναντι όλων των εκφάνσεων του κοινωνικού βίου. Τα πάντα εξηγούνται με βάση τη λογική και οδηγείται ο Μάρξ, κατά τον Καστοριάδη , σε μια ολιστική θεώρηση της ιστορίας κάτι που οδηγεί τελικά στον ιστορικό ντετερμινισμό. Με βάση αυτό το μοντέλο η ιστορία λειτουργεί με προκαθορισμένους-συγκεκριμένους και απόλυτους νόμους. Η ιστορία λέει ο Καστοριάδης είναι δημιουργία, δεν είναι προκαθορισμένη ούτε μπορεί να προβλεφθεί και να καθοδηγηθεί. Αυτό το συντηρητικό στοιχείο της Μαρξικής θεωρίας είναι που ευθύνεται για την γραφειοκρατικοποίηση του εργατικού κινήματος, που σε ένα αληθινά επαναστατικό κίνημα, αντιτάσσει ο Καστοριάδης κανείς δεν είναι κάτοχος μιας απόλυτης και υπέρτατης αλήθειας. Ο Καστοριάδης όμως παρατήρησε κάποιες αδυναμίες και στη οικονομική θεωρία κάθε αυτή, έτσι όπως αναπτύσσεται μέσα από τα κείμενα του Μαρξ. Αυτό αφορά στις αντιφάσεις που υφίστανται μέσα στο ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα και που οδηγούν κατά τον Μαρξ, σε κρίσεις που θέτουν σε κίνδυνο το ίδιο το σύστημα. Αυτές οι κρίσεις εκφράζονται από τον Μαρξ με τους εξής νόμους: α) αύξηση του ποσοστού κέρδους β) αύξηση της οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου γ) πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους. Αυτοί οι νόμοι λέει ο Καστοριάδης παρουσιάζουν αδυναμίες όσον αφορά σε πρακτικό επίπεδο. Στο σημείο που εστιάζει ο Καστοριάδης όμως έχει να κάνει με την εργατική δύναμη, η οποία υποβαθμίζεται από τους Μαρξιστές κυρίως, οι οποίοι αντιμετωπίζουν τους εργάτες ως υποκείμενα που υπόκεινται σε ιστορικές νομοτέλειες. Κατά τον Καστοριάδη η αξία της εργασιακής δύναμης έχει να κάνει με την πραγματική απόδοση του εργάτη μέσα στο περιβάλλον της δουλειάς του. Το ίδιο αναδεικνύει και η ίδια η πάλη των τάξεων όπως διατυπώθηκε από τον ίδιο τον Μαρξ στα κείμενα της νεότητας του πριν ακόμη επηρεαστεί από τον επιστημονικό θετικισμό. Ουσιαστικά ο Καστοριάδης χρεώνει στον Μαρξ ότι έδωσε τις βάσεις ώστε ο Μαρξισμός να εδραιωθεί ως ιδεολογία (ακριβώς με την έννοια που προσδίδει ο Μαρξ σε αυτόν τον όρο) και κατ´ επέκταση να οδηγηθεί στην συγκάλυψη του κοινωνικού φαντασιακού. Με τον τρόπο αυτό απειλείται η ανάδυση του προτάγματος της αυτονομίας σε συλλογικό επίπεδο. Κατόπιν εστιάζουμε στη κριτική του Καστοριάδη απέναντι στον Freud και στους μετέπειτα Φροϋδικούς όπως ο Lacan. Για το Καστοριάδη ο Freud υπήρξε αντινομικός όπως ο Μαρξ, ότι δηλαδή ενώ ο ίδιος έφερε στο φως την ύπαρξη της ριζικής φαντασίας στους ανθρώπους ταυτόχρονα ο ίδιος συνετέλεσε στην συγκάλυψη της ώστε να απειληθεί αυτή τη φορά η ανάδυση και η κατάκτηση της ατομικής αυτονομίας. Ο Freud ομοίως συμπαρασύρθηκε από τον επιστημονικό θετικισμό της εποχής του και θέλησε σύμφωνα με το Καστοριάδη να αναγάγει την ψυχανάλυση σε μια αυστηρή επιστήμη. Την ίδια παράδοση συνέχισαν και οι σύγχρονοι μελετητές του Φρόυντ. Όμως η ψυχανάλυση λέει ο Καστοριάδης, είναι μια πρακτικοποιητική δραστηριότητα που ανήκει στον χώρο της δόξας και όχι της επιστήμης, η ψυχή, η παράσταση, το ασυνείδητο είναι ένα πεδίο το οποίο είναι μη λογικό να υποτάσσεται σε νόμους και στις «απαιτήσεις της καθοριστικότητας» και δεν μπορεί να διαχωρίζεται από τα συναισθήματα. Το αποτέλεσμα αυτού φαίνεται και στην στάση του αναλυτή, οποίος έχει οικειοποιηθεί το ρόλο αυθεντίας-δασκάλου ενώ για τον Καστοριάδη η σχέση μεταξύ αναλυτή και αναλυόμενου πρέπει αν είναι ισότιμη και αυτό μπορεί να γίνει με το να καταλάβει ο αναλυτής πως η ψυχανάλυση είναι μια διαδικασία διαρκούς διαύγασης της ψυχής μεταξύ όλων των συμμετεχόντων συμπεριλαμβανομένου και του ίδιου του αναλυτή. