Σκοπός: Η σαρκοείδωση είναι πολυοργανική κοκκιωματώδης νόσος, χαρακτηριζόμενη από συστηματική φλεγμονή. Εμφανίζει συχνά αγγειακή συμμετοχή και μικροαγγειοπάθεια, ενώ τα νέα διαγνωστικά μέσα (MRI καρδιάς) αυξάνουν την αναγνώριση της υποκλινικής καρδιακής συμμετοχής. Ωστόσο δεν υπάρχουν δεδομένα για την απόδοση του μυοκαρδίου και την κατάσταση των ελαστικών ιδιοτήτων των αρτηριών στους πάσχοντες από σαρκοείδωση άνευ καρδιακών συμπτωμάτων. Στην μελέτη αυτή αναζητήσαμε διαφορές στην διατασιμότητα της αορτής (μέτρο των ελαστικών ιδιοτήτων της αορτής) και την μυοκαρδιακή λειτουργικότητα μεταξύ πασχόντων από σαρκοείδωση και υγιών ατόμων. Επιπλέον, επιχειρήσαμε να διερευνήσουμε τον πιθανό συσχετισμό κλινικών, υπερηχοκαρδιογραφικών και πνευμονολογικών ευρημάτων με την διατασιμότητα της αορτής (ΔΑ) στους πάσχοντες από σαρκοείδωση. Μεθοδολογία: 83 ασθενείς με σαρκοείδωση, άνευ καρδιακών συμπτωμάτων υπεβλήθησαν σε κλινικοεργαστηριακό, υπερηχοκαρδιογραφικό και πνευμονολογικό έλεγχο. Επιπλέον, 83 άτομα αντίστοιχης ηλικίας και φύλου απάρτισαν την ομάδα ελέγχου. Η ΔΑ προσδιορίστηκε μη επεμβατικώς, με υπερηχοτομογραφία. Αποτελέσματα: Βρέθηκε πως η ΔΑ ήταν ελαττωμένη στην ομάδα των ασθενών σε σχέση προς την ομάδα ελέγχου (2,29 ± 0,26 vs. 2,45 ± 0,20 ? 10–6 ? cm2 ? dyn–1, P < 0,001), ενώ η μάζα της αριστεράς κοιλίας (LVM) ήταν υψηλότερη στην ομάδα των ασθενών (221,3 ± 50,2 vs. 195,6 ± 31,3 g, P = 0,007). Η μυοκαρδιακή λειτουργικότητα αμφοτέρων των κοιλιών ήταν επιδεινωμένη στην ομάδα των ασθενών. Η ανάλυση των δεδομένων για το σύνολο των ασθενών ανέδειξε σημαντική και ανεξάρτητη αντίστροφη συσχέτιση της ΔΑ με την παρουσία της νόσου (P