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα ο Φρόυντ να συλλάβει την μετουσίωση(αυτήν την ικανότητα της ψυχής) διαφορετικά από την πραγματική της φύση. Θεωρεί ότι επιβλήθηκε στις ενορμήσεις από τον πολιτισμό. Όμως ο Καστοριάδης αναφέρει πως αν δεν υπήρχε η μετουσίωση ως ικανότητα της ψυχής δεν θα υπήρχε ο πολιτισμός και εκεί ενυπάρχει η διαφορά μεταξύ Καστοριάδη και Φρόυντ σχετικά με την φύση και σημασία της ριζικής φαντασίας. Όλη αυτή η εικόνα φαίνεται κυρίως μέσα από τα κοινωνιολογικής φύσης έργα του Φρόυντ αυτά δηλαδή που μιλούν για τη γένεση και την εξέλιξη της κοινωνίας. Η κριτική εδώ του Καστοριάδη στρέφεται ενάντια στις βασικές αρχές όπως αναδύονται μέσα σε αυτά τα έργα, στην απαγόρευση της αιμομιξίας, στην απαγόρευση του ενδοφυλετικού φόνου και στον συνασπισμό των αδερφών. Η βασική του ένσταση επικεντρώνεται στο ότι αυτές οι αρχές δεν αποτελούν προϊόν γένεσης της κοινωνίας επειδή ακριβώς πρόκειται για ήδη εκκοινωνισμένους ανθρώπους που δημιούργησαν αυτές τις αρχές-αυτές τις απαγορεύσεις. Εν τέλει καταλήγει ο Καστοριάδης παραλλάσσοντας την γνωστή πρόταση του Φρόυντ, «όπου ήταν Αυτό πρέπει Εγώ να γίνω» σε «όπου είναι Αυτό πρέπει και Εγώ να αναδυθώ» δείχνοντας έτσι ότι τίποτα στην υπόσταση του ανθρώπινου όντος δεν πρέπει αν εξαλειφθεί, αντίθετα οι άνθρωποι πρέπει να εγκαθιδρύσουμε μια τέτοια σχέση με το ασυνείδητο μας ώστε να οδηγηθούμε στην κατάκτηση της ατομικής μας αυτονομίας. Αυτονομία λοιπόν, αυτονομία ατομική και αυτονομία συλλογική. Για να δούμε την ατομική αυτονομία ως είδος. Η φαντασία λέει ο Καστοριάδης είναι η ειδοποιός διαφορά μεταξύ ανθρώπων και ζώων. Η δυνατότητα μας δηλαδή ως είδος να θέτουμε νοήματα εκεί όπου δεν υπάρχουν. Για αυτό οι άνθρωποι δημιουργήσαμε κοινωνίες, νόμους, τέχνες, πολιτισμό, ιστορία. Είναι δηλαδή πηγή δημιουργίας. Είδαμε στην κριτική του Καστοριάδη ως προς τον Φρόυντ, πως δεν τίθεται ζήτημα κυριαρχίας του συνειδητού έναντι του ασυνείδητου. Το θέμα είναι να υπάρχουν αρμονικά ως αυτό που είναι, δηλαδή ως μια ολότητα, υπό αυτή την έννοια μπορούμε να υφιστάμεθα ως αυτόνομα άτομα. Το αυτόνομο υποκείμενο διακατέχεται από αναστοχαστικότητα, δηλαδή πλήρη συνείδηση του εαυτού του και του περιβάλλοντος του και δρα κατ αυτόν τον τρόπο. Αυτήν την κατάσταση κατά την οποία το άτομο κατακτά την ατομική του αυτονομία ο Καστοριάδης την χαρακτηρίζει ως «ριζικό διαχωρισμό του ατόμου από την κατάσταση ετερονομίας του» δηλαδή αποκόπτει τον εαυτό του από την πλήρη και τυφλή αποδοχή των κανόνων-νόμων που του επιβάλλονται από την κοινωνία. Όταν λοιπόν λέμε πως ένα άτομο είναι αυτόνομο, εννοούμε πως αυτό το άτομο έχει εγκαθιδρύσει μια τέτοια διαφορετική σχέση με τον εαυτό του, που του επιτρέπει να μην υποδουλώνεται στην επανάληψη, που του επιβάλει η κανονικότητα. Σε επίπεδο ατομικό είδαμε πως δεν υφίσταται κυριαρχία του συνειδητού έναντι του ασυνείδητου. Ο άνθρωπος όμως λέει ο Καστοριάδης είναι προορισμένος να ζει συλλογικά, είναι κοινωνικό ον. Υπό αυτή την οπτική δεν μπορεί να υφίσταται κυριαρχία έναντι των άλλων μέσα σε μια κοινωνία. Η αυτονομία είναι μια κατάσταση που δημιουργείται από αυτόνομα άτομα, μόνο ως τέτοια μπορεί να υφίσταται. Εδώ μιλάμε βέβαια για την μετάβαση της κατάστασης της αυτονομίας σε συλλογικό επίπεδο. Αυτονομία λοιπόν λέει ο Καστοριάδης είναι μια διαυγασμένη κατάσταση διαρκούς δραστηριότητας, που οδηγεί στην αυτοθέσμιση της κοινωνίας. Ερχόμαστε λοιπόν αντιμέτωποι με το ζήτημα της ελευθερίας. Μια αυτόνομη κοινωνία απαρτίζεται από ελεύθερους πολίτες, όταν αναγνωρίζουμε την ελευθερία ως δικαίωμα την αναγνωρίζουμε για όλους. Η ελευθερία εδώ δεν νοείται ως κάνω ότι μου κατέβει στο κεφάλι, σέβομαι τους κανόνες και τους νόμους που διέπουν την συλλογική ζωή, ακριβώς επειδή εγώ μαζί με τους άλλους ελεύθερους συνανθρώπους μου δημιουργήσαμε αυτούς τους νόμους. Ακόμη και αν δεν συμφωνώ με κάποιον νόμο τον σέβομαι και το τηρώ επειδή συμφωνώ με τη διαδικασία κατά την οποία δημιουργήθηκε αυτός ο νόμος. Το πρόταγμα, λοιπόν της αυτονομίας καταλαβαίνουμε πως νοείται ως πολιτικό ζήτημα. Τον όρο πολιτική ο Καστοριάδης τον αναφέρει με την κανονική του σημασία, δηλαδή το ενδιαφέρον των ανθρώπων για τα ζητήματα που διέπουν την κοινωνική ζωή και να αποφασίζουν για αυτά. Σε αυτό το σημείο ο Καστοριάδης τονίζει πως δεν μπορεί να προταθεί από κανέναν αυστηρά και άκαμπτα πως θα εγκαθιδρυθεί μια αυτόνομη κοινωνία. Μια αυτόνομη κοινωνία τονίζει είναι μια δυνατή ιστορική δημιουργική διαδικασία. Η αυτονομία εδώ εκφράζεται ως ανανοηματοδότηση της έννοιας της δημοκρατίας. Ο Καστοριάδης εδώ λέει πως έχει τη σημασία του να τονίσουμε πως η γένεση της δημοκρατίας συνέπεσε ιστορικά με την γένεση της φιλοσοφίας. Όταν ο δήμος εγκαθιδρύει δημοκρατία ουσιαστικά φιλοσοφεί, διερωτάται, δίνει λύσεις. Στην γένεση της φιλοσοφίας συντέλεσε η θεωρία του χάους, ότι δηλαδή ο κόσμος δημιουργήθηκε από το κενό τυχαία, δεν υπάρχει μια καθορισμένη τάξη πραγμάτων ή νόμων που να συντέλεσε στη δημιουργία. Αυτή η έλλειψη καθοδήγησης είναι που οδήγησε στην γένεση της φιλοσοφίας και της δημοκρατίας. Όταν μιλάμε για δημοκρατία λέει ο Καστοριάδης μιλάμε φυσικά για άμεση δημοκρατία. Οι πόλεις υπό καθεστώς δημοκρατίας αυτοθεσμίζονται από ελεύθερους συνειδητούς πολίτες. Καταλαβαίνουμε από αυτό τη σχέση με την έννοια της αυτονομίας αφού η άμεση δημοκρατία αποτελεί κατά κάποιον τρόπο προϋπόθεση της αυτονομίας. Εν συνεχεία της έρευνας μας θα δούμε συγκεκριμένα την κοινωνία, τον νόμο- θεσμό και πως αυτά λειτουργούν. Ο νόμος γνωρίζουμε πως διέπει τις σχέσεις των ατόμων μέσα σε μια δεδομένη κοινωνία. Όμοια και ο θεσμός μόνο που ο θεσμός δημιουργήθηκε σχεδόν ταυτόχρονα με την κοινωνία. Ανήκει στη σφαίρα του συμβολικού που διέπει όλο το φάσμα του κοινωνικού βίου. Κάθε κοινωνία λοιπόν λέει ο Καστοριάδης διέπεται από μια διφυία, δηλαδή χαρακτηρίζεται από το συνολιστικό-ταυτιστικό στοιχείο, το λογικό και από το φαντασιακό. Μια αυτόνομη κοινωνία χαρακτηρίζεται από αυτεπίγνωση, δηλαδή απαρτίζεται από αυτόνομα άτομα τα οποία δημιουργούν τους νόμους τους –θεσμούς τους και το κάνουν ενσυνείδητα. Αντίθετα μια ετερόνομη κοινωνία, όπως υποδηλώνει και ή ίδια ορολογία της λέξης ετερόνομος, απαρτίζεται από άτομα τα οποία είναι υποδουλωμένα στους νόμους –θεσμούς, δηλαδή θεωρούν τους νόμους-θεσμούς ότι είναι δημιούργημα κάποιου εξωκοινωνικού παράγοντα. Και η ετερόνομη κοινωνία θεσμίζεται όμως δεν το γνωρίζει. Αυτό που οδηγεί στην ετερονομία είναι η λεγόμενη ξένωση, η οποία είναι το σύνολο των συνθηκών καταπίεσης που θεσμίζει και θεσμίζεται που χειραγωγεί, και έχει ως αποτέλεσμα την «καταπιεστική δομή της κοινωνίας που ζούμε»(φθκ161) Για να δούμε το άτομο ως ον δι εαυτόν, προκείμενου να κατανοήσουμε την θέση του μέσα σε μια κοινωνία. Το ον δι εαυτό είναι το ανθρώπινο όν ως σύνολο. Αποτελείται από το έμβιο, το αρχετυπικό θα λέγαμε, περιλαμβάνει τις βιολογικές λειτουργίες, το κοινωνικό δι εαυτό και το ψυχικό. Θα σταθούμε στο ψυχικό δι εαυτό. Πρόκειται για την ψυχή και τις ιδιότητες της, εκεί διακρίνουμε την ριζική φαντασία η οποία χαρακτηρίζεται από μια αυτονόμηση. Δηλαδή προσλαμβάνει εξωτερικά ερεθίσματα όμως καταφέρνει να τα μετασχηματίζει όπως επιθυμεί. Σε αυτό το χαρακτηριστικό του όντος οφείλουμε το γεγονός ότι μπορούμε να μιλάμε για δημιουργία, για τον χρόνο ως οντολογική δημιουργία, για ιστορία, για την δυνατότητα εγκαθίδρυσης μιας νέας κοινωνίας. Όλη η σκέψη του Καστοριάδη γύρω από την πραγμάτωση της αυτονομίας, πρόκειται για ένα πρόταγμα. Αυτό σημαίνει ότι δεν στοχεύει στο να μείνει στο πεδίο της θεωρίας αλλά να γίνει πράξη, ένα επαναστατικό πρόταγμα μια επαναστατική πολιτική. Η επανάσταση εδώ ορίζεται ως η επιστροφή σε ένα «σημείο εκκίνησης» σε μια «αρχική κατάσταση πραγμάτων» Σημαίνει κυριολεκτικά «παλινόρθωση» μιας προηγούμενης κατάστασης. Την προϋποθέτει η συνειδητή επιθυμία μετασχηματισμού των θεσμών. Κάποια οφέλη που απολαμβάνουμε σήμερα εμείς όπως για παράδειγμα την καθιέρωση του οχτάωρου και την κάποια αύξηση του βιοτικού επιπέδου τα οφείλουμε στα επαναστατικά κινήματα των προηγούμενων ετών. Φωτεινά παραδείγματα υπήρξαν η Γαλλική επανάσταση, τα Σόβιετ του 1917, ο Μάης του 68. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει αυτόματα ότι η επιθυμία μετασχηματισμού πάντα εξ ορισμού θα είναι καλοπροαίρετη, εξαρτάται κάθε φορά από το τι επιθυμούμε να πετύχουμε μέσω μιας επανάστασης. Στις σημερινές σύγχρονες κοινωνίες σε πολιτικό επίπεδο η κατάσταση είναι μακριά από μια κατάσταση αυτονομίας- δημοκρατίας, ο Καστοριάδης συνήθιζε να χαρακτηρίζει τα πολιτεύματα ως φιλελεύθερες ολιγαρχίες. Ο οικονομικός τομέας φαίνεται να έχει κατακτήσει όλες τις εκφάνσεις της ζωής Αυτή η οικονομοκεντρική θεώρηση της ζωής δημιουργεί έναν τύπο ανθρώπου παθητικό που χαρακτηρίζεται από ιδιώτευση με παντελή έλλειψη πολιτικής συνείδησης και κοινωνικής ευθύνης. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα δικαιώματα που κερδήθηκαν τα προηγούμενα χρόνια για παράδειγμα στον εργατικό τομέα και όχι μόνο, να κινδυνεύουν να χαθούν. Ένα μεγάλο ερώτημα με το οποίο έρχονται αντιμέτωποι όλοι όσοι ασχολούνται με το ζήτημα της αυτονομίας έχει να κάνει με το αν η πραγμάτωση της αυτονομίας πρόκειται για μια ουτοπία. Ο Καστοριάδης λέει πως ο όρος ουτοπία αναφέρεται σε κάτι που δεν υπήρξε ποτέ η αυτονομία όμως υπήρξε κατά καιρούς έστω και σαν αίτημα, έστω και τμηματικά. Θα τελειώσω παραθέτοντας μια φράση- πρόβλεψη του Καστοριάδη. «Eίτε οι Δυτικοί αποκτούν ξανά την πολιτική και πνευματική τους δημιουργικότητα και γίνονται ικανοί να επηρεάσουν αποφασιστικά μια γόνιμη επαφή ανάμεσα στην ευρωπαϊκή παράδοση και τις άλλες κουλτούρες (κάτι τέτοιο μπορεί βεβαίως να ξεκινήσει και από τον μη δυτικό κόσμο). *Eίτε όλος ο κόσμος σκλαβώνεται όλο και περισσότερο από την αυτονομημένη πορεία της τεχνοεπιστήμης και της οικονομικής ανάπτυξης για την οικονομική ανάπτυξη. Kαι τότε, με κανένα τρόπο, δεν θα μπορέσει να αποφευχθεί η εξάπλωση της πιο εφιαλτικής ουτοπίας. 157 σ.
- Published
- 2017
6. Educator's views on creativity in greek kindergartens
- Author
-
Μπάκας, Θωμάς, Σακελλαρίου, Μαρία, and Σοφού, Ευστρατία
- Subjects
School ,Παιδί ,Teacher ,Δημιουργικότητα ,Δημιουργικά άτομα ,Fantasy ,Creativity ,Ομάδα ,Σχολείο ,Εκπαιδευτικός ,Φαντασία ,Creative people ,Child ,Team - Abstract
Είναι γνωστό ότι η δημιουργικότητα εμφανίζεται σε πολλούς τομείς της καθημερινής ζωής. Αναλυτικότερα, πολλοί προσπάθησαν να δώσουν έναν ορισμό, που να εξηγεί τη σημασία της δημιουργικότητας. Κατά γενική ομολογία, η δημιουργικότητα ορίζεται ως μια έννοια που ενσωματώνει ικανότητες, όπως είναι οι συνδέσεις, η καινοτομία στην επίλυση των προβλημάτων, η επικοινωνία αλλά και η συνεργασία (Mayasky, 2015·Ιsbell & Raines, 2013:2-4·Gregerson, Snyder, & Kaufman, 2013: 17·Tan, 2013:75·Starko, 2005:5). Σκοπός της παρούσας έρευνας, είναι να διερευνηθούν οι απόψεις των εκπαιδευτικών σχετικά με τη δημιουργική έκφραση στα ελληνικά νηπιαγωγεία. Επιμέρους στόχοι της έρευνας είναι: 1) η διερεύνηση των στοιχείων που επηρεάζουν τη δημιουργικότητα, 2) τα χαρακτηριστικά του δημιουργικού εκπαιδευτικού, 3) Η σχέση εκπαιδευτικού- παιδιού και δημιουργικότητας, 4) η ομάδα και η δημιουργική συμπεριφορά. Βασικός περιορισμός της έρευνας αποτελεί, ο μεγάλος αριθμός του δείγματος. Το δείγμα της έρευνας αποτέλεσαν 100 νηπιαγωγοί των νομών Ιωαννίνων, Τρικάλων και Λαρίσης. Η συλλογή του υλικού έγινε μέσα από τη συμπλήρωση ερωτηματολογίου. Τα αποτελέσματα της έρευνας, κατέδειξαν πως το φύλο και η ηλικία των παιδιών δεν επηρεάζουν τη δημιουργική τους έκφραση. Υπάρχουν παράγοντες που επηρεάζουν θετικά τη δημιουργική συμπεριφορά. Αυτοί οι παράγοντες είναι η προσπάθεια και η διαρκής εξάσκηση, αλλά και οι εμπειρίες που έχουν τα παιδιά. Αντίθετα, αρνητικοί παράγοντες αποτελούν το άγχος και η πίεση του χρόνου κατά τη διεξαγωγή μιας δημιουργικής δραστηριότητας. Αναμφισβήτητα, δεν θα μπορούσε να μην αναφερθεί, πως η αλληλεπίδραση παιδιού και εκπαιδευτικού είναι πολύ σημαντική. Επιπλέον, τα αποτελέσματα έδειξαν την ανάγκη για επιμόρφωση από τη μεριά των εκπαιδευτικών, αλλά και καθοδήγησης αυτών από τη διαχείριση του σχολείου. Η συμβολή του παιχνιδιού είναι σημαντική, καθώς βοηθάει τα παιδιά να σκέφτονται δημιουργικά. Τέλος, παρατηρήθηκε πως όταν τα παιδιά εργάζονται σε ομάδες εκφράζονται δημιουργικά και μάλιστα σε μεγαλύτερο βαθμό, από όταν εργάζονται μόνα τους. It is known that creativity appears in many areas of everyday life. All these years, many people have tried to give a definition that explains the importance of creativity. Additionally, creativity defined as a concept that incorporates competencies such as connections, innovation in problem solving, communication and collaboration (Mayasky, 2015·Ιsbell & Raines, 2013:2-4·Gregerson, Snyder, & Kaufman, 2013: 17· Tan, 2013:75·Starko, 2005:5). The purpose of this research is to explore teacher’s views on creativity in Greek kindergartens. Individual objectives of the research are: 1) exploring the elements that affect creativity, 2) the characteristics of the creative teacher, 3) the relationship between teacher- child and creativity, 4) team and creative behavior. A major limitation of research is the large number of sample. The sample of the survey consisted of 100 kindergartens of the districts of Ioannina, Trikala and Larissa. Questionnaire has been used to the collection of the data. The results of the survey showed, that the gender and age of children do not affect their creative expression. There are factors that positively affect creative behavior, such as effort, constant practice and children’s experiences. Conversely, negative factors are stress and time pressure in conducting a creative activity. Undoubtedly, interaction between child and educator is very important. In addition, the results showed the need for teacher’s education and guidance from administration of school. The contribution of the game is important, as it helps children to think creatively. Finally, it was observed that children work better in groups and they express creatively, than work alone. 122 σ.
- Published
- 2017
7. APPLYING AND EVALUATING A TEACHING METHOD FOR THE IMPROVEMENT OF DRAWING ABILITY IN EARLY CHILDHOOD
- Author
-
Δόμνα-Μίκα Κακανά (Domna-Mika Kakana), Φωτεινή Μπονώτη (Fotini Mponoti), and Ελένη Δήμητρα Σπύρου (Eleni-Dimitra Spyrou)
- Subjects
παρατηρητικότητα ,αναπαραστατική ζωγραφική ,observation ,φαντασία ,διαπραγματευτική σχεδίαση ,negotiated drawing ,representational drawing and imagination - Abstract
Σκοπός της παρούσας έρευνας ήταν να διερευνήσει το βαθμό στον οποίο βελτιώνεται η σχεδιαστική ικανότητα παιδιών προσχολικής ηλικίας μετά από την εφαρμογή ενός παρεμβατικού προγράμματος που ονομάζεται «διαπραγματευτική σχεδίαση» (Cox, Cooke, & Griffin, 1995). Στην έρευνα συμμετείχαν 48 παιδιά ηλικίας 5-6 ετών, μαθητές των Νηπιαγωγείων της Ν. Αγχιάλου - Βόλου. 24 παιδιά αποτέλεσαν την πειραματική ομάδα, τα οποία εξισώθηκαν ως προς την ηλικία και τη σχεδιαστική ικανότητα με 24 παιδιά που αποτέλεσαν την ομάδα ελέγχου. Η ΠΟ παρακολούθησε το πρόγραμμα της «διαπραγματευτικής σχεδίασης», ενώ η ΟΕ μια σειρά συνηθισμένων δράσεων. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι τα παιδιά της ΠΟ παρουσίασαν βελτιωμένη σχεδιαστική ικανότητα σε σχέδια που δημιούργησαν μετά το παρεμβατικό πρόγραμμα σε σύγκριση με τα σχέδια του ίδιου θέματος που συλλέχθηκαν πριν το παρεμβατικό πρόγραμμα. Αντίθετα, τα σχέδια των παιδιών της ΟΕ δεν παρουσίασαν βελτίωση μετά τη σειρά των δραστηριοτήτων που παρακολούθησαν. Επιπρόσθετα, τα έργα που δημιούργησαν τα παιδιά της ΠΟ σε κάθε παρέμβαση του προγράμματος κρίθηκαν από ενήλικες αξιολογητές ως καλύτερα σχεδιαστικά από αυτά των παιδιών της ΟΕ., The current study aimed to investigate whether preschool children’s drawing ability improves through a teaching method called “negotiated drawing” (Cox, Cooke, & Griffin, 1995). Participants were 48 children aged 5 -6 years, students of the two kindergarten schools of N. Anhialos – Volos. 24 children consisted the experimental group and were matched for age and drawing ability with 24 children who consisted the control group. The EG attended the programme of “negotiated drawing”, whereas the CG a series of ordinary instructions. Data analysis revealed that in the EG children’s drawings performances showed a significant improvement after the intervention. However, controls’ drawings didn’t present any improvement after the ordinary lessons. Additionally, children's drawings of the EG after each course of the program were rated by adults evaluators as better than those produced by children of the CG.
- Published
- 2014
8. Οι έννοιες του καλού και του κακού στην ηθική φιλοσοφία του Spinoza
- Author
-
Πρελορέντζος, Ιωάννης, Παπαδημητρίου, Ευθύμιος, Δρόσος, Διονύσιος, Νούτσος, Παναγιώτης, Καραμπατζάκη, Ελένη, Δημητρίου, Στέφανος, and Μπαλτάς, Αριστείδης
- Subjects
Επιθυμία ,Φιλοσοφία ,Καλό κακό ,Ευδαιμονία ,Αναγκαιότητα ,Σπινόζα Μπαρούχ (1642-1677) ,Υπόδειγμα ανθρώπινης φύσης ,Συναισθήματα (ενεργήματα, πάθη) ,Λόγος ,Φαντασία ,Ηθική φιλοσοφία - Abstract
Εάν ο στόχος της φιλοσοφίας του Spinoza, όπως διατυπώνεται στο κεντρικό έργο της φιλοσοφίας του την Ηθική, είναι να μας οδηγήσει στη γνώση, η γνώση αυτή μέσω της φιλοσοφίας έχει έναν καθαρά πρακτικό σκοπό, έχει να κάνει με τη χρήση της στη ζωή και ακριβέστερα στοχεύει να οδηγήσει τον άνθρωπο σαν παίρνοντάς τον από το χέρι στην ύψιστη ευτυχία, στην ευδαιμονία, θα πρέπει να ορίσει σε τι συνίσταται αυτή η ευδαιμονία και θα πρέπει εξίσου να ορίσει το περιεχόμενο των βασικών ηθικών εννοιών του καλού και του κακού, του ύψιστου αγαθού, της τελειότητας, της αρετής. Τι είδους όμως περιεχόμενο μπορεί να έχουν αυτοί οι όροι σε μια φιλοσοφία σύμφωνα με την οποία τόσο ο Θεός όσο και το κάθε ένα από τα ιδιαίτερα πράγματα υπακούουν στον αδήριτο νόμο της αιτιακής αναγκαιότητας, η βούληση είτε του Θεού είτε του ανθρώπου δεν είναι ελεύθερη, αλλά προσδιορίζεται πάντα αιτιακά, τόσο όσον αφορά την ύπαρξή της όσο και τη δράση της και η τελειότητα ανάγεται στην πραγματικότητα; Η εργασία μας επικεντρώνοντας το ενδιαφέρον της στη μελέτη των εννοιών του καλού και του κακού, επιχειρεί να διερευνήσει με ποιον τρόπο αρθρώνονται στο φιλοσοφικό σύστημα του Spinoza τρείς διαφορετικές θέσεις σχετικά με τις έννοιες αυτές και με ποιες συνέπειες για τη διαμόρφωση της ηθικής πρότασης του φιλοσόφου καθώς και για την επίτευξη του ρητά δηλωμένου στόχου του να οδηγήσει τον άνθρωπο στην ευδαιμονία. Ο φιλόσοφος αρνείται κάθε οντολογική υπόσταση στις εν λόγω έννοιες και τις θεωρεί τρόπους της σκέψης και ακριβέστερα κατ’ επίνοιαν όντα, σχετικές έννοιες οι οποίες δημιουργούνται από τους ανθρώπους στην προσπάθειά τους να κατανοήσουν τα πράγματα μέσα από τις σχέσεις τους. Στο σύμπαν του Spinoza «όλα τα πράγματα είναι αναγκαία και δεν υπάρχει στη φύση ούτε καλό ούτε κακό». Παρόλα αυτά οι άνθρωποι δρούν με βάση την επίτευξη σκοπών και κρίνουν τα πράγματα ως καλά ή κακά, αν και ο φιλόσοφος επιμένει ότι «δεν επιθυμούμε τίποτε επειδή κρίνουμε πως είναι καλό, αλλά αντίθετα κρίνουμε πως κάτι είναι καλό επειδή … το επιθυμούμε». Γιατί όμως τότε θεωρεί πως «παρόλα αυτά, πρέπει να διατηρήσουμε αυτά τα φωνήματα (vocabula)»; «Διότι, δεδομένου ότι επιθυμούμε να σχηματίσουμε μια ιδέα του ανθρώπου εν είδει υποδείγματος της ανθρώπινης φύσης, το οποίο θα μπορούμε να έχουμε μπρος στα μάτια μας, θα μας είναι χρήσιμο να διατηρήσουμε αυτά τα ίδια φωνήματα, υπό την έννοια που ανέφερα. Έτσι με τον όρο καλό, θα νοώ στη συνέχεια αυτό που γνωρίζουμε με βεβαιότητα ότι είναι μέσον για να πλησιάζουμε πάντα περισσότερο στο υπόδειγμα της ανθρώπινης φύσης το οποίο προτείνουμε για μας. Και με τον όρο κακό, αυτό που γνωρίζουμε με βεβαιότητα ότι είναι εμπόδιο στο να αναπαράγουμε το ίδιο αυτό υπόδειγμα» Και επιπλέον γιατί προχωρά και σε γενετικούς ορισμούς των εννοιών του καλού και του κακού ορίζοντας ως καλό «αυτό που με βεβαιότητα γνωρίζουμε ότι μας είναι χρήσιμο» και ως κακό «αυτό που με βεβαιότητα γνωρίζουμε ότι μας εμποδίζει να αποκτήσουμε ένα καλό»; Για να κατανοήσουμε την πρώτη θέση οφείλουμε να ορίσουμε σε τι συνίσταται το πραγματικό στη φιλοσοφία του Spinoza, εξετάζοντας τα όντα και τις διακρίσεις τους για να δούμε με ποιο τρόπο θεμελιώνεται η οντολογική άρνηση του καλού και του κακού καθώς και ποια είναι η οντολογική υπόσταση του ανθρώπου μέσα στο σύμπαν. Για να κατανοήσουμε την εξήγηση που δίνει ο φιλόσοφος όσον αφορά στο λόγο εξαιτίας του οποίου οι άνθρωποι σχηματίζουν, παρόλα αυτά, κρίσεις για τα πράγματα και τα αντιλαμβάνονται ως καλά ή κακά, πρέπει να εξετάσουμε τις γνωσιολογικές αρχές σύμφωνα με τις οποίες ο άνθρωπος γνωρίζει τα πράγματα και να διευκρινίσουμε σε ποια γνώση της πραγματικότητας μπορεί να φθάσει και με ποιο τρόπο. Η εξήγηση του καλού και του κακού με αναφορά στην επιθυμία επιβάλλει την μελέτη της δομής της συναισθηματικής ζωής μέσω της οποίας είναι φανερό ότι ο φιλόσοφος εξηγεί τις κρίσεις των ανθρώπων για τα πράγματα, αφού είναι φανερό ότι συνδέει άρρηκτα γνώση και συναίσθημα. Θα κατανοήσουμε την επιθυμία ειδικότερα αναλύοντας τη φύση και την λειτουργία της, τον τρόπο με τον οποίο προσανατολίζεται στα αντικείμενά της, τα οποία ορίζει ως καλά ή κακά και τη σχέση της με τη γνώση. Η τελευταία από τις τρεις θέσεις θέτει και τα μεγαλύτερα προβλήματα τόσο ως προς την κατανόησή της, όσο και κυρίως ως προς το έλεγχο της συμβατότητάς της με τις δύο προηγούμενες. Εάν δεν υπάρχει αντίφαση, θα πρέπει να διερευνηθεί η αιτία που οδηγεί το φιλόσοφο να προτείνει τη διατήρηση των όρων, να εξηγηθεί ο σχηματισμός, το περιεχόμενο και η λειτουργικότητα του υποδείγματος της ανθρώπινης φύσης στο οποίο αναφέρεται και πώς μπορεί αυτό να συνδέεται με βέβαιους ορισμούς για το καλό και το κακό. Επιπλέον, στο μέτρο που η ηθική αποβλέπει στην πράξη κατά πόσον το υπόδειγμα αυτό ορίζει τη δράση και πώς μπορεί να συνδέεται με την ανθρώπινη ευδαιμονία. Τα κεφάλαια της εργασίας μας ακολουθούν το λογικό ιστό που υποδεικνύουν τα ερωτήματά μας. Στο πρώτο κεφάλαιο επιχειρούμε να ορίσουμε και να προσδιορίσουμε το πραγματικό, μελετώντας τα όντα και τις διακρίσεις τους. Στο δεύτερο κεφάλαιο αναλύουμε τις γνωσιολογικές αρχές με τις οποίες ο άνθρωπος προσεγγίζει το πραγματικό, τη δυνατότητα του για γνώση και τα όριά της, τους μηχανισμούς μέσω των οποίων αποκτά τη γνώση και επιμέρους διακρίσεις που απαντούν για τα είδης γνώσης στη φιλοσοφία του Spinoza. Θεμελιακή παραδοχή του σπινοζικού συστήματος αποτελεί η αρχή της απόλυτης κατανοησιμότητας όλου του πραγματικού με βάση την οποία ο άνθρωπος μέσω της νόησης μπορεί να γνωρίζει κάτι με τον τρόπο με τον οποίο το γνωρίζει και ο Θεός, έτσι ώστε η αλήθεια του να είναι και η αλήθεια του Θεού. Στο τρίτο κεφάλαιο υπό το φως της γνώσης των βασικών αρχών της σπινοζικής φιλοσοφίας αναλύουμε τις θέσεις του Spinoza σχετικά με την οντολογική υπόσταση του καλού και του κακού. Στο τέταρτο κεφάλαιο αναδεικνύεται ότι οι έννοιες αυτές, αν και δίχως οντολογικό status, διαθέτουν νόημα θεωρημένες υπό το πρίσμα του ανθρώπου ως καλό και κακό για τον άνθρωπο, με βάση την επιθυμία του. Ο ορισμός του καλού και του κακού με βάση την επιθυμία θεμελιώνει τις έννοιες στην αντίληψη της ανθρώπινης φύσης, ως επιθυμίας η οποία προσανατολίζεται στα πράγματα από τα δύο άλλα πρωταρχικά ανθρώπινα συναισθήματα την χαρά και τη λύπη. Με βάση τη διάκριση καλού και κακού και αληθώς καλού και κακού για τον άνθρωπο, όπως υποβάλλεται από τη διατύπωση του τρίτου παραθέματος, σύμφωνα με το οποίο όχι μόνον πρέπει να διατηρήσουμε τις έννοιες του καλού και το κακού για μας, αλλά και να τις ορίσουμε με κριτήριο το υπόδειγμα της ανθρώπινης φύσης ως αυτό που γνωρίζουμε με βεβαιότητα ότι μας πλησιάζει προς αυτό αρθρώνεται το πέμπτο κεφάλαιο, το οποίο πρέπει να καταδείξει την αιτία η οποία οδηγεί το φιλόσοφο στην διατήρηση των φωνημάτων και του επιτρέπει να περάσει σε γενετικούς τους ορισμούς. H λειτουργικότητα της αληθούς γνώσης του καλού και του κακού εξετάζεται στο έκτο και τελευταίο κεφάλαιο. Διερευνούμε τον τρόπο με την οποίο η γνώση αυτή συνδέεται με την ανθρώπινη δράση και σε τι είδους ηθική μας οδηγούν οι θέσεις του φιλοσόφου και τελικά σε ποια έκταση και με ποιο τρόπο η φιλοσοφική οδός που ο Spinoza μας υποδεικνύει θα μπορούσε να συναντηθεί με μια εμπειρική οδό, στην πορεία της οποία ο άνθρωπος δεν διαθέτει στο οπλοστάσιό του τις συναγωγές που προσφέρει η φιλοσοφική γνώση. Στο σημείο αυτό η συλλογιστική μας πορεία αναδεικνύει την ανάγκη για περαιτέρω μελέτη της έννοιας της προσοχής και της σημασίας της τόσο στο πεδίο της γνωσιολογίας όσο και της ηθικής. Ανακεφαλαιώνοντας περιγράφουμε την ηθική πρόταση στην οποία συμπυκνώνεται η ανάλυσή μας και διαπιστώνουμε τους αναβαθμούς της ηθικής στη σπινοζική φιλοσοφία, οι οποίοι παρόλα αυτά θεμελιώνονται από την αρχή ως το τέλος στην ίδια, οντολογική αρχή, την επιθυμία. Τα συμπεράσματά μας κλείνουν με την τελική διερώτηση εάν ο φιλόσοφος αποδεικνύεται τελικά συνεπής στην θέση του για την απόρριψη της τελεολογίας. 430 σ.
- Published
- 2006
9. Έμπνευση και ενότητα στο έργο του Κοϊντου Ορατίου Φλάκκου
- Author
-
Κεσίσογλου, Αλέξανδρος, Ράϊος, Δημήτριος, Συνοδινού, Αικατερίνη, Κατσούρης, Ανδρέας, Γκάρτζιου - Τάττη, Αριάδνη, Παπαδημητρίου, Μαρία, and Γκαστη, Ελένη
- Subjects
Οργή ,Νούς ,Στωϊκή φιλοσοφία ,Φρένες ,Ποίηση ,Επικούρεια φιλοσοφία ,Έρωτας ,Αναζωγράφησις ,Πάθη ,Παρρησία ,Ποιητική έμπνευση - μανία ,Αρετή ,Φιλία ,Φαντασία - Abstract
Το θέμα της ποιητικής έμπνευσης στον Οράτιο διερευνήθηκε έως σήμερα από τη φιλολογική έρευνα στα πλαίσια της συνολικής ερμηνείας του έργου του με βάση τρεις βασικές κατευθύνσεις, τη βιογραφική-ιστορική, τη λογοτεχνική και την αισθητική. Ωστόσο, γενικότερα το θέμα της ποιητικής έμπνευσης και της προέλευσής της προκάλεσε από νωρίς και το ενδιαφέρον της φιλοσοφίας, ως μια νέα διάσταση της αντιληπτικής ικανότητας του ποιητή. Στα πλαίσια αυτά η έμπνευση ως λογοτεχνική εμπειρία συνδέεται με τη γλώσσα και ερμηνεύεται ως μια διαφορετική μορφή αντίληψης και συναίσθησης της πραγματικότητας. Μια συνθετική ερμηνεία, η οποία βασίζεται τόσο στις βασικές ερμηνευτικές θεωρίες, όσο και στη φιλοσοφική ερμηνεία της ποιητικής έμπνευσης, θα μπορούσε να ρίξει νέο φως στην πρόσληψη της ποίησης του Ρωμαίου αυτού ποιητή. Το ποιητικό έργο του Ορατίου αναπαριστά μια πραγματικότητα μέσα από τις λέξεις, το ύφος και τα θέματα της αφήγησης. Μέσα σε αυτή την πραγματικότητα λειτουργούν χωριστά ή και μαζί, ανάλογα με το λογοτεχνικό είδος στο οποίο ο Οράτιος εκφράζεται, οι δύο δείκτες έμπνευσης, ο συμβατικός, η θεότητα, και ο πραγματικός, το ποιητικό «εγώ». Η παραδοσιακή πηγή της έμπνευσης, η θεότητα, επηρεάζεται από την πνευματική και αισθητική παρέμβαση του συγγραφέα, το ποιητικό «εγώ» του λογοτεχνικού κειμένου. Η συμβολή της παρούσας διατριβής συνίσταται στο να δείξει ότι ο ρόλος που διαδραματίζουν αυτές οι πηγές έμπνευσης και η πράξη της γραφής δεν είναι τελικά δύο διαφορετικές διαδικασίες ετεροχρονισμένες, αλλά στο έργο του Ορατίου συνυπάρχουν και αλληλοεξαρτώνται η πράξη της γραφής, η σύνθεση του ποιητικού κειμένου δηλαδή, και το κίνητρό της, η αφετηρία της ποιητικής αφήγησης. Αυτή η σχέση γίνεται εμφανής μέσα από τη διαρκή παρουσία του ποιητικού «εγώ» στη θεματική των στίχων του Ορατίου και την παρέμβασή του για την αναδιαμόρφωση, τη νέα απεικόνιση κάθε ερεθίσματος που παρακινεί τον ποιητή στην καταγραφή του. Αυτή η νέα απεικόνιση εξαρτάται αποκλειστικά από τις καλλιτεχνικές, ηθικοφιλοσοφικές και πολιτικές επιλογές του Ορατίου και αποτελεί τον βασικό άξονα της θεματικής του έργου του. Η μελέτη διακρίνεται σε κεφάλαια, τα οποία εξετάζουν τις επιμέρους ποιητικές συλλογές που δημοσίευσε ο Οράτιος, ήτοι Sermones, Iambi, Carminum I-III, Carminum IV, Epistulae. Οι τίτλοι των υποκεφαλαίων, οι οποίοι είναι χαρακτηριστικές φράσεις ή στίχοι από το έργο του ποιητή, αποτελούν ουσιαστικά τα ερμηνευτικά κλειδιά για την λεκτική απεικόνιση της ποιητικής έμπνευσης στο έργο του και τονίζουν την εσωτερική σχέση ανάμεσα σε ό,τι παρακίνησε τον Οράτιο να γράψει ποίηση και τον λειτουργικό ρόλο που έχει το κίνητρο αυτό στη θεματική του έργου του. 267 σ.
- Published
- 2003
10. O ρόλος της μνήμης και της φαντασίας ως ενισχυτές της χωρικής εμπειρίας
- Author
-
Papadopoulos Ioannis, Ουγγρινης Κωνσταντινος-Αλκετας, Ouggrinis Konstantinos-Alketas, Τσακαλακης Δημητριος, Tsakalakis Dimitrios, Μουτσοπουλος Αθανασιος, and Moutsopoulos Athanasios
- Subjects
Μνήμη ,Βιωματική προσέγγιση ,Φαντασία ,Αισθήσεις - Abstract
Σκοπός της ερευνητικής αυτής εργασίας είναι η φυσική (physical) και μέτα-φυσική διερεύνηση των χαρακτηριστικών εκείνων που καθιστούν ξεχωριστή μια χωρική εμπειρία για το άτομο που τη βιώνει. Μη διαθέσιμη περίληψη Not available summarization Presented on
Catalog
Discovery Service for Jio Institute Digital Library
For full access to our library's resources, please sign in.